«Οι γονείς σπαράζουν όταν διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν το παιδί τους». Τα λόγια ανήκουν σε γονιό, ο δεκάχρονος γιος του οποίου αντιμετωπίζει πρόβλημα αυτισμού. Το παιδί, εκτός του δασκάλου όλης της τάξης, χρειάζεται υποστήριξη από προσωπικό δάσκαλο (shadow teacher, όπως είναι η διεθνής ορολογία), που το συνοδεύει καθημερινά μέσα στην τάξη, η λεγόμενη από ειδικούς και υπουργείο Παιδείας «παράλληλη στήριξη». Γι’ αυτό η οικογένεια του δεκάχρονου αποφάσισε να αναλάβει η ίδια τον μισθό του δασκάλου – περίπου 700 ευρώ τον μήνα.

Δεν είναι η μόνη που πληρώνει από την τσέπη της δάσκαλο, αλλά απαρτίζει ισχνή μειοψηφία γονέων που μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτή τη δαπάνη. Εκατοντάδες άλλοι γονείς βλέπουν τα παιδιά τους να μένουν αβοήθητα, καθώς το υπουργείο Παιδείας λόγω της δημοσιονομικής λιτότητας δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, υπάρχουν περίπου 5.500 διαγνωσμένες περιπτώσεις παιδιών που χρειάζονται εκπαιδευτικό στο πλαίσιο της παράλληλης στήριξης, αλλά έως τώρα το υπ. Παιδείας έχει καλύψει μόνο 1.800. «Και δυστυχώς φοβάμαι ότι η παράλληλη στήριξη θα συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο, όταν ολοκληρωθεί το ΕΣΠΑ, από το οποίο χρηματοδοτείται τώρα», αναφέρει στην «Κ» ο αιρετός στο Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του υπ. Παιδείας, Βασίλης Παληγιάννης.

Προσφυγή

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας για τα Δικαιώματα του Αυτιστικού Φάσματος, Γιάννης Σταυρόπουλος, ανέφερε στην «Κ» ότι ο αριθμός των παιδιών με πρόβλημα είναι μεγαλύτερος, καθώς υπάρχουν αδιάγνωστες περιπτώσεις, προσθέτοντας ότι θα κατατεθεί προσφυγή στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εγκαλώντας την πολιτεία για παραβίαση των δικαιωμάτων παιδιών και ατόμων με αυτισμό.

Αρμόδιο όργανο για την εισήγηση σε κάθε αίτηση παράλληλης στήριξης είναι το Κέντρο Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών (ΚΕΔΔΥ), στη γνωμάτευση του οποίου θα πρέπει να αναφέρονται και οι ώρες της παράλληλης στήριξης καθώς και αν αυτή θα γίνεται σε μόνιμη και καθημερινή βάση. Και αυτό διότι μπορεί ένα παιδί να έχει την ανάγκη του «προσωπικού» δασκάλου για ορισμένα μαθήματα (π.χ. Γλώσσα, Μαθηματικά). Οπως επισήμανε στην «Κ» η παιδαγωγός ειδικής αγωγής κ. Μαρία Κουκέλλη, παράλληλη στήριξη δικαιούνται παιδιά με διάφορες παθήσεις. Ωστόσο, μεγάλο μέρος των αιτήσεων προς τα ΚΕΔΔΥ αφορά τον αυτισμό και κυρίως παιδιά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Με βάση επιστημονικές έρευνες, ένα στα 68 παιδιά που γεννιούνται διαγιγνώσκεται στο φάσμα του αυτισμού. Τα περισσότερα χρειάζονται παράλληλη στήριξη στο σχολείο και θεραπείες ειδικής αγωγής εκτός αυτού.

Ο αυτισμός είναι μια νευροβιολογική διαταραχή του εγκεφάλου που έχει ως συνηθέστερα και πιο εμφανή συμπτώματα το πρόβλημα στην επικοινωνία και την ευκολία στη δημιουργία στερεοτυπικών φράσεων και πράξεων, δηλαδή ρουτίνες.

«Αυτά τα παιδιά πρέπει να νιώθουν ασφάλεια και η ρουτίνα τα βοηθά να μάθουν. Η στήριξη πρέπει να είναι αυστηρά ατομική. Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνα που χρειάζονται λιγότερες ώρες παράλληλης στήριξης, επειδή έχουν ελαφρότερης μορφής πρόβλημα. Το ζητούμενο είναι να υπάρχει ορθή διάγνωση για κάθε περίπτωση, ώστε να γίνεται και η καλύτερη διαχείριση του προσωπικού», λέει η κ. Κουκέλλη, σχολιάζοντας το σύνηθες όλοι οι γονείς να ζητούν έναν δάσκαλο πλήρους ωραρίου για το παιδί.

Ωστόσο, προσθέτει η ίδια, «ημίμετρα δεν χωρούν. Ενας δάσκαλος για δύο, τρία ή τέσσερα παιδιά εύκολα μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά». Πρόκειται για πρακτική που υιοθετείται στα δημόσια σχολεία. Επίσης, αρνητικό είναι ότι στη δημόσια εκπαίδευση όσα παιδιά ενταχθούν στο πρόγραμμα παράλληλης στήριξης έχουν διαφορετικό δάσκαλο κάθε χρονιά. Αποτέλεσμα είναι τελικά να μην ωφελούνται τα παιδιά και οι γονείς να στρέφονται και πάλι σε ιδιωτική παράλληλη στήριξη.

«Καθώς δεν υπάρχουν δημόσιες δομές, ώστε να μπορούν να γίνουν οι θεραπείες ειδικής αγωγής, το κράτος παρέχει οικονομική στήριξη στους γονείς που καλύπτει το 25%-50% των εξόδων τους, τα οποία μπορεί να ανέλθουν σε 10.000-15.000 ευρώ ετησίως», λέει στην «Κ» γονιός παιδιού με πρόβλημα αυτισμού. Και προσθέτει: «Κάθε παιδί σίγουρα έχει έναν συμμαθητή ή ένα παιδί στη διπλανή τάξη που βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού. Είναι καιρός η πολιτεία να αναλάβει τις ευθύνες της και η κοινωνία να μιλήσει ανοικτά για την ένταξη στο σύνολο των παιδιών αυτών και να μη βάζει το πρόβλημα κάτω από το χαλί».