Ευθύνη εκπαιδευτικού για επιτήρηση των μέσα στην τάξη– Τραυματισμός ανηλίκου κατά το μάθημα

Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος- Διαμεσολαβήτρια

Παρατίθεται απόσπασμα της υπ.αρ. 398/2009 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Λαρίσης, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.

1. Επειδή με την κρινόμενη έφεση για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (Σχ. το με αριθ. … ειδικό έντυπο παράβολο Ελλ. Δημοσίου) ζητείται η εξαφάνιση της 308/2008 οριστικής αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου, με την οποία απορρίφθηκε η από ….. 2007 αγωγή των εκκαλούντων κατά του εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου, με την οποία ζητά να υποχρεωθεί το τελευταίο να καταβάλει σ’ αυτούς το συνολικό ποσό των 300.000 ευρώ, ως αποζημίωση και το ποσό των 100.000 ευρώ στον καθένα από αυτούς ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εξ αιτίας της ζημίας, που υπέστησαν, κατά τους ισχυρισμούς τους, από παράνομη παράλειψη οργάνων (εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) του εφεσίβλητου κατά τη φοίτηση του γιού τους στο … Δημοτικό Σχολείο Βόλου κατά το σχολικό έτος 2004-2005. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να δικάσει την έφεση η οποία ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ως προς τους δύο πρώτους εκκαλούντες όχι όμως και ως προς τον τρίτο, ανήλικο ηλικίας … ετών, όπως αναφέρεται στην κρινόμενη έφεση, γιατί αυτός έχει περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα και δεν νομιμοποιείται στην άσκηση ενδίκου μέσου σε βάρος του Δημοσίου.

2. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισ. Ν.ΑΚ. ορίζεται ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος… ». Κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης ή από τη μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή από παραλείψεις οφειλομένων νομίμων υλικών ενεργειών αυτών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (βλ. Α.ΕΔ., 5/1995, Σ.τ.Ε. 1413/2006, 2727/2003, 740/2001 κ.α.).

Εξάλλου, από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι, ευθύνη του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου συντρέχει, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον κάθε φορά που, με σχετική πράξη ή παράλειψη οργάνου των νομικών αυτών προσώπων, παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις, που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία, βάσει της κείμενης εν γένει νομοθεσίας, καθώς και κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης.

Ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργεια αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (π.ρ.β.λ. ΣτΕ 1413/2006, 2727/2003, 3102/1999, 347, 4776/1997). Τέλος, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημιώσεως αποτελεί μεταξύ άλλων η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας (συνδέσμου) μεταξύ παράνομης πράξης κλπ και της επελθούσας ζημίας (ΣτΕ 1222/2000, 878, 2739/2000), η οποία (αιτώδης συνάφεια) συντρέχει όταν οι παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου είναι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, εξ αντικειμένου ικανές, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και ενόψει των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, να επιφέρουν το ζημιογόνο αποτέλεσμα (ΣτΕ 4776/1997).

3. Επειδή εξάλλου, στο άρθρο 13 (παρ. 2 περ. θ) του Π.Δ. 201/1998 (ΦΕΚ Α 161) «Οργάνωση και λειτουργία Δημοτικών Σχολείων» ορίζεται ότι, «Υπεύθυνος για την επιτήρηση των μαθητών μέσα στην τάξη είναι ο εκπαιδευτικός που διδάσκει τη συγκεκριμένη ώρα. Γι’ αυτό εισέρχεται στην αίθουσα μαζί με τους μαθητές και μετά το τέλος του μαθήματος εξέρχεται από αυτή όταν έχουν αποχωρίσει όλοι οι μαθητές».

