Του Νίκου Τσούλια

Δεν είναι μόνο οικονομικό το πρόβλημα ούτε πρόβλημα των εργασιακών συνθηκών στα επαγγέλματα της σύγχρονης εποχής. Υπάρχει και κάτι άλλο που απασχολεί τον εργαζόμενο και που ουσιαστικά δεν του αφήνει τη δυνατότητα να νιώσει αυθεντικά τη χαρά της εργασίας του και να δώσει νόημα στη ζωή του.

Υπάρχει έλλειψη της δημιουργικότητας στον εργασιακό χώρο. Η διαρκής εξειδίκευση και ο έντονος καταμερισμός της εργασίας έχουν προκαλέσει ένα σκηνικό πλήρους αποξένωσης του εργαζόμενου από το δημιούργημα της εργασίας του.

Η μαζικού τύπου ανεργία της σημερινής περιόδου και η συνεχώς επεκτεινόμενη βαρβαρότητα του νεοφιλελευθερισμού διαμορφώνουν ένα σκηνικό άλωσης της εργασίας και συνολικής απαξίωσης του κόσμου της εργασίας, της φτωχοποίησης όλων των εργαζομένων. Το διεθνές και κυρίως το χρηματιστηριακό και παρασιτικό κεφάλαιο έχει υπονομεύσει την ίδια την πολιτική και έχει αποδομήσει τις βασικές λειτουργίες της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού.

Η υπαλληλοποίηση (όπου η παθητικότητα και η έλλειψη πρωτοβουλίας καθηλώνουν κάθε ικμάδα της επαγγελματικής ζωής), η ρουτίνα (όπου η καθημερινή επαναληψιμότητα ρημάζει την αυτενέργεια και τον πειραματισμό), η έλλειψη προοπτικής εξέλιξης (όπου το μόνο ενδιαφέρον του εργαζόμενου παραμένει η όποια οικονομική αναβάθμιση του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου) συνθέτουν ένα επαγγελματικό στερέωμα ασφυκτικό για την πνευματικότητα, τις αναζητήσεις και τους προβληματισμούς του σύγχρονου πολίτη.

Λίγα επαγγέλματα δίνουν έδαφος για ανθρώπινη ολοκλήρωση. Η εργασία έχει καταστεί ένα βιοποριστικό και μόνο μέσο. Ελάχιστοι άνθρωποι λαχταράνε να πάνε στην εργασία τους. Και πιστεύω ότι η έλλειψη αυτού του πόθου για εργασία στεγνώνει τον ψυχικό κόσμο μας, μηχανοποιεί την εργασιακή μας λειτουργία. Αλλά η εργασία είναι «τόπος» ανάπτυξης των κοινωνικών σχέσεων και χειραφέτησης του πολίτη. Μπορούμε να φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς εργασία; Μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας χωρίς τη δυναμική που προσφέρει η επαγγελματική μας δραστηριότητα;

Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η δημιουργικότητα είναι συνυφασμένη με την εργασία και αποτελεί προνομιακό και γόνιμο έδαφος για την ολοκλήρωση του ανθρώπου. Δεν μπορώ να γνωρίζω ποιοι επαγγελματικοί χώροι δίνουν αυτή τη δυνατότητα στον άνθρωπο, υποθέτω ότι είναι μάλλον ελάχιστοι. Είμαι όμως βέβαιος ότι η δημιουργικότητα είναι συστατικό στοιχείου στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού.

Ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που δίνουν αυτό το φτερούγισμα στο εκπαιδευτικό επάγγελμα; Δύσκολα μπορεί να γίνει μια ανάλυση αξιώσεων. Και η σχετική βιβλιογραφία δεν βοηθά ιδιαίτερα. Γι’ αυτό και η όποια προσέγγιση παρουσιαστεί θα έχει αδυναμίες και θα στηριχτεί περισσότερο στην υποκειμενική – προσωπική εμπειρία.

