Ερώτηση προς το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κατέθεσε σήμερα η Βουλευτής Β’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας, Κατερίνα Παπακώστα-Σιδηροπούλου, με θέμα την ποιοτική αναβάθμιση των .

Η Κατερίνα Παπακώστα αναφέρει πως μία σειρά διεθνών κατατάξεων των κορυφαίων Πανεπιστημίων, τοποθετεί τα Ελληνικά ιδρύματα σε διακριτές θέσεις. Ενδεικτικά, ο διεθνής πίνακας της QS World University Rankings περιλαμβάνει 6 Ελληνικά Πανεπιστήμια μεταξύ των κορυφαίων 959, ενώ το ΕΜΠ κατατάσσεται ανάμεσα στα 400 καλύτερα. Παράλληλα, το ΑΠΘ βρίσκεται μεταξύ των 200 κορυφαίων σε 5 από τα 39 θεματικά-επιστημονικά πεδία, στα οποία βαθμολογήθηκε.

Η Βουλευτής επισημαίνει ωστόσο πως ακόμη και η QS επισημαίνει, πως δεν υπάρχει η δέουσα προβολή του έργου των Ελληνικών Πανεπιστημίων, παρόλο που στον αντίκτυπο και στην αναγνωσιμότητα των ΑΕΙ, λαμβάνουν καλή βαθμολογία. Επιπλέον, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τα Ελληνικά Πανεπιστήμια σημειώνουν πτώση στους διεθνείς πίνακες κατάταξης, καθώς αδυνατούν να προσεγγίσουν νέους ερευνητές από το εξωτερικό λόγω υποχρηματοδότησης.

Η Βουλευτής δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός, πως το ποσό που δαπανάται στην Χώρα μας για την έρευνα και την ανάπτυξη φτάνει το 1,25% του ΑΕΠ, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος αγγίζει το 2%. Δίχως χρηματοδότηση, η πρόοδος των Πανεπιστημίων είναι ωστόσο αδύνατη, πράγμα που αδικεί το επιστημονικό έργο που παράγεται στην Ελλάδα και τις δυνατότητες προβολής του.

Η Κατερίνα Παπακώστα ρωτά τον αρμόδιο Υπουργό με ποιό τρόπο σκοπεύει να αναβαθμίσει την ποιότητα των Ελληνικών ΑΕΙ, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα ανάπτυξης και προβολής του επιστημονικού τους έργου, αλλά και πως προτίθεται προωθήσει την έρευνα και την ανάπτυξη στην Χώρα μας. Τέλος, ζητά να ενημερωθεί αν υπάρχει σχέδιο αύξησης της χρηματοδότησης για την έρευνα και την ανάπτυξη, ώστε τα χρήματα που δαπανώνται σε αυτό τον τομέα συγκριτικά με το ΑΕΠ, να πλησιάσουν τουλάχιστον τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

ΕΡΩΤΗΣΗ

ΠΡΟΣ: Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων

ΘΕΜΑ: Ποιοτική Αναβάθμιση των ΑΕΙ

Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει μία συζήτηση για την ποιοτική αναβάθμιση των Ελληνικών ΑΕΙ, καθώς και για την εικόνα που παρουσιάζουν.

Οι Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι εργάζονται στο εξωτερικό, διαπρέπουν με την μόρφωση και την εκπαίδευση που απέκτησαν στα Ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια. Ωστόσο, από την πλευρά της πολιτείας, η επιστημονική κοινότητα δεν στηρίζεται όσο οι ανάγκες των καιρών το απαιτούν.

Στον διεθνή πίνακα της QS World University Rankings, ο οποίος κατατάσσει τα 959 κορυφαία Πανεπιστήμια μεταξύ των 4.438 που εξετάζονται, περιλαμβάνονται 6 Ελληνικά ιδρύματα. Αξίζει να σημειωθεί πως το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) κατατάσσεται ανάμεσα στα 400 καλύτερα πανεπιστήμια παγκοσμίως και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) βρίσκεται μεταξύ των 200 κορυφαίων Πανεπιστημίων σε 5 από τα 39 θεματικά-επιστημονικά πεδία, στα οποία βαθμολογήθηκε.

