Είναι ευρύτατα διαδεδομένη η λανθασμένη άποψη ότι οι μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να διαγνωστούν μόνο αφού το παιδί έχει ξεκινήσει τη φοίτηση του στο σχολείο. Αυτό είναι πλέον μύθος, αφού σύμφωνα με μια πληθώρα σύγχρονων ερευνών από τη στιγμή ήδη που θα γεννηθεί ένα παιδί μπορούμε να έχουμε δείγματα για το αν θα εμφανίσει ή όχι δυσκολίες στο σχολείο.

Από τα πρώτα χρόνια λοιπόν της ζωής του είναι δυνατόν να έχουμε δείγματα για το αν το παιδί θα εμφανίσει ή όχι δυσκολίες στο σχολείο, τα οποία θα πρέπει ο παιδίατρος να αξιολογήσει και να κατευθύνει ανάλογα τους γονείς. Τέτοια δείγματα είναι συχνά μια δύσκολη εγκυμοσύνη, ένας προκλητός τοκετός κ.τ.ο ή/και κατά τη βρεφική ηλικία ο ταχύς, άρρυθμος ή βραδύς θηλασμός και το πολύ υψηλής ή πολύ χαμηλής συχνότητας κλάμα καθώς και οι αναπνευστικές δυσχέρειες (ωτίτιδες, λαρυγγίτιδες, βρογχίτιδες, αμυγδαλίτιδες).

Στην προσχολική ηλικία μια σειρά από ενδείξεις που θα πρέπει να κινητοποιήσουν τους γονείς είναι οι ακόλουθες: το παιδί αργεί πολύ να μιλήσει, έχει φτωχό για την ηλικία του λεξιλόγιο και δεν μαθαίνει εύκολα νέες λέξεις, δε θυμάται τραγουδάκια και ποιηματάκια, δε μπορεί εύκολα να κάνει περιγραφή μιας εικόνας, ή/και αναδιήγηση μιας μικρής ιστορίας, δυσκολεύεται στην άρθρωση, δεν μπορεί να κρατήσει το μολύβι και να γράψει ή να ζωγραφίσει μέσα σε πλαίσιο, να αντιγράψει απλά σχήματα κ.ο.κ.

Στην πρώτη σχολική ηλικία και ως την Δ΄ δημοτικού, ενδείξεις αποτελούν η δυσκολία συσχετισμού συμβόλου (γράμματος) – ήχου, η δυσκολία στο συλλαβισμό, η κοπιώδης ή/και ελλιπής ανάγνωση (με υποκαταστάσεις, αναστροφές, παραλείψεις, αντικαταστάσεις λέξεων), η αδυναμία ανάκλησης προσήμων στην αριθμητική, η κακή οργάνωση του χρόνου, η δυσφορία για το σχολείο κ.ο.κ.

Τέλος, από την Δ΄ δημοτικού και πέρα γίνεται ιδιαιτέρως εμφανής η δυσκολία του παιδιού να ακολουθήσει τους ρυθμούς της σχολικής τάξης αφού όπως λέμε «έπεται 2 – 3 χρόνια περίπου της σχολικής του ηλικίας». Με άλλα λόγια, το παιδί αποφεύγει ή/και αρνείται να γράψει κρύβοντας συχνά από τους γονείς τις σχολικές εργασίες, δυσκολεύεται να καταλάβει τα προβλήματα στα μαθηματικά, δε θυμάται οδηγίες, δεν αντιλαμβάνεται εύκολα τα αστεία ή/και τις παροιμίες, δυσκολεύεται με την αναδιήγηση κ.ο.κ.

Συμπερασματικά λοιπόν, οι μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να διαγνωστούν πολύ πριν από την ένταξη του παιδιού στο σχολείο και δεν θα πρέπει να θεωρείται ποτέ ότι είναι πολύ νωρίς για να γίνει κάτι. Όσο πιο πρώιμη είναι η παρέμβαση τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει το παιδί να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του και να αναπτύξει τις ικανότητές του.

Γράφει η Ειδική Παιδαγωγός & Επιστημονικός Σύμβουλος του