4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Στις ….. 2005 στο …. … Δημοτικό Σχολείο Βόλου και στην αίθουσα του …..…τμήματος της πέμπτης τάξης περί ώρα 13.25, παρόντος εντός της αίθουσας του δασκάλου της τάξης ….. ο ανήλικος μαθητής ….., ηλικίας τότε 11 ετών, ενώ καθόταν δίπλα στο συμμαθητή του, υιό των εκκαλούντων, …. σηκώθηκε από το θρανίο και επιστρέφοντας, έπιασε το κεφάλι του τελευταίου το έκαμψε βίαια (βιαία υπέρκομψη του αυχένα) προς τα κάτω και το κτύπησε στο θρανίο (βλ. την κατάθεση του παθόντος ενώπιον του Δικαστηρίου Ανηλίκων και τις από …… 2006 και ……. 2006 ιατρικές βεβαιώσεις των θεραπόντων ιατρών του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας), χωρίς να έχει προηγηθεί διαπληκτισμός ή παρεξήγηση αλλά χάριν παιχνιδιού και αστεϊσμού (βλ και στα πρακτικά της …./2007 απόφασης του Μονομελούς Δικαστηρίου ανηλίκων Βόλου την κατάθεση του παρόντος «παίζαμε μαζί και αλληλοπειραζόμασταν» και την κατάθεση του ….. «δεν είχα πρόθεση να τον κτυπήσω, απλώς ήθελα να παίξω μαζί του, γι’ αυτό του ζήτησα και συγγνώμη», με αποτέλεσμα αυτός να υποστεί υπερξάρθρημα των Α1 σπονδύλων με αντιωρολογιακή στροφή και μετατόπιση του οδόντος καθώς και συνδεσμική κάκωση στην ινιοαυχενική ουνδέσμωση άμφω με ραιβόκρανο (βλ. την από ….2005 ιατρική γνωμάτευση του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου, το από ……2005 πόρισμα αξονικής τομογραφίας του Ιατρικού Διαγνωστικού Κέντρου ……).

Ο δάσκαλος που ήταν παρών στην αίθουσα διδασκαλίας δεν αντιλήφθηκε το περιστατικό κατά την εκτέλεσή του λόγω του αιφνίδιου και της ελάχιστης διάρκειας του, αλλά όταν άκουσε τις φωνές του παθόντος και των παιδιών, πλησίασε αμέσως, επιλήφθηκε της κατάστασης, τους είπε να μη μαλώνουν, και αφού δόθηκαν οι αμοιβαίες, μεταξύ των παιδιών εξηγήσεις χωρίς ο παθών να παραπονεθεί για πόνους (βλ. και την κατάθεση της μητέρας του ενώπιον του Δικαστηρίου ανηλίκων, σύμφωνα με την οποία ο γιός της κατά την επιστροφή του την ημέρα εκείνη (…… 2005) στο σπίτι «δεν μιλούσε το παιδί, τον ώμο του είδα χτυπημένο. Δεν το κρατήσανε το παιδί στο Νοσοκομείο, ήταν χαλασμένος ο αξονικός τομογράφος», οι μαθητές αναχώρησαν για τα σπίτια τους και ο δάσκαλος ανέφερε το περιστατικό στο Διευθυντή του Σχολείου.

Οι δύο μαθητές ήταν άριστοι στις επιδόσεις τους και με διαγωγή κοσμιωτάτη. Ουδέποτε οι γονείς του παθόντος είχαν αναφέρει άλλες πράξεις βίας του ανωτέρω συμμαθητή του γιού τους σε βάρος του τελευταίου, αλλά η μητέρα του πήγαινε στο σχολείο μόνο για τους βαθμούς(βλ. την κατάθεση του Διευθυντή του Σχολείου και του δασκάλου της …. τάξης ενώπιον του Δικαστηρίου Ανηλίκων). Στις ….. 2005 επισκέφθηκε το σχολείο η δεύτερη εκκαλούσα η οποία ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία του …. για τον σοβαρό τραυματισμό του γιού της. Ο σύλλογος διδασκόντων του …. Δημοτικού Σχολείου αφού άκουσε και τον μαθητή ….. συνέταξε το ……. 2005 πρακτικό με το οποίο αποφάσισε αυτός τη φοίτησή του σε άλλο τμήμα του σχολείου, με τη συναίνεση και των γονέων του. Στην από …… 2005 αξονική τομογραφία που υποβλήθηκε την επόμενη του συμβάντος ο παθών και στην ψηφιακή διαστοματική ακτινογραφία της ….. .2005 (μεθεπομένη του περιστατικού) διαπιστώθηκε, «εικόνα υπεξαρθήματος των Α1 Α2 σπονδύλων με αντιωρολογιακή στροφή του οδόντος» και «ασυμμετρία του οδόντιος προς τα πλάγια ογκώματα του άτλαντος με κλίση προς τα δεξιά», η οποία αντιμετωπίστηκε με συνεχή χρήση κηδεμόνα αυχένα τύπου PHILADELFIA για τρεις μήνες (βλ. τις από …… 2005 και από …… 2006 γνωματεύσεις του Γενικού Νοσοκομείου Βόλου).

