Το ιστολόγιό μας όπως θα έχετε καταλάβει έχει ιδιαίτερη αδυναμία στον Παπαδιαμάντη!

Ιδού άλλα δύο κείμενα για τον κυρ Αλέξανδρο…

1. Στέλιος Κούκος
Ναι, ο κύριος Παπαδιαμάντης! Αλλά πώς προέκυψε αυτό τώρα; Καταρχήν πρέπει να ομολογήσουμε, ξανά, πως δεν πάμε εμείς στον Παπαδιαμάντη αλλά αυτός έρχεται σ’ εμάς. Και τέτοιες μέρες μάς έρχεται ολόκληρος, αφού έχει παρεισφρήσει ολόκληρος μέσα στις γιορτές. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως οι γιορτές είναι το μοναδικό του καταφύγιο. Αλλά δεν θα συμφωνήσω. Δεν είναι μόνον αυτό ο μέγας Παπαδιαμάντης. Είναι πολλά πράγματα ο Μεγαλέξανδρος του νεοελληνικού μας βίου και γι’ αυτό και μας απασχολεί συνεχώς και αδιαλείπτως.
Ας πούμε, μπορούν να μην είναι επίκαιροι οι «Χαλασοχώρηδες», κάθε φορά που έρχονται εκλογές; Ή ακόμη όταν προκύπτουν άλλα κοινωνικά θέματα; Ο Παπαδιαμάντης έχοντας πιάσει την ουσία τους είναι ένα έκτακτος κοινωνιολόγος. Ο ίδιος μάλιστα έχει ζήσει μέσα στη στέρηση… «Κατ’ εκείνην την ημέρα συνέβη να είμαι πλούσιος, διότι είχα κατορθώσει, μετά πέντε εκλιπαρήσεις και μετά τέσσαρες αποπομπάς, να λάβω δεκαπέντε δραχμάς, απέναντι ογδοήκοντα οφειλομένων μοι δι’ αμοιβήν φιλολογικής εργασίας πέντε εβδομάδων». Έτσι μπορεί να γράφει: «η πλουτοκρατία… γεννά την αδικία, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρει σώματα και ψυχάς. Αύτη παράγει την κοινωνική σαπηδόνα. Αύτη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγείς…». «Ο Μαμμωνάς είναι ο διαρκής αντίχριστος». Παίζεται; Οπότε τι να του πουν οι ευαίσθητοι κοινωνικά επικριτές του, που έγραφαν ότι «συμβιβάστηκε με την νεοελληνική πισοδρόμηση»;
Αλλά και η γενιά του ’30 τον ήθελε ηθογράφο. Μα και ο ίδιος χαρακτηρίζει κάποια διηγήματά του ως ηθογραφίες. Ο Παπαδιαμάντης έχει το γνώθι σαυτόν. Πότε γράφει το ένα είδος και πότε το άλλο. Και ο λόγος είναι ότι ξέρει πάρα πολύ καλά την ξένη λογοτεχνία, τους ξένους συγγραφείς. Άλλωστε είναι και μεταφραστής τους. Μ’ αυτούς, από την άλλη, έχει να αντιπαλέψει όσον αφορά το πρωτότυπο έργο του. Και μάλιστα με την ίδια επίγνωση που λέει: «Αλλ’ εγώ σοι λέγω δεν ομοιάζω ούτε με τον Πόε, ούτε με τον Δίκενς, ούτε με τον Σαίξπηρ, ούτε με τον Βερανζέ. Ομοιάζω με τον εαυτό μου. Τούτο δεν αρκεί;». Θα αρκούσε ακόμη και να μοιάζει με κάποιον από αυτούς τους μεγάλους. Ή ακόμη και με τον Δοστογιέφσκι. Αυτούς τους γνωρίζει πολύ καλά. Φαίνεται… Αλλά στην ουσία μοιάζει με τον εαυτό του, κι αυτό αρκεί και περισσεύει. Και όχι μόνον αυτό, αφού καταφέρνει και να εκφράσει στη συνέχεια και έναν ολόκληρο λαό. Και ο Παπαδιαμάντης δεν αναφέρεται κατά τύχη σ’ αυτούς τους μεγάλους συγγραφείς…
Πρέπει όμως να πούμε πως ο Παπαδιαμάντης είναι κι αυτός ένας μεγάλος συγγραφέας. Έχει πραγματική στόφα συγγραφέα. Τα υπόλοιπα έπονται. Γι’ αυτό πείνασε. Για να είναι συγγραφέας. «Πενιχρός την αναβολήν, πτωχαλαζών τρέφων αλλοκότους ιδέας… Ασχολούμενος με έργα ουχί παραδεδεγμένης χρησιμότητος».
