Νέα πρόταση υπέρ του πιο έντονου και ξεκάθαρου ταξικού διαχωρισμού των παιδιών στην Εκπαίδευση έπεσε στο τραπέζι του λεγόμενου «εθνικού διαλόγου για την Παιδεία», αυτή τη φορά από το βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Στέφο. Ο βουλευτής, με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», έκανε λόγο για στόχο εξάλειψης των φροντιστηρίων και στη συνέχεια λέει κατά λέξη: «Ο μεγάλος αριθμός υποψηφίων που διεκδικεί μικρό αριθμό θέσεων στο Πανεπιστήμιο, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία μηχανισμών διαφοροποίησης μέσα στο ίδιο το σχολείο, οδηγούν στα φροντιστήρια που δρουν όχι ενισχυτικά των αδυνάτων, αλλά ανταγωνιστικά των ισχυρών, συντηρώντας έτσι τον ισχυρότερο παράγοντα εκπαιδευτικής ανισότητας. Και αιτιάσεις όπως “φταίνε οι καθηγητές του δημόσιου σχολείου που ωθούν τους μαθητές στα φροντιστήρια” αποτελούν εύκολη δικαιολογία για ένα σύστημα βαθιά ταξικό».
Με άλλα λόγια, όσο πιο νωρίς ξεχωρίσουν μέσα στο ίδιο το σχολείο οι μαθητές που δε θα στοχεύουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση, τόσο λιγότερη πελατεία θα συγκεντρώνεται για τα φροντιστήρια. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει εξάλειψη των φροντιστηρίων, καθώς – παρά τους ισχυρισμούς του βουλευτή – συνεχίζει να υπάρχει ένα ποσοστό μαθητών που από το Γυμνάσιο (σε κάποιες περιπτώσεις και στο Δημοτικό ακόμη) καταφεύγουν στα φροντιστήρια και στα ιδιαίτερα, για να τα βγάλουν πέρα με τα μαθήματα του σχολείου, ανεξαρτήτως εξετάσεων. Και φυσικά, τα φροντιστήρια θα συνεχίζουν και για τους μαθητές που θα δίνουν εξετάσεις για την Ανώτατη Εκπαίδευση.
Το θέμα, όμως, είναι άλλο: Ο βουλευτής περιγράφει το σημερινό ταξικό σύστημα και τις – κατά τη γνώμη του – αιτίες του, όμως αυτό που προτείνει ως αντίδοτο είναι ένα ακόμα πιο βαθιά ταξικό σύστημα. Γιατί η ταξικότητα του συστήματος μπορεί να αποτυπώνεται και στα φροντιστήρια, αλλά δεν ξεκινάει από αυτά. Και δεν είναι η λειτουργία των φροντιστηρίων «ο ισχυρότερος παράγοντας εκπαιδευτικής ανισότητας». Σε μια ταξική κοινωνία είναι καθεαυτό και πρώτα απ’ όλα το σχολείο ταξικό.
Το παιδί μιας φτωχής οικογένειας, από την πρώτη στιγμή που θα πατήσει το πόδι του στο σχολείο, ξεκινά τη φοίτησή του με λιγότερες δυνατότητες απ’ ό,τι το παιδί μιας εύπορης οικογένειας. Γιατί η φτωχή οικογένεια έχει κατά προτεραιότητα να αντιμετωπίσει μια σειρά θέματα επιβίωσης, που για την εύπορη οικογένεια είναι λυμένα. Είναι επόμενο, λοιπόν, η όποια διαφοροποίηση γίνει εντός του σχολείου να αποτυπώνει και να εντείνει ακόμα περισσότερο τις ταξικές διαφορές, προδιαγράφοντας από νωρίς διαφορετικούς εκπαιδευτικούς δρόμους για τα παιδιά της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων από τη μία και για τα παιδιά της αστικής τάξης και των ανώτερων μεσαίων στρωμάτων από την άλλη. Κι αυτός ο διαχωρισμός θα καταστήσει το σχολείο πολύ πιο βαθιά ταξικό απ’ ό,τι σήμερα, γιατί «διαχωρίζοντας» τα παιδιά που υποτίθεται «δεν τραβάνε», θα τα σπρώχνει πολύ νωρίτερα εκτός της βασικής εκπαίδευσης που δικαιούνται όλα τα παιδιά να έχουν μέχρι τα 18 τους χρόνια.
Και φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που τα ακούμε αυτά στο «διάλογο» του ΣΥΡΙΖΑ. Θυμίζουμε ότι και ο πρόεδρος της Επιτροπής Διαλόγου είχε καλέσει να «δούμε με τολμηρό ρεαλισμό» μια εκπαίδευση που θα «ξεσκαρτάρει» τους μαθητές, όπως γίνεται σε χώρες του εξωτερικού, όπου «ο κοινωνικός διαχωρισμός αρχίζει από πολύ πρώιμη ηλικία, όταν τα παιδιά μπαίνουν σε μια εκπαίδευση διώροφη ή τριώροφη, χωρίς να περιμένουν αυτό να συμβεί στα 18».