Στις …. 2007 υποβλήθηκε σε νέα διαστοματική ακτινογραφία οδόντος κατά την οποία διαπιστώθηκε φυσιολογική απεικόνιση των αυχενικών σπονδύλων και φυσιολογική στοίχιση αυτών, με φυσιολογικό εύρος απεικονίζονται τα μεσοσπονδύλια διαστήματα, παρατηρείται ασυμμετρία στις αποστάσεις του οδόντα από τον Α1, η απόσταση δεξιά μετράται 4 χιλ και αριστερά 7 χιλ.». Η τελευταία αυτή διαστοματική ακτινογραφία επιβεβαιώνει, κατά τον ορθοπαιδικό γιατρό ….., ότι το υπερξάρθρημα εξακολουθεί να υφίσταται, είχε σταθεροποιηθεί μετά δύο χρόνια και συνεπεία αυτού κλινικά εμφανίζει μικρού βαθμού δυσκαμψία στις κινήσεις της αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης (μικρού βαθμού δυσκαμψία αυτής, σύμφωνα με τη γνωμάτευση του ίδιου γιατρού της …… 2006 και μεγάλου βαθμού δυσκαμψία αυτής, σύμφωνα με τη γνωμάτευση του ίδιου της ……2007, χωρίς όμως παράθεση νέων ευρημάτων ή επιπλοκών). Ο ίδιος γιατρός μετά από συνολική αξιολόγηση όλων των ευρυμάτων συνιστά στον ασθενή να διαβιεί με προσοχή και να αποφεύγει βίαιες κινήσεις ή κτυπήματα της πάσχουσας αυχενικής χώρας.

Εξάλλου κατά το επόμενο σχολικό έτος (2005-2006) ο παθών είχε ομαλή και τακτική φοίτηση στο ίδιο σχολείο, συμμετείχε σε όλες τις εκδηλώσεις αυτού μεταξύ των οποίων και στο μάθημα της γυμναστικής με άριστη επίδοση (βλ. και τις καταθέσεις του Διευθυντή και του Γυμναστή του σχολείου ενώπιον του Δικαστηρίου Ανηλίκων επελέγη δε παραστάτης της σημαίας στο Α΄ εξάμηνο της σχολικής χρονιάς 2005-2006, αποφοίτησε από το σχολείο στις ……/2006 με άριστα και γράφτηκε στο …. Γυμνάσιο Βόλου για τη συνέχιση των σπουδών του. Τέλος, με την από ….. 2006 γνωμάτευση του νευροχειρουργού …… συνεστήθη απαλλαγή του από το μάθημα της γυμναστικής κατά το σχολικό έτος 2006-2007 στο Γυμνάσιο. Ο μαθητής ….. κατόπιν έγκλησης των εκκαλούντων παραπέμφθηκε στο Μονομελές Δικαστήριο Ανηλίκων Βόλου από το οποίο κρίθηκε με την …. 2007 απόφασή του ότι δεν συνέτρεχε περίπτωση επιβολής σε βάρος του αναμορφωτικών ή θεραπευτικών μέσων, αφού δεν αποδείχθηκε η τέλεση αξιόποινης πράξης ή η πρόκληση σωματικής βλάβης στον παθόντα.

Οι εκκαλούντες άσκησαν την από …… 2008 αγωγή, ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βόλου, με την οποία ζητούν να υποχρεωθεί το εφεσίβλητο Δημόσιο να τους καταβάλει, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 105 του Εισ. Ν.Α.Κ. νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής τους, το συνολικό ποσό των 300.000 ευρώ, ως αποζημίωση και το ποσό των 100.000 ευρώ σε καθένα από αυτούς ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εξ αιτίας της ζημίας, που υπέστησαν από την, κατά τους ισχυρισμούς τους, παράνομη , από αμέλεια, παράλειψη των οργάνων του ….., δασκάλου της …. τάξης του Δημοτικού Σχολείου και ….. Διευθυντή του σχολείου αυτού να τηρήσουν την τάξη και την ασφάλεια των μαθητών του σχολείου, να λάβουν προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της βίαιας συμπεριφοράς του ….. και να αντιμετωπίσουν άμεσα ιατρικά τα αποτελέσματα της επίθεσης που δέχτηκε ο υιός τους. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη 308/2008 απόφαση απέρριψε κατά πλειοψηφία την αγωγή των εκκαλούντων για το λόγο ότι δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημίας των εκκαλούντων και της συμπεριφοράς των οργάνων του Δημοσίου. Με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες ζητούν την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης για τους αναφερόμενους σ’ αυτή λόγους.