Παρ’ όλα αυτά άξιζε τον κόπο (τουλάχιστον για μας) να επιλέξει αυτόν τον κανόνα για ζωή του, αφού όπως είπε στη μητέρα του: «Εγώ θα γίνω συγγραφέας. Θα διαβάζω και θα γράφω». Και ακολουθεί το συγκλονιστικό: «Και άλλο τίποτα δεν μπορώ να κάνω». Νομίζω πως αυτό αποτελούσε καθαρή επίδραση από τη λογοτεχνική του συναναστροφή με τους ξένους συγγραφείς. Εξ ου και το πρώτο του ψευδώνυμο, «Μποέμ».
Αλλά όσοι έχουν διαβάσει το πολύ σημαντικό βιβλίο του Ράινερ Μαρία Ρίλκε «Γράμματα σε έναν νέο ποιητή» θα θυμούνται πολύ καλά πως ο ποιητής λέει στον επίδοξο νέο λογοτέχνη πως αν μπορεί να ζήσει χωρίς να γράφει, ευθύς το γράψιμο του είναι απαγορευμένο.
Αν ο Παπαδιαμάντης έκανε οτιδήποτε άλλο εκτός από το γράψιμο, θα ήταν δυστυχισμένος. Μα θα πείτε, πάλι δυστυχισμένος ήταν. Τουλάχιστον όμως με όλο του το είναι έκανε αυτό που αγαπούσε! Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι μερακλήδες γύρω μας;
Για τον λόγο αυτό δεν μ’ αρέσει τόσο η γνωστή φωτογραφία του, που τράβηξε ο Νιρβάνας, όσο μια άλλη, που ο πτωχός Παπαδιαμάντης είναι με το κοστούμι του, τη γραβάτα του και το παλτό του. Ένας πρώτης τάξεως κύριος! Μια φωτογραφία που θα μπορούσε να είναι δίπλα σ’ αυτές του Δίκενς, του Πόε, του Δοστογιέφσκι…
Πρώτη δημοσίευση εφημερίδα “Μακεδονία της Κυριακής”.
πηγή:

2. Ένα επίκαιρο διήγημα και μία εύστοχη θεατρική αναπαράσταση

Το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη “Ο Αμερικάνος” ήταν πάντα επίκαιρο για την ελληνική κοινωνία αφού θέμα του είναι η ξενιτιά και η επιστροφή στην πατρίδα
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Ο Αμερικάνος
Κάπα Εκδοτική
ISBN 978-618-5191-54-2
Τιμή 8.48 ευρώ
Γράφει ο Στέλιος Κούκος
Το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη “Ο Αμερικάνος” ήταν πάντα επίκαιρο για την ελληνική κοινωνία, αφού θέμα του είναι η ξενιτιά και η επιστροφή στην πατρίδα. Και σίγουρα στις μέρες μας, που το φαινόμενο της ξενιτιάς αλλά και της προσφυγιάς βρίσκονται σε έξαρση, το διήγημα αυτό μοιάζει να είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό και συγκινητικό. Αποκαλυπτικό με την έννοια της φανέρωσης της έντασης των ψυχικών καταστάσεων, τις οποίες ζει και βιώνει ο ξενιτεμένος, ο άνθρωπος που είναι αναγκασμένος να βρίσκεται μακριά από την πατρίδα και την οικογένειά του. Ουσιαστικά: τον κόσμο του.
Ο ξενιτεμένος, όπως και ο πρόσφυγας, δε φεύγει από την πατρίδα του γιατί θέλει να ζήσει κάπου όμορφα, αλλά γιατί είναι αδύνατον να ζήσει στον τόπο του. Οι αντικειμενικές συνθήκες τον οδηγούν να βρει αλλού την “τύχη” του. Η δική του πατρίδα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τον διώχνει. Και έτσι η φυγή του είναι αναπότρεπτη.
Η έκδοση του διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη “Αμερικάνος”, που πρωτοδημοσιεύτηκε τα Χριστούγεννα του 1891, αποτελεί καρπό της εμπνευσμένης θεατρικής μεταφοράς και απόδοσής του από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Θανάση Σαράντο. Η σειρά των θεατρικών αυτών παραστάσεων ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2009 και μέχρι σήμερα έχει παρουσιαστεί σε 25 πόλεις. Στη Θεσσαλονίκη παρουσιάστηκε ήδη τέσσερις φορές και μάλιστα τις δύο τελευταίες φορές με εξαιρετική επιτυχία, από πλευράς προσέλευσης κοινού.
