Δεν υφίσταται περιθώριο για τον σχεδιασμό νέων σχολών, πριν να εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία των υφιστάμενων, διαφορετικά οι νέες σχολές θα κληθούν να μοιρασθούν τους ήδη πενιχρούς πόρους. Αυτό υποστηρίζουν σε κοινή ανακοίνωσή τους οι κοσμητείες της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με αφορμή τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού και του υπουργού Παιδείας για την ίδρυση νέας νομικής σχολής.

Σε ψήφισμά τους εκφράζουν τη λύπη τους για το γεγονός ότι, ενώ η κυβέρνηση αρνείται να προκηρύξει θέσεις ΔΕΠ στις υπάρχουσες Σχολές, με αποτέλεσμα την αποψίλωσή τους και ταυτόχρονα μειώνει τη χρηματοδότησή τους, επικαλούμενη έλλειψη χρημάτων, την ίδια στιγμή ανακοινώνει την ίδρυση μιας νέας νομικής σχολής για τη στοιχειωδώς αξιοπρεπή συγκρότηση της οποίας θα χρειαστούν πολλαπλάσιες δαπάνες.

«Εάν η πολιτεία ενδιαφέρεται για τη βελτίωση των συνθηκών της έρευνας και της διδασκαλίας, κρίνει δε ότι υφίσταται σχετική δημοσιονομική δυνατότητα, επιβάλλεται να μεριμνήσει αμέσως ώστε να αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία των υφιστάμενων σχολών και ενδεικτικώς: να επανέλθει κανονικότητα στις προσλήψεις νέου διδακτικού προσωπικού στις υποστελεχωμένες και διαρκώς αποψιλούμενες από προσωπικό –τόσο διδακτικό όσο και διοικητικό- νομικές σχολές, να διασφαλισθούν οι πόροι για τις βασικές τους ανάγκες, όπως η ενημέρωση των βιβλιοθηκών τους, η καθαριότητα και η φύλαξη, να εξασφαλισθεί η νομιμότητα στο περιβάλλον των σχολών και να θεσπισθεί λειτουργικό πλαίσιο που θα κατοχυρώνει την εξωστρέφεια και την αυτονομία τους» αναφέρεται στο ψήφισμα.

Εξάλλου, επισημαίνεται ότι οι νομικές σχολές του ΕΚΠΑ και του ΑΠΘ, διακρίθηκαν και διακρίνονται για το εκπαιδευτικό και το ερευνητικό τους έργο σε διεθνές επίπεδο, παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται και την έλλειψη ουσιαστικής υποστήριξης τους από την πλευρά της πολιτείας.