5. Επειδή με την κρινόμενη έφεση προβάλλεται ότι, η εκκαλουμένη απόφαση μη νόμιμα απέρριψε την αγωγή ερμηνεύοντας εσφαλμένα το αποδεικτικό υλικό ενώ συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση των εκκαλούντων. Ειδικότερα ισχυρίζονται ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένα δέχθηκε ότι είναι φυσικό να έχει σηκωθεί ο δράστης από το θρανίο του μέσα στη αίθουσα διδασκαλίας, στη διάρκεια του μαθήματος, να κάνει βόλτα μέσα στη τάξη, να επιστρέψει και να ξυλοφορτώσει τον παθόντα και ότι «ο δάσκαλος που ήταν παρών στην αίθουσα διδασκαλίας δεν αντιλήφθηκε το περιστατικό κατά την εκτέλεσή του».

Τα παραπάνω αποτελούν απόδειξη είτε της απώλειας ελέγχου της τάξης εκ μέρους του δασκάλου, είτε εγκληματικής αδιαφορίας του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ενόψει του ότι ο έλεγχος της τάξης και η επιβολή πειθαρχίας στους μαθητές αποτελούν στοιχειώδεις υποχρεώσεις του δασκάλου, υπαγορευόμενες από την εκπαιδευτική διαδικασία και του ότι είναι επιφορτισμένος με τη διαφύλαξη της ασφάλειας και της υγείας παιδιών ηλικίας δέκα και έντεκα ετών, τα οποία δεν μπορούν να αξιολογήσουν τη σοβαρότητα και επικινδυνότητα των εκουσίων ή ακόμη και ακουσίων πράξεών τους και συνεπώς στοιχειοθετούν ευθύνη αυτού. Δεν αναιρούνται δε τα παραπάνω από όσα εσφαλμένα αναφέρονται στην εκκαλούμενη απόφαση η οποία χαρακτηρίζει το περιστατικό αιφνίδιο και ελάχιστης διάρκειας, δεδομένου ότι ο δράστης μαθητής είχε σηκωθεί από την θέση του, περιεφέρετο στην αίθουσα και επιστρέφοντας, επιτέθηκε στον υιό των εκκαλούντων και από το ότι ο δάσκαλος αμέσως μετά το ζημιογόνο συμβάν προσέτρεξε και συνέστησε στα παιδιά να μη μαλώνουν.

Εξάλλου, ο δάσκαλος και ο Διευθυντής του σχολείου που ενημερώθηκε για το συμβάν δεν ειδοποίησαν τους εκκαλούντες σχετικά με αυτό και δεν φρόντισαν να μεταφερθεί ο παθών μαθητής άμεσα στο νοσοκομείο με τις όποιες συνέπειες θα μπορούσε να είχε αυτό για την υγεία και τη ζωή του. Ο πρώτος ισχυρισμός των εκκαλούντων πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, για τον παρακάτω λόγο: Εφόσον όπως προκύπτει από τα έγγραφα στοιχεία του φακέλου (Με αριθ. …/2007 πρακτικά και απόφαση του Μονομελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων Βόλου) ο δάσκαλος της τάξης ήταν παρών εντός της αίθουσας, η διδακτική ώρα σύμφωνα με τις καταθέσεις δασκάλου και μαθητών προχωρούσε κανονικά και δεν είχε δημιουργηθεί κατά την διάρκειά της κάποιο πρόβλημα μεταξύ των μαθητών ώστε να υπάρξει, πέραν της συνήθους, ανάγκη επιτήρησης των μαθητών από το δάσκαλο, ούτε οι γονείς του παθόντος είχαν ενημερώσει στο παρελθόν τον δάσκαλο της τάξης και το Διευθυντή του σχολείου για άλλες πράξεις βίας (πέτρες εναντίον του, κτυπήματα στα δάκτυλα κλπ) του ανωτέρω συμμαθητή σε βάρος του τελευταίου, ώστε να ληφθούν από αυτούς ιδιαίτερα μέτρα επιτήρησής του και ελέγχου των κινήσεων αυτού προς τον παθόντα, ότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου τα δύο παιδιά ήταν καλοί μαθητές, έκαναν παρέα μεταξύ τους και την ημέρα εκείνη κάθονταν στο ίδιο θρανίο, ο άνω δάσκαλος ενήργησε εντός των υποχρεώσεων του που απορρέουν από την συνήθη άσκηση των καθηκόντων του κατά την διάρκεια της διδακτικής ώρας ως υπευθύνου δασκάλου της εν λόγω τάξης, η δε παραπάνω ενέργεια του εν λόγω μαθητή όπως την αναφέρει ο υιός των εκκαλούντων στην κατάθεσή του ενώπιον του Δικαστή Ανηλίκων ότι δηλαδή είδε τον μαθητή …. «να έρχεται προς το μέρος του, να πιάνει το κεφάλι του και να το χτυπά πάνω στο θρανίο με δύναμη», ήταν αιφνίδια, διήρκεσε μικρό χρονικό διάστημα και δεν μπορούσε να προβλεφθεί από αυτόν ώστε να προλάβει άμεσα να σπεύσει προς το θρανίο των δύο παιδιών και να αποτρέψει την εκτέλεσή της προαναφερόμενης βλαπτικής πράξης προς τον υιό των εκκαλούντων και συνεπώς δεν υφίσταται εν προκειμένω παράλειψη εκ μέρους αυτού προς εκτέλεση του ιδιαίτερου καθήκοντός του για συνεχή εποπτεία και επιτήρηση των μαθητών μέσα στην τάξη.