Επιπλέον, σύμφωνα και με την κατάταξη της Webometrics, το ΑΠΘ κατατάσσεται στην θέση 248, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στην 270η θέση και το ΕΜΠ 371η θέση διεθνώς, μεταξύ των περίπου 20.000 ιδρυμάτων που εξετάστηκαν.
Η QS επισημαίνει ωστόσο πως δεν υφίσταται η δέουσα προβολή του έργου των Ελληνικών Πανεπιστημίων. Αυτό συμβαίνει παρόλο που το ΕΜΠ, σε ότι αφορά στις ετεροαναφορές ανά επιστημονικό έργο, στον αντίκτυπο δηλαδή και την αναγνωσιμότητα που έχει ένα ΑΕΙ, λαμβάνει την 136η θέση επί των 150 κορυφαίων Πανεπιστημίων. Τα Πανεπιστήμια Πατρών και Κρήτης, στην ίδια κατηγορία, ανήκουν στα κορυφαία 300 ιδρύματα διεθνώς.

Παρόλη την καλή κατάταξη των Ελληνικών Πανεπιστημίων, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά δεν κατάφεραν να βελτιώσουν την θέση τους, αντιθέτως, σημειώνουν πτώση. Η πτώση οφείλεται στην αδυναμία τους να προσεγγίσουν νέους ερευνητές από το εξωτερικό, ενώ στα 5 εκ των 6 πανεπιστημίων που κατατάσσονται στον πίνακα της QS, σημειώθηκε μείωση στην κατάταξη της αναλογίας διεθνών καθηγητών.

Στην Ελλάδα δαπανάται περίπου το 1,25% του ΑΕΠ για την έρευνα και την ανάπτυξη, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κυμαίνεται στο 2%. Συνεπώς, τα Ελληνικά ιδρύματα αδυνατούν να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους πόρους για την προσέλκυση διεθνών ερευνητών και για την διεξαγωγή σημαντικών ερευνητικών προγραμμάτων.

Όπως διαπιστώνεται από τους ερευνητές της QS, το ύψος της επένδυσης και της χρηματοδότησης για την έρευνα, καθορίζουν και την πρόοδο των Πανεπιστημίων. Συνεπώς, η υποχρηματοδότηση των Ελληνικών Πανεπιστημίων αδικεί το επιστημονικό έργο, αλλά και τις δυνατότητες αναβάθμισής του, την οποία είναι σε θέση να πετύχει το επιστημονικό και ακαδημαϊκό προσωπικό της Χώρας.

Κατόπιν τούτων ερωτάται ο κ. Υπουργός:

1. Με ποιό τρόπο και με ποιές ενέργειες σκοπεύετε να αναβαθμίσετε την ποιότητα των Ελληνικών ΑΕΙ, ώστε να έχουν την δυνατότητα και τα εργαλεία να αναπτύξουν το επιστημονικό τους έργο και να το προβάλλουν στην διεθνή επιστημονική κοινότητα;

2. Πως προτίθεστε να προωθήσετε την έρευνα και την ανάπτυξη στην Χώρα μας, ώστε να αναδειχθεί η ποιότητα της Ελληνικής πανεπιστημιακής κοινότητας;

3. Έχετε σχέδιο αύξησης της χρηματοδότησης για την έρευνα και την ανάπτυξη, ώστε να δαπανώνται περισσότερα από 1,25 % του ΑΕΠ και να πλησιάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πότε προτίθεστε να το υλοποιήσετε;

Η Ερωτώσα Βουλευτής

Κατερίνα Παπακώστα- Σιδηροπούλου Αθήνα, 22 Ιουνίου 2017
Βουλευτής Β’ Αθηνών