«Πράσινο φως» για να γίνει ευκολότερη η απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία, χωρίς να παραβιάζονται τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα τους και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις (των ιδίων ή των γονέων τους), είναι έτοιμη να ανάψει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (ΑΠΠΔ).

Οι λόγοι συνείδησης και η… κατάχρηση Σε διδακτικό επίπεδο, από διάφορους κύκλους υποστηριζόταν ότι γίνεται κατάχρηση της δυνατότητας απαλλαγής από το μάθημα, γιατί δεν σχετίζεται με συνειδησιακούς λόγους.

Οι λόγοι συνείδησης και η… κατάχρηση

Σε διδακτικό επίπεδο, από διάφορους κύκλους υποστηριζόταν ότι γίνεται κατάχρηση της δυνατότητας απαλλαγής από το μάθημα, γιατί δεν σχετίζεται με συνειδησιακούς λόγους, αλλά επειδή στόχος των παιδιών και των γονέων τους είναι να έχουν ένα μάθημα λιγότερο για διάβασμα, ώστε να επικεντρώνονται σε εκείνα που τους ενδιαφέρουν άμεσα.

Μετά από απόφαση που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή, «τρίζει» η πρόσφατη εγκύκλιος που έβγαλε το υπουργείο Παιδείας στις 23 Ιανουαρίου (δύο ημέρες πριν από τις εκλογές) σχετικά με τις προϋποθέσεις για την απαλλαγή από τα Θρησκευτικά, ενώ παράλληλα τίθεται ζήτημα νομιμότητας και για τις προγενέστερες σχετικές εγκυκλίους των προηγούμενων ετών, καθώς οδηγούσαν σε παραβίαση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Στην πράξη, ανοίγει ο δρόμος για να ανατραπούν ως μη νόμιμες διάφορες εγκύκλιοι του υπουργείου Παιδείας, που έθεσαν κατά καιρούς ως προϋπόθεση για να απαλλαγεί ένας μαθητής είτε να αποκαλύπτει το θρήσκευμά του είτε να δηλώνει ρητά ότι δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος, δίνοντας παράλληλα και δικαίωμα ελέγχου της τεκμηρίωσης των λόγων απαλλαγής (άρα του θρησκεύματος). Αντίθετα, η Αρχή επισημαίνει ότι οι γονείς (ή κηδεμόνες) που επιθυμούν τα παιδιά τους να απαλλαγούν από τα Θρησκευτικά (ή οι ίδιοι οι μαθητές εφόσον είναι ενήλικοι) «πρέπει να μπορούν να ασκούν το δικαίωμά τους αυτό, κατ’ επίκληση των πεποιθήσεών τους και χωρίς να προβαίνουν σε καμία περαιτέρω διευκρίνιση αν είναι άθρησκοι, ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι». Παράλληλα η ΑΠΠΔ θέτει και ένα δεύτερο ζήτημα νομιμότητας όλων των επίμαχων εγκυκλίων, καθώς δεν φαίνεται να στηρίζονται σε κάποια συγκεκριμένη εξουσιοδότηση νόμου, ενώ ταυτόχρονα δεν έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μολονότι προβλέπουν κανόνες δικαίου (με συνέπεια, κατά νομικούς κύκλους, να μπορούν να θεωρηθούν ανυπόστατες και ανεφάρμοστες).

Εν όψει όλων αυτών των διαπιστώσεων, η ΑΠΠΔ αποφάσισε να παραπέμψει στην ολομέλειά της το ζήτημα της απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών ως «μείζονος σημασίας», προκειμένου να εκδώσει απόφαση «μπούσουλα», ώστε να προσδιοριστούν μια και καλή οι προϋποθέσεις γύρω από το ακανθώδες αυτό ζήτημα, που έχει προκαλέσει αρκετές αντιπαραθέσεις και διαφωνίες στη σχολική κοινότητα αλλά και παρεμβάσεις εκκλησιαστικών, διδακτικών και άλλων κοινωνικών φορέων και παραγόντων.

