Γιατί δεν συνεδριάζει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (ΕΣΥΠ); Το ερώτημα αυτό απασχολεί την εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας, ειδικά τώρα που έχει ανοίξει η συζήτηση για αλλαγές στο Γυμνάσιο και το Λύκειο αλλά και για νέο εξεταστικό σύστημα.

Το θέτουν δε και οι ίδιοι οι εκπρόσωποι του ΕΣΥΠ σε έγγραφό τους προς το υπουργείο Παιδείας, το οποίο έχει στην διάθεση του το «Βήμα» και στο οποίο απειλούν ανοικτά με παραίτηση. Στο συγκεκριμένο έγγραφο τα μέλη της ηγεσίας του Συμβουλίου, που άλλαξε από τους υπουργούς Παιδείας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, εκφράζονται με σκληρό τρόπο και τονίζουν τις διαφωνίες τους με τις τακτικές που ακολουθούνται από τον υπουργό Παιδείας κ. Ν. Φίλη.
«Αξιότιμε κύριε υπουργέ, παρά τις επίμονες και συνεχείς εκκλήσεις μας να ορίσετε εκπροσώπους του υπουργείου Παιδείας,
στο Ε. ΣΥ. Π., παρά τις εισηγήσεις μας για την ανάγκη άμεσης σύγκλησης των Ολομελειών και τη σύσταση επιτροπών εργασίας που θα επεξεργαστούν με συστηματικό τρόπο τα πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, παρά τη σιωπή που ακολούθησε την επιστολή απολογισμού που σας έστειλε ο πρόεδρος του Ε. ΣΥ. Π., παρά την από μέρους σας απόρριψη του σχεδίου πρόσκλησης της Ολομέλειας του Ε. ΣΥ. Π. και την εισήγηση για την ανάγκη κοινής συνεδρίασης Σ. Α. Π. Ε. και Σ. Α – . Τ. Ε. για το θέμα των Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών, επιμένετε στην απόφασή σας να είμαστε και να παραμείνουμε πρόεδροι διακοσμητικοί. Το γεγονός μας προσβάλλει και μας εκθέτει» αναφέρεται στην επιστολή που έστειλε στο υπουργείο ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ καθηγητής Νίκος Θεοτοκάς και οι πρόεδροι των επί μέρους συμβουλίων του.
Η επιστολή αυτή κοινοποιείται στον Πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα, αλλά και τον πρόεδρο της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, κ. Κώστα Γαβρόγλου.
«Το ότι δεν έχετε απαντήσει σε καμία από τις ιδιωτικές και επίσημες επιστολές μας, το εκλαμβάνουμε πλέον ως απόλυτη διαφωνία με τις εισηγήσεις μας ή ως έμμεση υπόδειξη να οδηγηθούμε σε παραίτηση» αναφέρεται στην επιστολή.
«Ο Πρωθυπουργός, στην εισήγησή του κατά την πρόσφατη Προ Ημερησίας Διάταξης συζήτηση στη Βουλή για την Παιδεία (28 Σεπτεμβρίου) δήλωσε: “Θα συνεχίσουμε τον Διάλογο στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, άμεσα. Και ένας από τους βασικούς μας στόχους είναι να καταλήξουμε σε ένα σύστημα που θα οδηγεί τους μαθητές και τις μαθήτριες στο πανεπιστήμιο χωρίς τις πανελλαδικές εξετάσεις”. Αντίθετα, εσείς στην ομιλία σας δηλώσατε ότι «την ευθύνη [για τις αλλαγές στο Σχολείο] έχει θεσμικά το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής το οποίο έχει αναδιοργανωθεί και λειτουργεί αποτελεσματικά υπό την προεδρία του καθηγητή κ. Γεράσιμου Κουζέλη». Και ότι η αρμοδιότητα για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που αφορούν «τουλάχιστον τις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, καθώς και αλλαγές στα ΑΕΙ […], να ανατεθεί στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η οποία, πρέπει, αξιοποιώντας το πόρισμα της Επιτροπής Διαλόγου, να καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα». Ο καθηγητής Κ. Γαβρόγλου αναλαμβάνει, δηλαδή, τις αρμοδιότητες του Προέδρου του Ε. ΣΥ. Π. και των Προέδρων των τριών Συμβουλίων που το συναπαρτίζουν» αναφέρεται στην ίδια επιστολή.
Και συνεχίζει το κείμενο: «Κύριε υπουργέ, αρνηθήκατε τη σύγκληση της Ολομέλειας του Ε. ΣΥ. Π. για να κατατεθούν προς συζήτηση και επεξεργασία τα πορίσματα του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων καθώς και οι αναλυτικές προτάσεις μας για την ανασυγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου. Αρνηθήκατε την κοινή συνεδρίαση του Σ. Α. Τ. Ε. και Σ. Α. Π. Ε., ώστε να συζητηθούν οι προτάσεις για τις Μεταπτυχιακές και Διδακτορικές Σπουδές. Δεν θα επιμείνουμε άλλο.
» Εκλαμβάνουμε τη σιωπή και τις ρητές αρνήσεις σας ως δηλώσεις της επιλογής σας να ακυρωθούν οι όροι που συμφωνήσαμε, ώστε να αποδεχτούμε την τιμητική τοποθέτησή μας στο Ε. ΣΥ. Π. Και οι όροι αυτοί συμπυκνώνονται στην ρητά διατυπωμένη αξίωσή μας, να ξεκινήσει επιτέλους ο αναγκαίος στις μέρες μας διάλογος για την ανάδειξη και την εις βάθος συζήτηση των πολλών προβλημάτων του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Αυτός ο διάλογος, πέρα από θέματα που επιτάσσει η αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών, χρειάζεται να προηγείται κάθε νομοθετικής παρέμβασης. Ασφαλώς, τα πορίσματα των θεσμικών συζητήσεων στο πλαίσιο του Ε. ΣΥ. Π. και των επιμέρους Συμβουλίων του έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα και δεν μπορούν να δεσμεύουν την Κυβέρνηση. Εμπλουτίζουν, όμως, τη νομοθετική πρωτοβουλία, την ισχυροποιούν και μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά στην καταγραφή των προβλημάτων, στη διαμόρφωση εκπαιδευτικής στρατηγικής καθώς και στη δημοκρατική εμπέδωση της ανάγκης διαλόγου, συμμετοχής και συναινέσεων στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής κοινότητας».
Η ηγεσία του Συμβουλίου καταλήγει με τις φράσεις: «Κύριε Υπουργέ, εφ’ όσον οι επιλογές που προκρίνετε δεν περιλαμβάνουν την ενεργοποίηση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας με τον ορισμό εκπροσώπων του Υπουργείου σε αυτό, με μεγάλη λύπη και απογοήτευση, είμαστε υποχρεωμένοι να σας υπενθυμίσουμε ότι μπορείτε, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσετε τις παραιτήσεις μας από τις θέσεις των Προέδρων του Ε. ΣΥ. Π., του Σ. Π. Δ. Ε. του Σ. Α. Π. Ε. και του Σ. Α. Τ. Ε.».