Του Ζαχαρία Καψαλάκη

Σήμερα 1η του Μάη, το “e-mesara.gr” κατέγραψε και σας παρουσιάζει ένα σημαντικό ιστορικό κείμενο. Πρόκειται για την παρουσίαση του προβλήματος της αξιολόγηση και μια ιστορική αναδρομή που επιχειρείται από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΟΕ. Αφορμή ένα Προεδρικό Διάταγμα που παρουσίασε το Υπουργείο Παιδείας για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

Έτος 1984. Πρόεδρος Μενέλαος Παπαχρήστος εκλεγμένος με την ΠΑΣΚ, ένα πρόεδρος δυναμικός, μορφωμένος, που έφυγε όμως νύχτα από τη ΔΟΕ, καθώς κάποιοι του είχαν τραβήξει το χαλί κάτω απ΄ τα πόδια του, διαφωνώντας με τους χειρισμούς του, σε μια εποχή παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.

Ο κλάδος έχει βγει από τα πέτρινα χρόνια του επιθεωρητισμού και το πολιτικό σύστημα επιχειρεί να επιβάλει μια νέα αξιολόγηση στον κλάδο χειραγώγηση. Όμως το συνδικάτο έχει τη δύναμη και την πολιτική βούληση να αποτρέψει καταστάσεις που θα οδηγήσουν στον καιάδα τη δημόσια εκπαίδευση.

Ας διαβάσουμε το κείμενο της ΔΟΕ και στις αμέσως προσεχείς ημέρες θα σας παρουσιάσουμε τις θέσεις τις Ομοσπονδίας το 1984 για το συγκεκριμένο Προεδρικό Διάταγμα που είχε έλθει προς συζήτηση:

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙ ΚΩΝ

(Εισήγηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ προς τους Συλλόγους-μέλη της)

Παρουσίαση του προβλήματος — Ιστορική αναδρομή.

Είναι γνωστό ότι η αξιολόγηση στο χώρο της Εκπαίδευσης χρησιμοποιήθηκε από το εκπαιδευτικό κατεστημένο της χώρας μας αποσπασματικά (αξιολόγηση μόνο των εκπαιδευτικών).

Η επιλογή αυτή, όπως επίσης και το μοντέλο αξιολόγησης που χρησιμοποιήθηκε (αξιολόγηση με βάση όχι το έργο αλλά τη συμπεριφορά του εκπαιδευτικού σε σχέση με τα πρότυπα της άρχουσας ιδεολογίας) και ακόμα η ταύτιση του φορέα αξιολόγησης (Επιθεωρητή) με τον πειθαρχικό προϊστάμενο των εκπαιδευτικών, είχε ως στόχο την καθυπόταξη των ίδιων των εκπαιδευτικών και του έργου τους στην ιδεολογία της άρχουσας τάξης έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή του συστήματος να ελέγχεται κάθε πιθανότητα μετασχηματισμού του Σχολεία.

Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να πούμε ότι έτσι όπως είχαν εξελιχθεί τα πράγματα η αξιολόγηση από μέσο μετατράπηκε σκοπό. Αυτό σημαίνει ότι με την αξιολόγηση ο Επιθεωρητής στόχευε απλά στην τοποθέτηση του εκπαιδευτικού σε κάποια βαθμολογική κλίμακα από την οποία εξαρτιόταν ο τρόπος αντιμετώπισής του από την Πολιτεία (ταύτιση αξιολόγησης κρίσης). Έτσι, ο εκπαιδευτικός αναγκαζόταν να συμμετέχει μια διαδικασία που δεν τον βοηθούσε σε καμμιά περίπτωση στο έργο του και οπωσδήποτε σε τελική ανάλυση στόχευε στην αλλοτρίωσή του.

Το ότι δεν είχε καμμιά επίδραση η αξιολόγηση – κρίση του εκπαιδευτικού όπως γινότανε στη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου αποδεικνύεται από τη μη ύπαρξη σε όλη τη διαδικασία σημείου αναφοράς (αφετηρία) το οποίο θα επέτρεπε να γίνονται οι απαραίτητες συγκρίσεις για τη διαπίστωση της βελτίωσης ή στασιμότητας ή αρνητικής εξέλιξης του εκπαιδευτικού έργου.

Έλειπε δηλαδή, αυτό που επιστημονικά ονομάζεται αντικειμενική διαπίστωση της πραγματικότητας της τάξης (επίπεδο μαθητών, υλικοτεχνική υποδομή, επιστημονική καθοδήγηση υποστήριξη κ.λπ.). Φυσικά έλειπε το σημαντικότερο: ο σχεδιασμός για παραπέρα πορεία μέσα από δημοκρατικό προγραμματισμό.

