Η εκπαίδευση αποτελεί το εργαλείο της κάθε κοινωνίας για την προετοιμασία των νέων μελών της, ώστε να ενταχθούν ομαλά στο κοινωνικό σύνολο και να προσφέρουν παραγωγικό έργο σε αυτό. Ανάλογα με την κουλτούρα και τον πολιτισμό της, κάθε κοινωνία επιλέγει το εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο κρίνει ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες και προσδοκίες της.

Της Μαριλήδας Τσιπλάκου

Η παιδεία και η μαγεία της μάθησης

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι γνωστό για την ποικιλομορφία των μαθημάτων τα οποία συμπεριλαμβάνονται στο σχολικό πρόγραμμα σπουδών. Τα μαθήματα αυτά κυμαίνονται, ανά έτος, σε αριθμό από δώδεκα μέχρι δεκαπέντε κατά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και αποτελούν όλα ανεξαιρέτως αντικείμενο εξέτασης και αξιολόγησης των μαθητών για την προαγωγή τους στις επόμενες τάξεις. Ο τεράστιος και ποικιλόμορφος όγκος αυτών των μαθημάτων βομβαρδίζει τον μαθητή με πληθώρα πληροφοριών, τις οποίες δεν καταφέρνει να αφομοιώσει. Συνεπώς, ο έφηβος στην προσπάθειά του να αντεπεξέλθει στις προσδοκίες του εκπαιδευτικού συστήματος, κυριεύεται από άγχος και καταλήγει να προσεγγίζει επιφανειακά κάθε εκπαιδευτικό αντικείμενο, χωρίς να κατακτά πραγματικές γνώσεις. Ταυτόχρονα, η έμφαση η οποία δίνεται στην εξεταστική διαδικασία και στη βαθμοθηρία, τον αποσυντονίζει από τον πραγματικό του στόχο, την σε βάθος εκπαίδευσή του. Με άλλα λόγια, η παθητική αποστήθιση πληροφοριών εξαντλεί τον εκπαιδευόμενο και τον απωθεί από την οποιαδήποτε περαιτέρω εποικοδομητική ενασχόλησή του με τα σχολικά μαθήματα, οδηγώντας τον στην απαξίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και του σχολικού περιβάλλοντος.

Με αυτόν τον τρόπο όμως, ο μαθητής δεν καταφέρνει να γνωρίσει τη μαγεία της μάθησης. Έχοντας την ευκαιρία να φοιτήσω σε ένα ιδιωτικό σχολείο το οποίο απέδιδε ιδιαίτερη έμφαση στο τμήμα της αγγλικής φιλολογίας στο πρόγραμμα σπουδών του, ήρθα σε επαφή με μια τελείως διαφορετική προσέγγιση ως προς την εκπαιδευτική διαδικασία. Το τμήμα αυτό, όντας απαλλαγμένο από τις αποστηθιστικές πρακτικές της ελληνικής εκπαίδευσης, με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι ένας εκπαιδευόμενος μπορεί να αντλήσει πολλές και διαφορετικού περιεχομένου γνώσεις από ένα και μόνο μάθημα, όπως για παράδειγμα αυτό της αγγλικής γλώσσας. Παράλληλα, η διδασκαλία μέσα στην τάξη δύναται να τον κινητοποιήσει να επεξεργαστεί, να αναλύσει και να προβληματιστεί σχετικά με ό,τι διδάσκεται και τον κατευθύνει στην αναζήτηση απαντήσεων στα ερωτήματά του, εκτός των τειχών της σχολικής τάξης.

Προσωπικά, μέσα από το μάθημα της αγγλικής φιλολογίας, εκτός από την ανάπτυξη της ευχέρειας μου στη χρήση της αγγλικής γλώσσας, ήρθα σε επαφή με ποικίλες λογοτεχνικές, ιστορικές αλλά και γεωγραφικές βασικές πληροφορίες και γνώσεις χρήσιμες σε κάθε ενήλικα. Το μάθημα ήταν, εν τέλει, εποικοδομητικό, ενώ δεν έχανε τον ενδιαφέροντα χαρακτήρα του. Αυτή η τεράστια διάσταση την οποία παρατήρησα ανάμεσα στις δύο μεθόδους διδασκαλίας, με προβλημάτισε σχετικά με το πόσο στρεβλή εικόνα έχουν σχηματίσει οι Έλληνες μαθητές για την εκπαίδευση.

