Μια αναφορά στην πρώτη φάση της της χώρας μας. Θεωρώ πως η εικόνα που σχηματίζουν οι πολίτες των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) για το όλο εγχείρημα της ενοποίησης εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ανάπτυξη της πολιτικής οντότητας της Ε.Ε., από την πορεία χειραφέτησής της από τις ΗΠΑ, από την οικονομική της εξέλιξη, από τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της και τέλος από τη δόμηση και την ποιότητα του κοινωνικού της status.

Εδώ στην κοινωνική όψη, έχει ενδιαφέρον ο ρόλος της παιδείας και της , γιατί σ’ αυτόν τον τομέα αποτυπώνεται πιο ανάγλυφα η δυναμική της κοινής ευρωπαϊκής πορείας. Αξίζει, λοιπόν, να δούμε κάποια στοιχεία προσέγγισης που προέρχονται από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (Ο.Κ.Ε.) της Ε.Ε. και αφορούν την ευρωπαϊκή διάσταση της εκπαίδευσης.

Σταθμοί στην μέχρι τώρα πορεία της εκπαιδευτικής πολιτικής της Ε.Ε. μπορούν να θεωρηθούν: 1) Το 1974: επίσημη έναρξη της συνεργασίας στον τομέα της παιδείας. 2) Το 1976: προώθηση του πρώτου σχετικού προγράμματος δράσης. 3) Το 1982: πρώτη παρέμβαση σχετικά με την αναγκαιότητα προσαρμογής του σχολείου στις νέες τεχνολογίες πληροφόρησης.

4) Το 1985 – 1988: πρώτη σημαντική παρέμβαση στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης, σχετικά με την ισότητα των ευκαιριών των κοριτσιών και των αγοριών, την αγωγή του καταναλωτή και την περιβαλλοντική αγωγή. 5) Το 1988: πρώτη επίσημη εισαγωγή του όρου «ευρωπαϊκή διάσταση στην εκπαίδευση» και ανάπτυξη πολιτικών προώθησής της.

6) Το 1995: με την ανακοίνωση της επιτροπής «διδασκαλία και εκμάθηση: προς την κοινωνία της γνώσης», τη θέσπιση του προγράμματος κοινοτικής δράσης «ΣΩΚΡΑΤΗΣ» και την καθιέρωση του 1996 ως «ευρωπαϊκού έτους της δια βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης». 7) Το 1997: με την ανακοίνωση της επιτροπής: «για μια Ευρώπη της γνώσης».

Στη συνέχεια η ευρωπαϊκή διάσταση της εκπαίδευσης προσδιορίζεται : 1) Από τις τεχνολογικές εξελίξεις (κύρια στον τομέα της πληροφορικής), τις εξελίξεις στην οικονομία (παγκοσμιοποίηση), τις ευκαιρίες και τα προβλήματα αιχμής που οι εξελίξεις αυτές δημιούργησαν. 2) Από την ανασυγκρότηση των προγραμμάτων δράσης για την εκπαίδευση και την κατάρτιση που έγινε το 1995. 3) Από τα σχετικά κείμενα προσανατολισμού και συζήτησης της επιτροπής και τις εξελίξεις που αυτά δημιούργησαν. 4) Από τα προγράμματα και τις πολιτικές συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς. 5) Από τη νέα προσέγγιση που απέκτησε η εκπαιδευτική πολιτική με την προσθήκη στο προοίμιο της συνθήκης του Άμστερνταμ ειδικής διάταξης για την εκπαίδευση καθώς και από την ενίσχυση της θέσης αυτής και των γενικότερων θέσεων και στόχων της επιτροπής για την εκπαίδευση από τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα της Ε.Ε.