Έτσι, ακόμα και στα πλαίσια της αστικής παιδαγωγικής αντίληψης, αγνοήθηκε τελείως ότι η εκπαίδευση αποτελεί συγκεκριμένη, συστηματική και προγραμματισμένη παρέμβαση της κοινωνίας των ενηλίκων για την ομαλή και συνειδητή ένταξη των ανήλικων μελών της στο σώμα της. (Χειραγωγική κοινωνικοποίηση).

Οι επιλογές αυτές παίρνονταν από την άρχουσα τάξη «ερήμην» του Ελληνικού Λαού και των εκπαιδευτικών ως εργαζόμενων.

Η ίδια η άρχουσα τάξη τα παιδιά της τα έστελνε και τα στέλνει ακόμα και σήμερα όχι στα δημόσια ελληνικά Σχολεία, αλλά σε ιδιωτικά ελληνικά ή ξένα εκπαιδευτήρια.

Συνεπώς, οι αντιπαιδαγωγικές, αντιεκπαιδευτικές και αντιλαϊκές αυτές επιλογές ελάχιστα επηρέαζαν την εκπαίδευση των παιδιών της «ΕΛΙΤ» του κοινωνικού μας συστήματος. Ενώ από την άλλη δημιούργησαν το απομονωμένο από την κοινωνία, αυταρχικό ελληνικό σχολείο, στο οποίο ανέθεσαν το έργο της συντήρησης και της αναπαραγωγής της ιδεολογίας των κοινωνικών διακρίσεων και ανισοτήτων. Στα πλαίσια αυτά επιχειρήθηκε η αλλοτρίωση του εκπαιδευτικού.

Οι εκπαιδευτικοί όμως, συνειδητοποιώντας από πολύ νωρίς (δεκαετία 1910-1920) τους στόχους που εξυπηρετούσε το εκπαιδευτικό σύστημα, στο οποίο εντάσσονταν και η αξιολόγηση όπως γίνονταν, εναντιώθηκαν και αγωνίστηκαν για την αλλαγή του και φυσικά και για την κατάργηση της α όπως γίνονταν και του φορέα της (θεσμός επιθεωρητή).

Οι θεσμικές αλλαγές που έγιναν και γίνονται με το Ν. 1304/82 και με το σχέδιο νόμου για τη δομή και λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ( αντι-309/1976) αποτελούν για τη ΔΟΕ ουσιαστική κατάκτηση του ελληνικού λαού και φυσικά του συνδικαλιστικού κινήματος των δασκάλων και νηπιαγωγών της Χώρας.

Οποιαδήποτε μέτρα έρχονται σε αντίθεση με τις κατακτήσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτά από τον Κλάδο μας.

Το Δ.Σ. της ΔΟΕ εκτίμησε ότι η φιλοσοφία και το περιεχόμενο του σχεδίου Π.Δ. που δόθηκε στη δημοσιότητα από το ΥΠΕΠΘ για την «αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προσωπικού» έρχεται σε αντίθεση με τη φιλοσοφία και το περιεχόμενο του Ν. 1304/82 και του αντι-309 και το απέρριψε χωρίς συζήτηση.

Επίσης εκτίμησε ότι το όλο σύστημα της αξιολόγησης στην εκπαίδευση είναι θέμα αξιολόγησης του παρεχόμενου από αυτήν εκπαιδευτικού έργου και των συντελεστών του, ένας από τους οποίους είναι και ο εκπαιδευτικός. (Άλλοι συντελεστές: θεσμοί, μαθητές, γονείς, Τοπική Αυτοδιοίκηση, δαπάνες, διδακτηριακή υποδομή, προγράμματα, βιβλία, εποπτικά μέσα, Εκπαίδευση – Επιμόρφωση εκπαιδευτικών κ.λπ.).

Η εισήγηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ για την αξιολόγηση στοχεύει στη στήριξη των αλλαγών στην Εκπαίδευση, στην ανάδειξη της κοινωνικής συμμετοχής και της αποκέντρωσης, στην απελευθέρωση του εκπαιδευτικού ως εργαζόμενου από την καταπίεση και την αλλοτρίωση και στην αναβάθμισή του, έτσι ώστε συμμετέχοντας ο ίδιος στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων από την κορυφή ως τη βάση να συμβάλλει ενεργητικά στη βελτίωση της παρερχομένης εκπαίδευσης, στην αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, σύμφωνα με τις επιλογές του Ελληνικού λαού και στη δημιουργία ενός δημοκρατικού ανοιχτού στην κοινωνία Σχολείου που θα είναι μοχλός στην πορεία του Λαού μας για το μετασχηματισμό της Ελληνικής Κοινωνίας (χειραφετική κοινωνικοποίηση).