ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ Δ.Ε.
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΓΣ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΤΗΣ ΟΛΜΕ
4 Φλεβάρη 2016

Με μια πρωτοφανή λογική, η πλειοψηφία του ΔΣ της ΟΛΜΕ (3 μελών της ΔΑΚΕ και 3 μελών των ΣΥΝΕΚ) ερμηνεύει κατά το δοκούν τα αποτελέσματα της ΓΣ των προέδρων (27/2/2016). Υπέρ ψηφίσματος καταδίκης του κυβερνητικού διαλόγου ψήφισαν 34 από τις 68 παρούσες ΕΛΜΕ, 15 ΕΛΜΕ ψήφισαν κατά και 19 λευκό. Αφού η καταδίκη του κυβερνητικού διαλόγου δεν συγκέντρωσε το 50% συν ένα των ΕΛΜΕ και των ψήφων, δικαιούται το ΔΣ της ΟΛΜΕ να θεωρήσει ότι η εντολή των ΕΛΜΕ είναι υπέρ της συμμετοχής του στο διάλογο. Έτσι αυθαίρετα αθροίζονται τα κατά του συγκεκριμένου ψηφίσματος με τα λευκά. Απαύγασμα «δημοκρατικής ευαισθησίας» για δυνάμεις που ομνύουν μάλιστα στο όνομα του «θεσμικού» διαλόγου. Η καταγγελία των προέδρων 10 ΕΛΜΕ (Α Δυτικής Αττικής (Θριάσιο – Μεγαρίδα – Ειδυλλία), Άνω Λιοσίων – Ζεφυρίου Φυλής, Ε Αθήνας, Καλλιθέας – Νέας Σμύρνης – Μοσχάτου, Γ Δυτικής Αττικής, Γ Θεσσαλονίκης, Χανίων, Σάμου, Ικαρίας- Φούρνων, Εύβοιας) αλλά και η ανακοίνωση του ΔΣ της Α’ ΕΛΜΕ Αχαίας, για τη διαδικασία της ψηφοφορίας και για τη δημόσια ερμηνεία του οριακού αποτελέσματος από τον ΓΓ του ΔΣ, για ενστάσεις και διάλυση της διαδικασίας της ΓΣ ώστε να μην συζητηθούν, ανερυθρίαστα θεωρείται ότι «πλήττει τον κλάδο». Την ίδια στιγμή ο «διάλογος» στο ΔΣ της ΟΛΜΕ, μεταξύ των συνδικαλιστικών δυνάμεων, διεξάγεται με ύβρεις και απειλές του ΓΓ, απέναντι στους εκπροσώπους Παρεμβάσεων και ΠΑΜΕ και την ανοχή των ΣΥΝΕΚ.

Η ευθύνη της πλειοψηφίας του ΔΣ της ΟΛΜΕ, των παρατάξεων ΔΑΚΕ και ΣΥΝΕΚ είναι σοβαρή. Από την μια, γιατί σέρνει τον κλάδο στη συμμετοχή σε ένα διάλογο με την κυβέρνηση, που μόνο διάλογος δεν είναι. Αλλά και από την άλλη γιατί έχει επιλέξει από την αρχή της χρονιάς μια τακτική αναμονής και τελικά ακινησίας απέναντι στον επιθετικό σχεδιασμό της κυβέρνησης. Είτε με τη δικαιολογία ότι «ο λαός ψήφισε μνημόνια» της ΔΑΚΕ, είτε με την τακτική των ΣΥΝΕΚ «να περιμένουμε να δούμε πως θα εφαρμοστούν» η πρωτοβουλία αφήνεται στην κυβέρνηση.

Έτσι οι δυνάμεις αυτές ενισχύουν την κυβερνητική προσπάθεια να εμφανίσει, μέσα από ένα «θέατρο διαλόγου», ότι δήθεν συνδιαλέγεται με τα συνδικάτα για να εξασφαλίσει την ανοχή των εκπαιδευτικών στα αντιδραστικά μέτρα που ήδη περνούν.