Καταγγελίες γονέων
Το θέμα έφθασε στην ΑΠΠΔ, ύστερα από καταγγελίες γονέων για παράνομη και αυθαίρετη άρνηση των αρμοδίων σχολικών οργάνων να εγκρίνουν το αίτημα μαθητών για απαλλαγή από τα Θρησκευτικά, αλλά και κατόπιν προσφυγής που έχει υποβάλει για το ίδιο ζήτημα η Ενωση Αθέων προσβάλλοντας την τελευταία εγκύκλιο, όπως και προγενέστερες ως αντισυνταγματική και παράνομη. Κι αυτό γιατί αξιώνει την αποκάλυψη ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων (όπως είναι η αρνητική δήλωση θρησκεύματος) ως όρο για να χορηγηθεί η απαλλαγή. Σε σχετικές αναφορές γονέων, αλλά και της Ενωσης, καταγγέλλονται επίσης διάφορα γραφειοκρατικά προσκόμματα και περιορισμοί του δικαιώματος προς απαλλαγή, κραυγαλέες αυθαιρεσίες των αρμοδίων, συντεχνιακά συμφέροντα των θεολόγων, καταταλαιπώρηση γονέων και μαθητών, που είδαν να ολοκληρώνεται η σχολική χρονιά τους, χωρίς να έχουν θετική ή τελική απάντηση στο αίτημά τους.

Σε παλαιότερες εγκυκλίους του υπουργείου Παιδείας είχε τεθεί ως προϋπόθεση απαλλαγής η υποχρεωτική δήλωση του θρησκεύματος που πρεσβεύει έκαστος (γονέας ή μαθητής). Το γεγονός αυτό είχε προκαλέσει την παρέμβαση της ΑΠΠΔ αλλά και του Συνηγόρου του Πολίτη (ΣτΠ), που έθεσαν ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας και προσωπικών δεδομένων.

Η συμμόρφωση προς τις παρεμβάσεις και οδηγίες τους έγινε για ένα μικρό μόνο διάστημα και τα συνταγματικά ζητήματα παρέμειναν «ανοικτά» και μετά την αλλαγή των προϋποθέσεων περί απαλλαγής, παρόλο που και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) επέκρινε τις προϋποθέσεις που οδηγούσαν σε άμεση ή έμμεση αποκάλυψη θρησκευτικών πεποιθήσεων.

Στη βασική υπόθεση που απασχόλησε την ΑΠΠΔ, δύο γονείς ζήτησαν τον περασμένο Σεπτέμβριο να απαλλαγεί από τα Θρησκευτικά ο γιος τους, μαθητής της Α’ τάξης Λυκείου, για λόγους θρησκευτικής συνείδησης.

Ο αρμόδιος διευθυντής του Γενικού Λυκείου (ΓΕΛ) της περιφέρειας Β’ Αθηνών απέρριψε το αίτημα, αρχικά προφορικά και ύστερα από μερικές εβδομάδες και εγγράφως, επικαλούμενος την εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας. Η μητέρα προσέφυγε στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που ακύρωσε την απάντηση του διευθυντή λόγω έλλειψης αιτιολογίας, ξαναστέλνοντάς του την υπόθεση για νέα νόμιμη κρίση. Εκείνος επέμεινε στην απορριπτική του θέση, επικαλούμενος ότι στο απολυτήριο του γυμνασίου αναγραφόταν ως θρήσκευμα του μαθητή «Χριστιανός Ορθόδοξος» (σημειώνεται ότι η ΑΠΠΔ από το 2002 έχει κρίνει παράνομη την αναγραφή του θρησκεύματος στους απολυτήριους τίτλους, γιατί δεν έχει καμία σχέση με την επίδοση και διαγωγή του μαθητή η αποκάλυψη των θρησκευτικών του πεποιθήσεων).

Ακολούθησε νέα ιεραρχική προσφυγή της μητέρας, που έγινε εν μέρει δεκτή, γιατί ο διευθυντής έλαβε υπόψη του την αναφορά στο απολυτήριο γυμνασίου ότι ο μαθητής είναι χριστιανός ορθόδοξος, παρά την αντίθετη νεότερη δήλωση των γονέων του. Ωστόσο, για να δοθεί η απαλλαγή από τα Θρησκευτικά, ζητήθηκε από τη μητέρα να υποβάλει ρητή αναφορά ότι ο γιος της δεν είναι ορθόδοξος χριστιανός, όπως ζητά και η νέα εγκύκλιος.

Η μητέρα προσέφυγε στην ΑΠΠΔ καταγγέλλοντας ότι η Διεύθυνση του σχολείου ζητά παρανόμως τη συλλογή ενός ευαίσθητου προσωπικού δεδομένου και επιδιώκοντας να ληφθούν όλες οι ενδεδειγμένες ενέργειες για την αποκατάσταση της νομιμότητας.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