Ειδικά μαθήματα: Πρόταση επιστημονικού φορέα εκπαιδευτικών Γερμανικής

«Επισημάνσεις του επιστημονικού φορέα των εκπαιδευτικών Γερμανικής Γλώσσας σχετικά με την εισήγηση του Ε.Ο.Ε. προς τα τμήματα των ΑΕΙ και ΑΤΕΙ για μεταβολή ή και τυχόν κατάργηση της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων»

Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,

Σε συνέχεια προσεκτικής μελέτης της υπ’ αριθ. 443/21.10.2015 επιστολής σας με τίτλο: «Διερεύνηση για τυχόν αλλαγές στην εξέταση των ειδικών μαθημάτων» και αποδέκτες τους Προέδρους Τμημάτων των Πανεπιστημίων και ΑΤΕΙ της χώρας, στην οποία εισηγείστε μεταβολή ή και τυχόν κατάργηση της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων, θα θέλαμε να θέσουμε υπόψη σας δια της παρούσης τις επισημάνσεις του επιστημονικού φορέα των εκπαιδευτικών Γερμανικής Γλώσσας αναφορικά με τους λόγους που επικαλείται ο Ε.Ο.Ε. προκειμένου να στοιχειοθετήσει την αναγκαιότητα υλοποίησης τυχόν αλλαγών από τις πανελλαδικές εξετάσεις του 2017, καθώς το μάθημα των Γερμανικών συγκαταλέγεται στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα ειδικά μαθήματα και κάθε σχεδιαζόμενη μεταβολή επηρεάζει άμεσα και το γνωστικό αντικείμενο της Γερμανικής Γλώσσας.

Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένη τη θετική μας στάση απέναντι σε όποιες θεσμικές προτάσεις θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη διαδικασία πραγματικής βελτίωσης των διαδικασιών εξετάσεων, εκφράζουμε τον έντονο προβληματισμό και βεβαίως την αντίθεσή μας στην πρόταση κατάργησης της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων, πολύ περισσότερο μάλιστα δια της επίκλησης λόγων, οι οποίοι σε καμία περίπτωση δεν συνηγορούν στην ανάγκη κατάργησης της εξέτασής τους, αλλά αντίθετα στην ανάγκη άρσης των όποιων υφιστάμενων προβλημάτων, τα οποία είναι γνωστό ότι συνδέονται άρρηκτα με τα χρόνια προβλήματα και τις αγκυλώσεις στον χώρο της εκπαίδευσης, ειδικά δε στο κομμάτι που αφορά στον τρόπο που ασκείται η Ξενόγλωσση Εκπαιδευτική Πολιτική στην χώρα μας.

Με γνώμονα την ως άνω θέση μας και εξετάζοντας τους αναφερόμενους από τον Ε.Ο.Ε. λόγους κατάργησης της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων, οι οποίοι συνοπτικά αφορούν:

  • Την πολυπλοκότητα και παρατεταμένη χρονική διάρκεια των Πανελλαδικών Εξετάσεων σε συνδυασμό με την ανάγκη μετακίνησης πολλών υποψηφίων απομακρυσμένων περιοχών, 2) Το χαμηλό ή υψηλό ή αναντίστοιχο επίπεδο της εξέτασης, 3) Την αναγκαιότητα εξωσχολικής προετοιμασίας των υποψηφίων λόγω μη διδασκαλίας των ειδικών μαθημάτων και του επιπέδου εξέτασής τους στα δημόσια σχολεία, 4) Την δυνατότητα εισαγωγής των υποψηφίων στα τμήματα επιλογής τους ακόμα και με πολλή χαμηλή βαθμολογία, λόγω ευνοϊκής πριμοδότησης τους σε περίπτωση επιτυχούς εξέτασης στα ειδικά μαθήματα, 5) Την κατοχή αναγνωρισμένων πιστοποιητικών γλωσσομάθειας από την πλειονότητα των υποψηφίων για τα τμήματα των Ξένων Φιλολογιών και την δυνατότητα μοριοδότησης αυτών για την εισαγωγή στα εν λόγω τμήματα, θα θέλαμε να επισημάνουμε τα εξής:
  • Η πολυπλοκότητα και παρατεταμένη διάρκεια των Πανελλαδικών Εξετάσεων όπως άλλωστε και των ενδοσχολικών εξετάσεων στη χώρα μας είναι παράγοντες που επιβαρύνουν το σύνολο των υποψηφίων και συνιστούν ένα θέμα που έχει συχνά αποτελέσει αντικείμενο κριτικής και έντονων συζητήσεων μεταξύ των ειδικών, χωρίς ωστόσο να αμφισβητηθεί ποτέ η ανάγκη εξέτασης των υποψηφίων στα γνωστικά αντικείμενα που διδάσκονται και επιθυμούν να σπουδάσουν ή πολύ περισσότερο να τεθεί θέμα επιλεκτικής κατάργησής τους. Η πρόταση μάλιστα για κατάργηση της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων στο πλαίσιο των Πανελλαδικών Εξετάσεων κρίνεται ως ιδιαιτέρως άστοχη, με δεδομένο αφενός μεν ότι αποτελούν μαθήματα αυξημένης βαρύτητας για την εισαγωγή στα Τμήματα και τις Σχολές όπου απαιτείται η εξέτασή τους και αφετέρου ότι η κατάργηση της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων και μόνον δεν οδηγεί στη θεραπεία του προβλήματος της παρατεταμένης διάρκειας των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Η ανάγκη τέλος της (εφάπαξ) μετακίνησης των υποψηφίων απομακρυσμένων περιοχών προς τα εξεταστικά κέντρα επίσης δεν συνιστά πειστικό λόγο κατάργησης της εξέτασης των ειδικών μαθημάτων, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι οι υποψήφιοι δεν απαλλάσσονται αυτής της επιβάρυνσης ούτε και στην περίπτωση της προτεινόμενης κατάργησης της εξέτασης στο ειδικό μάθημα των ξένων γλωσσών και της αντικατάστασής της από αναγνωρισμένα πιστοποιητικά γλωσσομάθειας, αφού για τη συμμετοχή τους σε εξετάσεις πιστοποίησης γλωσσομάθειας απαιτείται επίσης μετακίνησή τους, όπως βέβαια και για τη συμμετοχή τους στις Πανελλαδικές Εξετάσεις εν συνόλω.
  • Αρμόδια για τον καθορισμό των εξεταζόμενων θεμάτων και του επιπέδου δυσκολίας τόσο των ειδικών όσο και όλων των άλλων μαθημάτων είναι τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Πανελλαδικών Εξετάσεων (ΚΕΕ), τα οποία και μεριμνούν για την καταλληλότητα και τη διασφάλιση της βέλτιστης δυνατής εγκυρότητας, ποιότητας και αρτιότητας των προς εξέταση θεμάτων.
  • Το ειδικό μάθημα της Γερμανικής γλώσσας συγκαταλέγεται στα μαθήματα που διδάσκονται στο Δημόσιο Σχολείο και μάλιστα από την Ε’ τάξη Δημοτικού Σχολείου. Το γεγονός της μη κατάκτησης του επιθυμητού επίπεδου γνώσης βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με τις δυσχερείς συνθήκες διδασκαλίας της ξένης γλώσσας, ως αποτέλεσμα των εφαρμοζόμενων πολιτικών στο θέμα της Ξενόγλωσσης Εκπαιδευτικής Πολιτικής στη δημόσια εκπαίδευση. Το φαινόμενο της καταφυγής στην εξωσχολική προετοιμασία από την άλλη, αποτελεί μια λυπηρή πραγματικότητα για τα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα, την οποία ωστόσο επιλέγει η πλειονότητα των μαθητών τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών σχολείων και αφορά στο σύνολο των μαθημάτων που διδάσκονται σε αυτά και όχι ειδικά το μάθημα της ξένης γλώσσας. Η μόνη απάντηση