Αυτή η εικόνα μάλιστα μορφοποιείται στη χειρότερη εκδοχή της κατα την τρίτη λυκείου, την χρονιά των πανελλήνιων εξετάσεων. Είναι οι εξετάσεις για τις οποίες ο μέσος Έλληνας μαθητής προετοιμάζεται τουλάχιστον ενάμιση χρόνο και αποτελούν σημείο καμπής για τα σχολικά του χρόνια. Κάθε υποψήφιος ο οποίος επιθυμεί να προαχθεί σε ένα Πανεπιστήμιο ή Τ.Ε.Ι., αναγκάζεται να περάσει την τελευταία του σχολική χρονιά αποκλειστικά παρακολουθώντας μαθήματα, όχι μόνο στο σχολείο, αλλά και διαβάζοντας καθημερινά μέχρι τις βραδυνές ώρες της ημέρας, ελπίζοντας σε ένα ικανοποιητικό τελικό αποτέλεσμα, το οποίο θα ανταμείψει τους κόπους του. Οι πανελλήνιες εξέτασεις είναι ένας μαραθώνιος, ο οποίος απαιτεί μεγάλη ψυχική δύναμη από όλους τους υποψηφίους, ανεξαρτήτως της μαθησιακής τους επίδοσης. Στο τέλος δεν ανταμείβεται απαραίτητα ο πιο καλός, αλλά αυτός που είχε το πιο οργανωμένο και συστηματικό πρόγραμμα μελέτης αλλά και την αντοχή να παραμείνει προσηλωμένος στον στόχο του, μέσα από μια πολυδαίδαλη διαδρομή. Θεωρώ ότι οι πανελλήνιες εξετάσεις στερούν από τους εφήβους κάποια από τα πιο παραγωγικά και δημιουργικά τους χρόνια κατά τα οποία θα μπορούσαν να ενασχοληθούν και με άλλες δραστηριότητες και να αναπτύξουν πολύπλευρα το πνεύμα τους. Η τρίτη λυκείου καθίσταται για την πλειοψηφία μια «κενή» χρονιά κατά την οποία επέρχεται μια παύση στη ζωή και στα ενδιαφέροντα τους, ώστε να αφοσιωθούν στην προετοιμασία για τις δώδεκα συνολικές ώρες εξέτασης στο τέλος του σχολικού έτους.

Παρόλα αυτά, οι πανελλήνιες εξετάσεις, συγκριτικά με τις εξετάσεις του International Baccalaureate θεωρούνται ευκολότερες και λιγότερο απαιτητικές, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζουν μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας, ούσες εξετάσεις ενθικού και όχι διεθνούς επιπέδου. Φυσικά, είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα σύστημα προαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, απαλλαγμένο πιθανώς από μαθήματα γενικής παιδείας και με τη δυνατότητα δεύτερης ευκαιρίας επανεξέτασης. Τα παραπάνω είναι σημαντικό να συνδυαστούν με την παροχή ουσιαστικού επαγγελματικού προσανατολισμού σε όλους τους μαθητές, ώστε να λαμβάνονται πιο σωστές αποφάσεις σχετικά με την επιλογή σχολής και την μελλοντική τους επαγγελματική πορεία.

Πιστεύω πως οι Έλληνες είμαστε ένας εξαιρετικά προικισμένος λαός, καθώς διατηρούμε στη συνείδησή μας την ιστορία και πολιτιστική κληρονομιά πολλών χιλιάδων ετών. Η εκπαίδευση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της κληρονομιάς και οφείλουμε όλοι να την μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές, σεβόμενοι το παρελθόν αλλά και εστιάζοντας στο μέλλον.

* Η Μαριλήδα Τσιπλάκου είναι αριστούχος και εισήλθε πρώτη στη σχολή Οικονομικών Επιστημών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου με 18.823 μόρια