Ας δούμε κάποιες άγνωστες πτυχές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας μέσω μιας έρευνας που έγινε στους κόλπους της ΟΚΕ και αφορά έναν σημαντικό αριθμό εκπροσώπων των μελών – κρατών της Ε.Ε. στην επιτροπή αυτή. Βεβαίως η οποιαδήποτε ποσοτική καταγραφή μέσω των διαφόρων δημοσκοπήσεων έχει σχετική αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μαζί με άλλες μεθοδολογικές προσεγγίσεις. Στο πιο καίριο ερώτημα, ένα πολύ μικρό ποσοστό θεωρεί την εκπαίδευση ως καθαρά ευρωπαϊκή υπόθεση (3%) και πολύ μικρότερο από εκείνο που τη θεωρεί ως απόλυτα εθνική υπόθεση 17%. Η μεγάλη πλειοψηφία θεωρεί την εκπαίδευση ως υπόθεση εθνική και ευρωπαϊκή ταυτόχρονα, ενώ υπάρχει και ένα σημαντικό ποσοστό που αναδεικνύει την παγκόσμια ή την τοπική και περιφερειακή διάσταση.

Παρά το γεγονός του ισχυρού ευρωπαϊκού χρώματος στην προηγούμενη ερώτηση, οι εκπρόσωποι από τα διάφορα κράτη – μέλη δε μένουν ευχαριστημένοι από τη σημερινή ευρωπαϊκή εξέλιξη. Ο ιδιαίτερα σημαντικός ρόλος της εκπαίδευσης φαίνεται στις απαντήσεις της 3ης ερώτησης. Για τον κεντρικό σχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών και της μόρφωσης των εκπαιδευτικών κυριαρχεί η εθνική αντίληψη. Το ίδιο ισχύει και για την ευθύνη συγγραφής της τοπικής και της εθνικής ιστορίας.

 

Τα πράγματα διαφοροποιούνται, όμως, όσον αφορά τη συγγραφή της ευρωπαϊκής ιστορίας και την προώθηση των γλωσσικών ικανοτήτων. Ο μεγάλος στρατηγικός στόχος της εκπαίδευσης της εξοικείωσης με την κοινωνία της γνώσης φαίνεται ότι εξυπηρετείται καλύτερα με μια εθνική και ταυτόχρονα ευρωπαϊκή πολιτική. Το ίδιο συμβαίνει και με την προώθηση της δια βίου μάθησης. Για την παραγωγή και ανάπτυξη των εκπαιδευτικών λογισμικών και πολυμέσων ισχυροποιείται ο εθνικός ρόλος. Για την προώθηση της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης μέσω της εκπαίδευσης, αναδεικνύεται και η εθνική και ευρωπαϊκή αντίληψη ταυτόχρονα.

Τέλος, όσον αφορά τη στόχευση του περιεχομένου της εκπαίδευσης, φαίνεται να επιλέγονται ταυτόχρονα οι δύο κρίσιμες όψεις του σχολείου, γενική παιδεία και ειδική γνώση. Το όλο εγχείρημα της Ε.Ε. γίνεται σε μια ιστορική περίοδο που χαρακτηρίζεται και από την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας αλλά και την έντονη ανταγωνιστικότητα. Οι δαπάνες και οι επενδύσεις για την εκπαίδευση, ως εκ τούτου, δεν μπορεί παρά να είναι αυξημένες. Η Ε.Ε. δαπανά περισσότερα μεν χρήματα από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ συνολικά, αλλά υστερεί κατά πολύ των αντίστοιχων δαπανών της Β. Αμερικής (ΗΠΑ, Καναδάς).

Το νέο έχει πλέον ευρύτερο πεδίο αναφοράς, σύγχρονες διδακτικές μεθόδους και ένα περιεχόμενο σπουδών που χαρακτηρίζεται από κινητικότητα. Αναφέρεται στον ισχυρό ρόλο της γνώσης, στα προβλήματα του λειτουργικού αλλά και του τεχνολογικού αναλφαβητισμού, στην έννοια της δια βίου εκπαίδευσης, στις νέες μορφές εργασίας του μετα – φορντικού μοντέλου παραγωγής. Αλλά πρέπει – κατά τη γνώμη μου – να εστιάσουμε και στην προαγωγή των κλασικών πανανθρώπινων αξιών (ειρήνη, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη) αλλά και στην προσαρμογή στο καινούργιο κοινωνικό – πολιτικό περιβάλλον και στην προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της ευρωπαϊκής ιθαγένειας. Χωρίς πολιτική ολοκλήρωση, η Ε.Ε. δεν έχει μέλλον…