για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού ως προς τις ξένες γλώσσες αποτελεί η άμεση αναμόρφωση της διδασκαλίας τους βάση των προτάσεων που επί σειρά ετών καταθέτουν οι επιστημονικές ενώσεις και η σύνδεση με το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας (ΚΠγ), ενώ αναφορικά με τις εξετάσεις των ξένων γλωσσών ως ειδικά μαθήματα στο πλαίσιο των Πανελλαδικών Εξετάσεων, ο επιστημονικός φορέας των καθηγητών Γερμανικής Γλώσσας προτείνει τη θεσμοθέτηση ειδικών προπαρασκευαστικών τμημάτων (Leistungskurse) στο Λύκειο, με αντικείμενο την εντατική διδασκαλία της γερμανικής γλώσσας ως μαθήματος αυξημένης βαρύτητας (Leistungsfach) κατά τα πρότυπα των αντίστοιχων εξετάσεων στη Γερμανία (Abitur).
  • Είναι εύλογη η πριμοδότηση των ειδικών μαθημάτων με παραπάνω μόρια, καθώς αποτελούν τα μαθήματα αυξημένης βαρύτητας με αυξημένο αντίστοιχα συντελεστή. Το γεγονός των χαμηλών επιδόσεων στα κύρια μαθήματα αποτελεί ένα εκτεταμένο φαινόμενο των τελευταίων ειδικά ετών, που δεν αφορά αποκλειστικά τα Τμήματα ή τις Σχολές για τις οποίες απαιτείται η εξέταση σε ειδικά μαθήματα, ενώ είναι σαφές ότι χρήζει αντιμετώπισης, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να εστιάζεται στην κατάργηση των εξετάσεων στα όποια γνωστικά αντικείμενα.
  • Η πρόταση για κατάργηση της εξέτασης στο ειδικό μάθημα των ξένων γλωσσών με το επιχείρημα της κατοχής από μέρους των υποψηφίων αναγνωρισμένων πιστοποιητικών γλωσσομάθειας κρίνεται ως το λιγότερο ατυχής, καθώς:
  1. Δεν θα πρέπει να ταυτίζεται η κατοχή αναγνωρισμένου πιστοποιητικού γλωσσομάθειας με τις εξετάσεις εισαγωγής σε πανεπιστημιακές σχολές. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα πανεπιστήμια του εξωτερικού υποβάλλουν τους υποψήφιους φοιτητές τους σε εξειδικευμένες γλωσσικές εξετάσεις ακόμα και στην περίπτωση που κατέχουν πιστοποιητικά γλωσσομάθειας επιπέδου Γ2 του Ενιαίου Πλαισίου Αναφοράς των Ξένων Γλωσσών.
  2. Η κατοχή πιστοποιητικών γλωσσομάθειας δεν μπορεί να αποτελεί προαπαιτούμενο για την εισαγωγή σε Τμήματα ή Σχολές του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου, ειδικά δε από τη στιγμή που δεν έχει θεσμοθετηθεί, ως όφειλε, η δυνατότητα κτήσης αναγνωρισμένου πιστοποιητικού γλωσσομάθειας (ΚΠγ) μέσα από τις δομές του δημόσιου σχολείου.
  3. Δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη η κατοχή αναγνωρισμένων πιστοποιητικών γλωσσομάθειας από την πλειονότητα σχεδόν των υποψηφίων, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν υποψήφιοι που για λόγους καταγωγής, παραμονής στο εξωτερικό ή φοίτησης σε ξενόγλωσσα ιδιωτικά σχολεία μιλούν μια ξένη γλώσσα σε επίπεδο μητρικής χωρίς να διαθέτουν αντίστοιχο πιστοποιητικό γλωσσομάθειας.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι μια ενδεχόμενη κατάργηση της εξέτασης του ειδικού μαθήματος της ξένης γλώσσας θα αποτελέσει μια ακόμα καταστρατήγηση της δέσμευσης που έχει αναλάβει η ελληνική Πολιτεία στην εφαρμογή της Πολιτικής Προαγωγής της Πολυγλωσσίας που ασκεί η Ευρωπαϊκή Ένωση (Κοινοτική Οδηγία 1+2), στόχος από τον οποίο φαίνεται να απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο λόγω των προβλημάτων και δυστοκιών που καταγράφονται αναφορικά με τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών σε όλες τις βαθμίδες της Δημόσιας Εκπαίδευσης της χώρας μας.

Τέλος, τονίζουμε ότι βρισκόμαστε πάντα στη διάθεση όλων των εμπλεκόμενων φορέων προκειμένου να συμβάλλουμε στο δημόσιο διάλογο για τη διαμόρφωση μιας πρόσφορης λύσης επί του θέματος.

Με εκτίμηση

Για το Διοικητικό Συμβούλιο

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΤΙΛΕ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΜΠΕΤΙΝΑ ΑΛΒΙΝΑ ΓΚΡΙΤΖΑΛΙΩΤΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