Ελάχιστη εμπιστοσύνη στο εκπαιδευτικό σύστημα, ως μέσου προετοιμασίας για τις απαιτήσεις της ψηφιακής εποχής, δείχνουν οι σημερινοί νέοι. Για την ακρίβεια, επτά στους δέκα νέους πιστεύουν ότι το εκπαιδευτικό σύστημα στη χώρα τους δεν τους εξοπλίζει επαρκώς με τις ικανότητες, οι οποίες χρειάζονται για να επιβιώσουν και να διαπρέψουν στην ψηφιακή εποχή. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι το 64% των νέων εκτιμά ότι το εκπαιδευτικό σύστημα είναι ο σημαντικότερος παράγοντας στη διαμόρφωση και προετοιμασία των νέων για ηγετικούς ρόλους.

Την παραπάνω εικόνα περιγράφει, μεταξύ άλλων, η έρευνα “Youth Speak”, η οποία αντιπαραβάλλει τις απόψεις των σημερινών και των αυριανών ηγετών για ζητήματα όπως η εκπαίδευση, η ανάπτυξη, η τεχνολογία και η κοινωνική ευθύνη των εταιρειών.

Η έρευνα, που διεξήγαγε η AIESEC – το μεγαλύτερο παγκόσμιο δίκτυο νέων – σε συνεργασία με την PwC, συγκρίνει τα αποτελέσματα της ετήσιας παγκόσμιας έρευνας της PwC για τους διευθύνοντες συμβούλους με τις απόψεις των νέων ηγετών της AIESEC.

Η διαφοροποίηση των απόψεων που προκύπτει, προέρχεται από τη βαθύτερη κατανόηση του νέου ψηφιακού κόσμου. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, παρά την παγκόσμια οικονομική κρίση, οι αυριανοί ηγέτες είναι πολύ πιο αισιόδοξοι ως προς την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης από τους διευθύνοντες συμβούλους. Συγκεκριμένα, το 60% των νέων δήλωσε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα ενισχυθεί κατά στους επόμενους 12 μήνες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των διευθυνόντων συμβούλων είναι μόλις 27%.

“Με μία πρώτη ανάγνωση, οι απαντήσεις των νέων μπορεί να οφείλονται στην έμφυτη αισιοδοξία της ηλικίας τους. Όμως, μπορεί και να αντανακλούν τη βαθύτερη κατανόηση που έχουν για την ψηφιακή επανάσταση στην οποία η νέα γενιά βλέπει ευκαιρίες, ενώ οι προηγούμενες γενιές βλέπουν κόστος και κινδύνους”, σημειώνει η μελέτη.

Ανησυχίες
Έτερο ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας είναι πως μπορεί λόγω της βαθύτερης κατανόησης της ψηφιακής επανάστασης οι νέοι να είναι πιο αισιόδοξοι, όμως ταυτόχρονα αντιμετωπίζουν με πολύ περισσότερη ανησυχία από τις προηγούμενες γενιές τις τάσεις που εμφανίζονται, όπως η ασφάλεια στο Διαδίκτυο και οι αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Σαφής διαφοροποίηση υπάρχει, επίσης, στον τρόπο με τον οποίο οι δύο διαφορετικές ομάδες αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο. Αντικατοπτρίζοντας τις ραγδαίες αλλαγές που προκαλεί στην αγορά η οικονομική κρίση, οι τρεις κορυφαίες ανησυχίες των διευθυνόντων συμβούλων είναι το υπερβολικά αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, η γεωπολιτική αβεβαιότητα και οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Αντίθετα, οι νέοι που συμμετείχαν στην έρευνα υποστηρίζουν ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι θα έπρεπε να προβληματίζονται περισσότερο για ζητήματα, όπως η κοινωνική αστάθεια, η κλιματική αλλαγή, η καταστροφή του περιβάλλοντος και η ανεργία.

Ένα σημείο, όπου οι απόψεις των δύο γενιών συγκλίνουν, είναι ότι η επιχειρηματική επιτυχία τον 21 ο αιώνα δεν θα καθορίζεται μόνο από το οικονομικό κέρδος.

Τα ΜΜΕ
Ως προς τις ομάδες κοινού που ενδιαφέρουν μία επιχείρηση, οι νέοι ηγέτες θεωρούν τα ΜΜΕ πολύ πιο σημαντικά απ’ ό,τι οι διευθύνοντες σύμβουλοι (σε ποσοστό 74% σε σχέση με το 25% των διευθ/ντων συμβούλων). Το ίδιο ισχύει και για τοπικές κοινωνίες (52% έναντι 27%), το ευρύ κοινό (50% έναντι 30%) και τις ΜΚΟ (40% έναντι μόλις 9%). Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι οι νέοι ηγέτες έχουν μια πιο ευρεία αντίληψη της επικοινωνίας με το ευρύτερο κοινό, καθώς είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με την τεχνολογία που επιτρέπει τη σύνδεση και την επικοινωνία σε άμεσο χρόνο μεταξύ όλων.

Επιπλέον, τα μέλη της AIESEC που συμμετείχαν στην έρευνα, ρωτήθηκαν για το τι σημαίνει για αυτούς ηγεσία, πώς μπορεί να καλλιεργηθεί και πώς αλλάζει. Απάντησαν πως πιστεύουν ξεκάθαρα ότι οι ηγέτες δεν γεννιούνται, αλλά γίνονται.

Τέλος, ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας είναι και το ποιους θεωρούν οι νέοι σήμερα ως κορυφαίους ηγέτες, με τις απαντήσεις να τοποθετούν τους Ν. Μαντέλα, Στ. Τζομπς, Μπαράκ Ομπάμα, Έλον Μασκ και Μπιλ Γκέιτς, στη λίστα αυτή.