Οι αντιδραστικές αλλαγές στην εκπαίδευση υπογράφηκαν, στα μέτρα του ΟΟΣΑ και της εφαρμογής του ν. Αρβανιτόπουλου, στο 3ο μνημόνιο. Οι εκπαιδευτικοί, με βάση το νόμο που ψηφίστηκε, θα είναι στην τάξη μέχρι τα 67 τους χρόνια, όπως και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι. Οι διορισμοί και η μείωση της ανεργίας κατόπιν τούτου καταντούν ανέκδοτο. Οι δαπάνες για την εκπαίδευση κάτω από 2,5% του ΑΕΠ ψηφίστηκαν στον προυπολογισμό. Οι «τρομερές ιδέες» των συνδαιτημόνων του διαλόγου περί πληρωμής διδάκτρων, αλλά και υπηρεσιακών παραγόντων για ουσιαστική κατάργηση σχολείων της τεχνικής εκπαίδευσης και μετατροπή της σε κατάρτιση και τζάμπα εργασία που ζητούν οι εργοδότες και η ΕΕ, έχουν τεθεί στο τραπέζι της συζήτησης. Την ίδια στιγμή ο υπουργός παιδείας θεωρεί τα υπάρχοντα 3.000 κενά, μήνα Μάρτη, το ξεκίνημα της ενισχυτικής διδασκαλίας ένα μήνα πριν τις εξατάσεις και την κατάργηση της ΠΔΣ, φυσιολογικά πράγματα. Ταυτόχρονα –εν μέσω διαλόγου- ο υπουργός νομοθετεί την κατάργηση των τμημάτων ένταξης στην ειδική αγωγή, τις μετακινήσεις καθηγητών από σχολείο σε σχολείο και την αλλαγή ωρολογίων προγραμμάτων μήνα Μάρτη, την πιλοτική εφαρμογή της μαθητείας με ΠΝΠ. Και όλα αυτά ενώ το εργατικό και εκπαιδευτικό κίνημα μαζί με φτωχομεσαίους αγρότες και επαγγελματίες βρίσκεται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις για να μην κατατεθεί το ασφαληστρικό νομοσχέδιο.

Ταυτόχρονα ΔΑΚΕ και ΣΥΝΕΚ συναινούν στην ακινησία του κλάδου με τη γνωστή δικαιολογία «ο κόσμος δε θέλει», ακόμη και μετά τη μεγαλειώδη κινηματική ανάσα της απεργίας της 4 Φλεβάρη. Κρύβονται πίσω από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, αναθέτοντας στις γραφειοκρατίες τους την αποκλιμάκωση των αγώνων. Ως ανάθεση σε αυτές ερμηνεύουν ακόμη και την απόφαση της ΓΣ των Προέδρων, για 48ωρη πανεργατική απεργία με την κατάθεση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου. Όχι ως μια απόφαση αγώνα για να πάρει μέτρα το ΔΣ να συντονίσει πλάι στους εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες Ομοσπονδίες και σωματεία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αναγκάζοντας και την ΑΔΕΔΥ να τοποθετηθεί και τη ΓΣΕΕ να μην τον αναστείλει, αλλά ανάποδα. Δηλαδή θέτοντας το ζήτημα ότι η απεργία ισχύει μόνο στο βαθμό που οι Συνομοσπονδίες καλέσουν σε αυτήν.

Η τακτική αυτή από την αρχή της χρονιάς –πάνω στο δύσκολο κοινωνικό-πολιτικό τοπίο των μαζικών διαψεύσεων και της επίθεσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για την υλοποίηση όλων των μνημονίων με τη συνηγορία ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΠΟΤΑΜΙ – καλλιεργεί αναμονή, λειψή κινητοποίηση και υπονομεύει τις μαζικές διαδικασίες. Πρόκειται για μια σταθερή πια σύμπλευση ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ, στο ΔΣ της ΟΛΜΕ, παλιού και νέου κυβερνητικού – συστημικού συνδικαλισμού που βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τις διεργασίες, τους προβληματισμούς των εκπαιδευτικών και τις απαιτήσεις αντιμετώπισης της επίθεσης που δεχόμαστε. Αυτό αποτυπώνεται άλλωστε όχι μόνο στην ψηφοφορία για το ζήτημα του «διαλόγου» αλλά και στο γεγονός ότι στις φετεινές ΓΣ προέδρων δεν ψηφίζεται κανένα πλαίσιο ανάλυσης της κατάστασης και στόχων (ακόμη και το κοινό πλαίσιο εισήγησης ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ στις 30/1).

Η τακτική αυτή πρέπει να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά από τις ΕΛΜΕ, με την αγωνιστική ανασυγκρότησή τους και τη μαζικοποίηση των διαδικασιών τους. Ώστε το εκπαιδευτικό κίνημα να συνεχίσει να τιμά τις αγωνιστικές του παραδόσεις. Να επιμείνει και να επιβάλλει τη γραμμή υπεράσπισης των εργατικών και μορφωτικών δικαιωμάτων σε σύγκρουση και ρήξη με την αντιλαική πολιτική κυβέρνησης, κεφαλαίου, ΕΕ, ΔΝΤ.

Αυτή τη γραμμή μαχητικής υπεράσπισης των εργατικών δικαιωμάτων και αναγκών θα συνεχίσουν να έχουν ως προτεραιότητα οι Παρεμβάσεις, απέναντι στο «θέατρο διαλόγου» κυβέρνησης και «προθύμων».