Το 1/3 των μαθητών δεν διδάχθηκε φέτος τη δεύτερη ξένη γλώσσα της επιλογής του. Σύμφωνα με εκπαιδευτικούς ξένων γλωσσών αλλά και γονείς, οι περσινές αλχημείες του Νίκου Φίλη στο Γυμνάσιο σφραγίζονται φέτος και στο Δημοτικό από τη νέα Υπουργική Απόφαση που αφορά τη , καταγγέλλοντας ότι μόνο επιλογή δεν είναι για τους μαθητές, καθώς εξαναγκάζονται να διδαχθούν αυτό που επιλέγει η πλειοψηφία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η Υπουργική Απόφαση πάει ένα βήμα παραπέρα, σημειώνοντας ότι σε περιπτώσεις ισοψηφίας διδάσκεται η ξένη γλώσσα για την οποία υπάρχει διαθέσιμος εκπαιδευτικός!

ΕΛΠΙΔΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ

Ειδικότερα, πριν από κάποιες εβδομάδες εκδόθηκε Υπουργική Απόφαση με οδηγίες για τους μαθητές της Δ’ Δημοτικού. Η δεύτερη ξένη γλώσσα διδάσκεται για πρώτη φορά στην Ε’ Δημοτικού και η επιλογή του μαθητή τον ακολουθεί μέχρι και την Γ’ Γυμνασίου. Σύμφωνα με το σκεπτικό του υπουργείου Παιδείας, η «δεσμευτική» επιλογή στοχεύει στη συνέχεια στη μάθηση της γλώσσας. Μάλιστα στην απόφαση υπάρχει και μία σειρά οδηγιών προς τα σχολεία για τη συγκρότηση τμημάτων με στόχο την εξοικονόμηση προσωπικού, εις βάρος βέβαια της επιλογής των παιδιών.

Μπάχαλο με τα τμήματα

Μπορεί οι επιλογές για δεύτερη ξένη γλώσσα να είναι πολλές (σ.σ. προβλέπεται και η ιταλική γλώσσα), όμως οι εκπαιδευτικοί δεν περισσεύουν για το υπουργείο Παιδείας. Γι’ αυτό και οι οδηγίες που έχουν στείλει στα σχολεία έχουν φέρει πολλούς γονείς στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, καθώς άλλη γλώσσα δηλώνουν στην αίτηση κι άλλη καταλήγει να διδάσκεται ο μαθητής για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Ειδικότερα, στην Υπουργική Απόφαση ορίζεται:

-Στα Γυμνάσια με μόλις ένα τμήμα, οι μαθητές διδάσκονται τη γλώσσα που πλειοψηφεί.

-Στην περίπτωση που ο αριθμός αιτήσεων είναι ίσος για γαλλικά και γερμανικά, διδάσκεται αυτή για την οποία υπάρχουν διαθέσιμες διδακτικές ώρες στην οικεία Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

-Ενα ακόμα ζήτημα που έχει ξεσηκώσει τους γονείς είναι ο περιορισμός στη δημιουργία τμημάτων. Ειδικότερα, τα τμήματα ξένης γλώσσας θα πρέπει να είναι ίσα με τα τμήματα γενικής παιδείας. Αν λοιπόν ένα σχολείο έχει δύο τμήματα με μαθητές, στην περίπτωση που οι μαθητές χωριστούν σε τρεις ομάδες (δύο τμήματα γερμανικών κι ένα γαλλικών π.χ.), αναγκαστικά η μειοψηφία δεν θα μπορέσει να παρακολουθήσει τη γλώσσα επιλογής της.

-Μία ακόμα οδηγία, στην ίδια φιλοσοφία με τις παραπάνω, ορίζει ότι αν μέχρι την 1η Οκτώβρη δεν έχει τοποθετηθεί εκπαιδευτικός για να διδάξει τη ξένη γλώσσα που επιλέχθηκε από τους μαθητές, τότε αναλαμβάνει και πάλι η Διεύθυνση Εκπαίδευσης, για να στείλει όποιον εκπαιδευτικό περισσεύει.

-Τέλος, το ζήτημα του Γυμνασίου κρίνεται από γονείς και εκπαιδευτικούς ως το μεγαλύτερο μπάχαλο που θα προκύψει. Ο μαθητής της φετινής Στ’ Δημοτικού που θα αποφοιτήσει από το Δημοτικό θα λάβει έγγραφη βεβαίωση για την ξένη γλώσσα που διδάχθηκε από το διευθυντή του σχολείου. Κατά την εγγραφή του στο Γυμνάσιο, υπάρχει έντονος προβληματισμός για το τι θα γίνει με την επιλογή δεύτερης ξένης γλώσσας. Ουσιαστικά, οι γονείς σημειώνουν ότι η «συνέχεια στη μάθηση και της διδασκαλίας» που ευαγγελίζεται το υπουργείο Παιδείας θα ακυρωθεί, καθώς στο Γυμνάσιο -και πάλι- θα επικρατήσει η πλειοψηφία των μαθητών και θα βρεθούν παιδιά να διδάσκονται άλλη ξένη γλώσσα από αυτή που διδάχθηκαν στο Δημοτικό.

Αντιδράσεις γονέων

Δέκτης δεκάδων επιστολών και παραπόνων έχει γίνει ακόμα μία φορά το υπουργείο Παιδείας, με συλλόγους και ενώσεις γονέων από σχολικά συγκροτήματα αλλά και σε επίπεδο δήμων και δημοτικών κοινοτήτων να ζητούν την άμεση ανάκληση της Υπουργικής Απόφασης. Μάλιστα, στις τοποθετήσεις του Κώστα Γαβρόγλου για πιστοποίηση ξένης γλώσσας εντός του σχολείου, οι γονείς σημειώνουν ότι με τη νέα Υπουργική Απόφαση ακυρώνεται οποιαδήποτε τέτοια πρόθεση. Οπως είναι φυσικό, στα αιτήματά τους τίθεται και η ανατροπή του προγραμματισμού τους. «Το υπουργείο Παιδείας ανατρέπει για πολλοστή φορά τον οικογενειακό προγραμματισμό αναφορικά με την επιθυμητή επιλογή της εκάστοτε β’ ξένης γλώσσας και πλήττει καίρια τον οικονομικό προϋπολογισμό των γονέων, αφού τους ωθεί υποχρεωτικά στην ιδιωτική ξενόγλωσση εκπαίδευση, αδιαφορώντας για τις δυσμενέστατες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που αυτοί βιώνουν», σημειώνουν στις επιστολές τους.

Από την έντυπη έκδοση του