Ο –ο Οργανισμός που αναγνωρίζει τους ακαδημαϊκούς τίτλους σπουδών από ξένα ΑΕΙ– «φράκαρε» λόγω δημοσίων υπαλλήλων. Το πρόβλημα οφείλεται στην αύξηση των αιτήσεων του δημόσιου τομέα για τον έλεγχο των πτυχίων που καταθέτουν οι υπάλληλοι τα τελευταία χρόνια, με στόχο την εργασιακή αναβάθμισή τους.

Απόστολος Λακασάς

Από την άλλη, επίσης, είναι μνημονιακή υποχρέωση ο έλεγχος της γνησιότητας των τίτλων σπουδών. Η αύξηση των αιτήσεων προς τον ΔΟΑΤΑΠ επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τον φόρτο του Οργανισμού, ο οποίος είναι ο «κληρονόμος» του ΔΙΚΑΤΣΑ.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες  η πρόεδρος του ΔΟΑΤΑΠ, Ελένη Παπαδοπούλου, μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου στον Οργανισμό είχαν κατατεθεί προς αναγνώριση από ξένα ΑΕΙ 1.190 πρώτα πτυχία, 3.433 μεταπτυχιακοί τίτλοι και 395 διδακτορικοί τίτλοι. Συνολικά, κατατέθηκαν προς αναγνώριση 5.018 τίτλοι σπουδών.

Ο αριθμός είναι πολύ υψηλός και δεν αποκλείεται τελικά το 2017 να ξεπεράσει τα περυσινά επίπεδα, όταν στο ΔΟΑΤΑΠ κατατέθηκαν συνολικά 6.184 αιτήσεις (1.759 βασικών τίτλων, 4.004 μεταπτυχιακών τίτλων και 421 διδακτορικών τίτλων). Ωστόσο, η αύξηση είναι εντυπωσιακή με δεδομένο ότι δύο χρόνια πριν –το 2014– ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων ήταν 3.868 (1.059 βασικοί, 2.536 μεταπτυχιακό, 273 διδακτορικό).

Η εξήγηση πίσω από την εκτίναξη των αιτήσεων βρίσκεται στο ελληνικό Δημόσιο. Συγκεκριμένα, όπως τόνισε στην «Κ » η κ. Παπαδοπούλου, εκτός από τους Ελληνες πτυχιούχους ξένων ΑΕΙ που καταθέτουν τα πτυχία τους προς αναγνώριση και οι υπηρεσίες του Δημοσίου υποβάλλουν στον ΔΟΑΤΑΠ τους τίτλους σπουδών για να εξετάσουν τη γνησιότητά τους.

Μάλιστα, στελέχη του υπουργείου Παιδείας μιλώντας στην «Κ» ανέφεραν ότι όλο και περισσότεροι υπάλληλοι κάνουν επιπλέον σπουδές (π.χ. εξ αποστάσεως μεταπτυχιακά προγράμματα) ή ζητούν αναγνώριση κάποιου παλαιότερου τίτλου με στόχο τη βαθμολογική και μισθολογική βελτίωση της θέσης τους. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και σε άλλα υπουργεία. Ενδεικτικά, για κατόχους διδακτορικού διπλώματος το επίδομα έχει οριστεί σε 75 ευρώ και για κατόχους μεταπτυχιακού διπλώματος ετήσιας, τουλάχιστον, φοίτησης σε 45 ευρώ. Με βάση τα στοιχεία του 2016, από τους 565.671 δημοσίους υπαλλήλους, οι 225.086 είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και εξ αυτών το 80% διαθέτει μεταπτυχιακό.

Οπως ανέφερε η κ. Παπαδοπούλου, το προσωπικό του ΔΟΑΤΑΠ δεν επαρκεί, παρόλο που έχει και «προίκα» δουλειάς και από τον προκάτοχό του, το ΔΙΚΑΤΣΑ που λειτούργησε από το 1977 έως το 2005. Ενδεικτικά, υπάρχει αίτηση που έχει κατατεθεί το 1997 και για διαφόρους λόγους καθυστέρησε να διεκπεραιωθεί, με αποτέλεσμα να «κλείσει» ο φάκελός της φέτος. Από την άλλη, έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις που ο δημόσιος υπάλληλος κατέθεσε πτυχίο προς αναγνώριση όταν λειτουργούσε το ΔΙΚΑΤΣΑ. Μετά το 2005 (όταν ιδρύθηκε ο ΔΟΑΤΑΠ) ο τίτλος ανακλήθηκε, αλλά τώρα ο ενδιαφερόμενος έχει καταθέσει προς αναγνώριση την πράξη αναγνώρισης επί ΔΙΚΑΤΣΑ. Μια διαδικασία που καταδεικνύει τον γραφειοκρατικό φόρτο των λιγοστών υπαλλήλων του ΔΟΑΤΑΠ αλλά και τα τερτίπια κάποιων με στόχο την αναβάθμιση των ακαδημαϊκών τους προσόντων.