Ο Θανάσης Σαράντος μεταφέρει στο κοινό με ιδιαίτερη σαφήνεια και ζωντάνια όλο τον παπαδιαμαντικό κόσμο του διηγήματος, τόσο του πρωταγωνιστή του έργου -Ιωάννην Ευσταθίου Μοθωνιό- αλλά και όλη την περιρρέουσαν ατμόσφαιρα της Σκιάθου, την οποίαν αποτελούν οι ιδιοκτήτες, οι υπάλληλοι και οι θαμώνες των καπηλειών -ανάμεσα σ’ αυτούς και καραβοκύρηδες του νησιού-, οι άντρες της νυκτερινής πολιτοφυλακής, τα παιδιά που ψέλνουν τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι, η “εύθυμος συντεχνία των τριών αχθοφόρων” που περιδιαβαίνει θορυβωδώς τα καπηλειά… Ξεχωριστή ενότητα, αλλά απόλυτα δεμένη και “ενσωματωμένη” στον όλον ψηφιδωτό κόσμο του νησιού, που μας παρουσιάζει ο μεγάλος Έλληνας λογοτέχνης, είναι και ο θλιβερός κόσμος της αρραβωνιαστικιάς του Ιωάννη Μοθωνιού, όπως και της μητέρας της, οι οποίες από πολλά χρόνια έχουν χάσει τα ίχνη του. Και βέβαια η αρραβωνιαστικιά, ως άλλη Πηνελόπη -όπως έχει χαρακτηριστεί-, παρέμεινε πιστή σ’ αυτόν. Αυτή είναι ακόμη μια διάσταση του έργου, χαμηλόφωνη μεν αλλά εν τη πράξει βαθιά ερωτική. Άλλωστε, κανένας ήρωας του Παπαδιαμάντη δεν φωνασκεί, δεν κηρύττει, δε δημαγωγεί, δεν εκφράζει τις ιδέες του και την ψυχή του προκαλώντας. Όλα βιώνονται εσωτερικά. Δραματικά θα λέγαμε!
Αλλά το διήγημα και η παράσταση δε “ζωντανεύουν” μόνο τους εν ζωή. Παρόντες στο διήγημα και στο θεατρικό σανίδι -μέσα από την αναφορά κάποιου θαμώνα- θα βρεθούν και οι γονείς του Ιωάννη Μοθωνιού, οι οποίοι πέθαναν από τον καημό του ξενιτεμένου γιου τους.
Έτσι ο Θανάσης Σαράντος, με τη βοήθεια των φωτισμών που έκανε ο ίδιος και με την ατμοσφαιρική διάσταση που δημιουργεί σε ορισμένες σκηνές ο καπνός, κατορθώνει να αναπαραστήσει ολόκληρο το έργο και τον κόσμο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Όσον με αφορά, ενώ παρακολουθούσα την παράσταση, σκέφτηκα πως αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος για να διδάξεις στα νέα παιδιά τον Παπαδιαμάντη. Η αναπαράσταση του Θανάση Σαράντου σε παρασύρει στο έργο, στην καρδιά του διηγήματος αλλά και τον ευρύτερο μέσα κόσμο μας, τόσο τον ψυχικό όσο και του τόπου μας, όπως τον κατέγραψε ποιητικά ο σκιαθίτης λογοτέχνης.
Επί σκηνής μαζί με τον Θανάση Σαράντο και καθόλη τη διάρκεια της παράστασης βρίσκεται και ο πιανίστας Γιώργος Τζιαφέττας, ο οποίος αποδίδει με ιδιαίτερη ευαισθησία στο πιάνο και το σαντούρι την ενδιαφέρουσα μουσική, που έγραψε για την παράσταση ο Λάμπρος Πηγούνης.
Θα ήταν παράλειψη να μην υπογραμμίσουμε το εισαγωγικό κείμενο που έγραψε ο παπαδιαμαντολόγος δρ. Στέλιος Παπαθανασίου για το διήγημα και την παράσταση. Αντιγράφουμε από το βιβλίο: “Επιστρέφουμε στον ‘Αμερικάνο’, δηλαδή στο αριστουργηματικό νεοελληνικό διήγημα του νόστου, όπου η χαρμολύπη χτυπάει κόκκινο. Το ευεργετικό και ιαματικό ‘νόστιμον ήμαρ’, τουτέστιν η ημέρα της επιστροφής, αποτελεί στο περί ου ο λόγος διήγημα τη σημαίνουσα δομή. Η σκηνή, για παράδειγμα, όπου ο Νεοέλλην Τζων Στόθισον, κατά κόσμον Ιωάννης Ευσταθίου Μοθωνιός, επιστρέφει νύκτωρ στη μικρά πολίχνη της Σκιάθου, εισέρχεται ασκεπής, γονατίζει και στηρίζει το μέτωπο επί το μέγα ερείπιον της πατρογονικής εστίας, για να εγερθεί στη συνέχεια σπογγίζων τους οφθαλμούς του, είναι μοναδική. Ξαφνικά, το χάλασμα και οι ψυχροί λίθοι αποχτούν μιαν απίστευτη ιερότητα. Η εξαιρετικά διεσταλμένη για τους Έλληνες εικόνα της πατρίδας εν ριπή οφθαλμού συστέλλεται μεγαλειωδώς και περιορίζεται μεταξύ των γκρεμισμένων τοίχων”.
Το βιβλίο περιέχει επίσης όμορφες φωτογραφίες, που τράβηξε από την παράσταση ο Τάσος Θώμογλου.
Το κείμενο της έκδοσης βασίστηκε στην κριτική έκδοση των “Απάντων” του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (εκδόσεις Δόμος, τόμος β’) που έκανε ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος.
http://makthes.gr/