Η ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ για τον νόμο Μπαλτά – Κουράκη δεν έχει αποδοθεί ακόμη στο υπουργείο Παιδείας

Μόνο… σημειώσεις έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Παιδείας για την ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη διαδικασία επιλογής διευθυντών σχολικών μονάδων (βάσει του νόμου Μπαλτά – Κουράκη). Η απόδοσή της δεν είχε γίνει μέχρι χθες.

Ωστόσο, ο μηχανισμός του υπουργείου εργάζεται προκειμένου να βρει αφενός τη θεσμική φόρμουλα για τις νέες κρίσεις που αναμένονται το καλοκαίρι, αφετέρου τον διορισμό ως “υπηρεσιακών” των υπαρχόντων διευθυντών. Για την ώρα οι μόνες αντικαταστάσεις εξετάζεται να αφορούν σε όσους διευθυντές αποκλείστηκαν στις προ διετίας κρίσεις και πλέον προσφεύγουν στα διοικητικά δικαστήρια.

“Έχουμε μία δύσκολη απόφαση από το ΣτΕ, που αφορά την εκλογή των διευθυντών στα σχολεία, έχουμε μία απόφαση, που στην ουσία μάς κόβει τα πόδια, όμως σας διαβεβαιώνω ότι θα την αντιμετωπίσουμε με απόλυτο και δημοκρατικό τρόπο” τόνισε ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου από την περιοδεία του στη Φλώρινα προχθές. Κατά τις πληροφορίες, η μυστική ψηφοφορία φέρεται να αποκλείεται από τα σενάρια που εξετάζονται.

Υπενθυμίζεται ότι εναντίον της διαδικασίας της ψηφοφορίας που προέβλεπε ο νόμος Μπαλτά – Κουράκη είχαν προσφύγει στο ΣτΕ η Πανελλήνια Ένωση Διευθυντών Εκπαίδευσης και 57 διευθυντές σχολείων. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον επίμαχο Νόμο 4327/2015 ρυθμίζεται και η επιλογή των διευθυντών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η διαδικασία της ψηφοφορίας αντίκειται στις συνταγματικές αρχές «της ισότητας, της αξιοκρατίας και της ελεύθερης προσβάσεως και σταδιοδρομίας κάθε Έλληνα στις δημόσιες θέσεις κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας», αιτιολογώντας ότι ανατίθεται «η αρμοδιότητα επιλογής στον Σύλλογο Διδασκόντων, στον οποίο μετέχουν (αδιακρίτως) όλοι οι υπηρετούντες στην οικεία σχολική μονάδα μόνιμοι και αναπληρωματικοί εκπαιδευτικοί και με τη διαδικασία της μυστικής ψηφοφορίας».

Οι σύμβουλοι της Επικρατείας προκρίνουν ότι η διοίκηση των σχολικών μονάδων πρέπει «να αναδεικνύεται από κατάλληλο όργανο που συγκροτείται και λειτουργεί με εχέγγυα αξιοκρατίας, αμεροληψίας και αντικειμενικότητας (όπως είναι τα καθιερωμένα υπηρεσιακά συμβούλια διοίκησης) και με διαφανή και αντικειμενική διαδικασία, κατάλληλη για τη διασφάλιση της ενιαίας και ομοιόμορφης εφαρμογής των οριζομένων κριτηρίων και στο πλαίσιο της ιεραρχικής δομής της υπηρεσίας».