Περαιτέρω και ο δεύτερος ισχυρισμός των εκκαλούντων πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, ενόψει των προαναφερόμενων καταθέσεων ενώπιον του Δικαστή Ανηλίκων σύμφωνα με τις οποίες ο δάσκαλος επενέβη ευθύς μόλις αντιλήφθηκε το περιστατικό, τους συνέστησε να μη μαλώνουν και, αφού δόθηκαν οι αμοιβαίες, μεταξύ των παιδιών εξηγήσεις, χωρίς ιδιαίτερη διαμαρτυρία στο δάσκαλο από μέρους του παθόντος, ο τελευταίος αναχώρησε για το σπίτι του, όπως καταθέτει ο Διευθυντής του Σχολείου ο οποίος ενημερώθηκε από τον δάσκαλο για το περιστατικό και χωρίς συνεπώς να παρουσιάζεται θέμα άμεσης μεταφοράς του από τους παραπάνω εκπαιδευτικούς στο Νοσοκομείο ή ανάγκη ενημέρωσης των γονέων του, οι οποίοι άλλωστε δεν προσκομίζουν έγγραφο του Νοσοκομείου Βόλου από το οποίο να προκύπτει η μεταφορά του στα επείγοντα περιστατικά εκείνης της ημέρας, ενώ η μητέρα του στην κατάθεσή της ενώπιον του Δικαστή Ανηλίκων αναφέρει ότι «το παιδί δεν μιλούσε και είδε τον ώμο του χτυπημένο» και δεν παρέλειψαν να παράσχουν τη δέουσα αρωγή τους στον παθόντα μαθητή υιό των εκκαλούντων μετά από περιστατικό.

Μετά τα παραπάνω, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν ευθύνεται το Δημόσιο προς αποζημίωση των εκκαλούντων, αφού δεν αποδείχθηκε ότι η ζημία που υπέστησαν οι εκκαλούντες από την σωματική βλάβη που προκλήθηκε στον υιό τους από συμμαθητή του κατά την διάρκεια μαθήματος στο Σχολείο που φοιτούσε οφείλεται στην παράλειψη των ανωτέρω δασκάλων του εν λόγω Σχολείου ως οργάνων του Δημοσίου να λάβουν τα απαραίτητα και ενδεδειγμένα μέτρα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους ως εκπαιδευτικών και συνεπώς δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της επελθούσας άνω ζημίας στους εκκαλούντες και της επικαλούμενης από αυτούς συμπεριφοράς των εν λόγω Οργάνων του Δημοσίου όπως άλλωστε ορθά έκρινε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, οι δε περί του αντιθέτου σχετικοί ισχυρισμοί των εκκαλούντων πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Επειδή, μετά τα παραπάνω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση και να διαταχθεί η κατάπτωση του καταβληθέντος από τους εκκαλούντες παράβολου υπέρ του Δημοσίου, περαιτέρω όμως το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι πρέπει να απαλλάξει τους ηττώμενους διαδίκους από την καταβολή δικαστικών εξόδων (άρθρο 275 παρ. 1 του ΚΔΔ).