Όταν βρίσκεις στη ζωή σου ένα φωτεινό στερέωμα που σε ολοκληρώνει και ταυτίζεις το πιο δημιουργικό μέρος της ζωής σου με μια λειτουργία ονειρεμένη, όταν νιώθεις ευτυχισμένος που συνδέεσαι οργανικά με την ομορφιά και τη νιότη για χρόνους πολλούς και νιώθεις το ιερό άγγιγμα της σχολικής αίθουσας, τότε είσαι σε ψυχική κατάσταση μόνιμης νοσταλγίας. Γιατί έρωτας είναι η διδασκαλία…


Κανένας μα κανένας που δεν έχει διδάξει σε σχολείο δεν μπορεί να κατανοήσει το τι ακριβώς συμβαίνει στη διδασκαλία, το πού βρίσκεται ο εκπαιδευτικός κατά τη διάρκειά της. Μόνο ως βίωμα κατανοείται και κατακτιέται η ιερότητα της διδασκαλίας. Δεν μπορεί να μεταβιβαστεί ως εμπειρία ή ως γνώση, όπως δεν μπορεί να μεταβιβαστεί η γεύση του να είσαι γονέας.

 
Ξέρεις ότι κουβαλάς ένα βαρύ πολιτισμικό φορτίο, μια ιστορία που βαστάει αιώνες και αιώνες αλλά και μια αποσκευή που θα πάει πολύ μακριά στο βάθος του μέλλοντος. Υπάρχει ένα νήμα που συνδέει όλους τους εκπαιδευτικούς σε κάθε γωνιά της Γης, σε κάθε έκφραση των καιρών και των εποχών.

 
Είτε είσαι εκπαιδευτικός που διδάσκει σε υπαίθριο χώρο με τον πίνακα καρφωμένο στον κορμό ενός δέντρου σε κάποιο φτωχοχώρι της Ινδίας είτε ήσουνα δάσκαλος στο πιο μικρό ορεινό χωριό της Ελλάδας στη σκληρή δεκαετία του 1950 είτε είσαι σε μια σχολική αίθουσα πολυτελείας με την πολλαπλή χρήση των νέων τεχνολογιών και των καινοτομικών δυνατοτήτων του ψηφιόκοσμου στο καλύτερο σχολείο του Μονάχου… υπάρχει η απόλυτα διαχρονική και καθολικά σταθερή εικόνα: εκπαιδευτικού – εκπαιδευόμενων, που έχει ενότητα στόχων και λειτουργιών, φιλοδοξιών και ονείρων. Πρόκειται για την πιο παράξενη ενότητα του χρόνου σε όλες τις εκφράσεις του – γιατί αναμιγνύεται παρελθόν, παρόν και μέλλον μετασχηματίζοντας εν πολλοίς το επιμέρους περιεχόμενό τους – και του χώρου γιατί πάντα υπάρχει ένα μέρος παγκοσμιότητας της γνώσης˙ και οι διδαχές του Ευκλείδη και του Αριστοτέλη, του Νεύτωνα και του Καντ, του Δαρβίνου και του Αϊνστάιν… ταξιδεύουν ακούραστα στο χωροχρόνο, στους καιρούς και στους λαούς – φλόγα άσβεστη, πάντα φωτεινή.

 
Μπορεί και ο εκπαιδευτικός να ασκεί ένα επάγγελμα, αφού έχει τις θεσμικές προς τούτο γνώσεις και δεξιότητες. Αλλά δεν είναι μόνο επάγγελμα το επάγγελμά του. Από την πρώτη ώρα που θα διδάξεις και κάθε ώρα και για όλη την πορεία της καριέρας σου νιώθεις ότι μεταμορφώνεσαι σε απόλυτα ξεχωριστό πρόσωπο, γιατί είσαι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μέσα στα όνειρα των παιδιών και των νέων. Μπορεί κάποιος μη εκπαιδευτικός να αντιληφθεί τι σημαίνει αυτό; Και αν δοθείς ολοκληρωτικά ως ένας διανοούμενος στα νοήματα και στις αξίες του κόσμου και ψυχανεμίζεσαι ως ένας ποιητής δημιουργός καινούργιων δρόμων και ξέφωτων, είναι που τότε βιώνεις την απόλυτη μεταμόρφωση της «κάμπιας σε πεταλούδα».
Και θα νιώσεις αυτό τον παράξενο μετασχηματισμό να σου αλλάζει τη ζωή. Ένας αδιόριστος εκπαιδευτικός όχι μόνο δεν είναι καθόλου ο ίδιος όταν θα διοριστεί και θα διδάξει, αλλά είναι πολύ διαφορετικός.

Είναι άλλος. Έχει αλλάξει η κοσμοθεωρία του και η άποψή του για τη ζωή, το συναίσθημά του και η προσωπικότητά του! Κανένας άλλος άνθρωπος δεν συναντά μια τέτοια ασυνέχεια στο διάβα του βίου του. Και η απορία σου θα μείνει μόνιμος συνοδός στους τόπους του ανερμήνευτου και της μαγείας. Δεν προσπαθείς να την απαντήσεις – χωρίς να ξέρεις αν μπορείς… – γιατί θέλεις να μείνει ανεξήγητη, να μην την απομαγεύσεις, να διατηρήσει το άβατο ενός ιερού…

 
Και όταν συμβαίνουν όλα αυτά τα θαύματα της ζωής, πώς μπορείς κάποια στιγμή να τα εγκαταλείψεις; Πώς να αφήσεις τον παράδεισο, που είναι τόσο αληθινός, που είναι μια θεία δωρεά, που είναι η δική σου ελευθερία; Νοσταλγώ και ξανανοσταλγώ διαρκώς και αδιαλείπτως τη διδασκαλία, κάθε πτυχή της, από την πιο δύσκολη μέχρι την πιο τρυφερή. Είναι μια νοσταλγία πιο νοσταλγική από εκείνη της πρώτης της ζωής σου εστία, από την παιδική ηλικία, γιατί δεν είναι μόνο νοσταλγία νιότης αλλά και νοσταλγία ομορφιάς και ονείρου…

Υ.Γ.
Το άρθρο το αφιερώνω στην Γ΄ τάξη Λυκείου του 3ου Γενικού Λυκείου Ζωγράφου της φετινής σχολικής χρονιάς 2016-2017 (και πιο πολύ στις μαθήτριες της «δικής μου Κατεύθυνσης» τη Βασιλική, τη Δέσποινα, τη Δήμητρα, τη Δώρα και τη Σέβη, γιατί νιώθω ότι είναι πιο πολύ μόνο δικές μου μαθήτριες…), τους μαθητές αυτής της τάξης που βρέθηκαν στην προκυμαία όταν έφευγα από τη σχολική αίθουσα για εκείνες τις θάλασσες που θα με κάνουν να νοσταλγώ ακόμα περισσότερο τη διδασκαλία, εκεί που θα βρω την εκπλήρωση των ονείρων τους…