Θεωρώ ότι το πρώτο στοιχείο – και το οποίο θα μπορούσε να είναι και αρκετό από μόνο του – που δίνει το χρώμα της δημιουργικότητας στον κόσμο των εκπαιδευτικών είναι η έννοια και το περιεχόμενο της αγωγής και της διαπαιδαγώγησης. Αρκετοί ισχυρίζονται ότι η Παιδαγωγική δεν είναι επιστήμη, ότι δεν έχει «κατακτήσει» τα χαρακτηριστικά στοιχεία της επιστήμης και τεκμηριώνεται αυτή η άποψη εύκολα αφού στην παιδαγωγική δεν έχουμε άκαμπτους κανόνες αλλά μόνο βασικές αρχές. Γι’ αυτό και ο Paulo Freire ισχυριζόταν, πολύ σωστά, ότι καταρτίζουμε τους εκπαιδευτικούς «σ’ αυτό που δεν μπορεί να προβλεφτεί». Αυτό δεν είναι – κατά τη γνώμη μου – αρνητικό στοιχείο. Αντίθετα είναι θετικό, με την έννοια ότι δίνει πολλά περιθώρια στον εκπαιδευτικό να αναζητήσει λύσεις, να πειραματιστεί, να αυτοσχεδιάσει, γιατί πολύ απλά κάθε παιδί και κάθε νέος είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος. Αυτός ο απέραντος χώρος της προσωπικής παρέμβασης του εκπαιδευτικού θεωρώ ότι είναι και ιδανικό πεδίο επώασης και καλλιέργειας της δημιουργικότητας.

Δεύτερο στοιχείο και συναφές με το πρώτο είναι το γεγονός ότι η εκπαιδευτική λειτουργία είναι εν πολλοίς η καλλιέργεια των ανθρώπινων σχέσεων. Η μεταβίβαση γνώσης, η καλλιέργεια του ερευνητικού πνεύματος στους μαθητές και τις μαθήτριες δεν επιζητούν μόνο ή κυρίως την ενίσχυση του γνωσιακού στερεώματος του νέου και της νέας, αποσκοπούν στην κοινωνικοποίησή τους, αποβλέπουν στη διαμόρφωση αρχών για τη συμβίωσή τους με τους άλλους, επιδιώκουν την ανάπτυξη πνεύματος αποδοχής της διαφορετικότητας – της όποιας διαφορετικότητας των άλλων. Εδώ είναι και η πιο φιλόδοξη και συνάμα και η πιο ταπεινή λειτουργία των εκπαιδευτικών. «Να διαμορφώνουμε τα πνεύματα χωρίς να τα ομοιομορφοποιούμε, να τα πλουτίζουμε χωρίς να τα κατηχούμε, να τα εξοπλίζουμε χωρίς να τα στρατολογούμε, να τους δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας, χωρίς να περιμένουμε σαν ανταμοιβή το να μας μοιάσουν» (Jean Rostand)

 

Τρίτο στοιχείο είναι ότι το δημιούργημά σου είναι ορατό, βλέπεις την επίδρασή σου στην πρόοδο του μαθητή και της μαθήτριας, δεν είσαι μέρος «μιας παραγωγικής αλυσίδας», όπου δεν ξέρεις τι κάνει ο διπλανός σου και ποια είναι η συμμετοχή σου στο τελικό «εξαγόμενο», δεν είσαι αποξενωμένος από αυτό που εργάζεσαι. Η διδασκαλία δεν σε αλλοτριώνει˙ αντίθετα σε κρατά σε μια διαρκή ένταση προαγωγής των ανθρώπινων σχέσεων. Η πνευματικότητα δεν είναι μια ενασχόληση των στιγμών που είμαστε μόνοι με τον εαυτό μας, είναι συστατικό στοιχείο της διδακτικής πράξης. Πόσες και πόσες φορές δεν κάνουμε τους μαθητές και τις μαθήτριές μας κοινωνούς των πιο κρυφών σκέψεών μας, των πιο ενδόμυχων αναζητήσεων και προβληματισμών μας;

Τέταρτο στοιχείο, είναι το γεγονός ότι το εκπαιδευτικό επάγγελμα είναι το μοναδικό επάγγελμα το οποίο οριοθετείται στον κόσμο των νέων. Αλλά αυτό κόσμος δεν είναι εν δυνάμει ο εκρηκτικός κόσμος της δημιουργίας; Εδώ δεν θαυμάζουμε τους νέους και τις νέες με τις θαυμαστές ιδέες τους και τις ανατρεπτικές επινοήσεις τους σε τυποποιημένες αντιλήψεις και σε άκαμπτα στερεότυπα δικά μας; Σε αυτό τον κόσμο συμμετέχει και ο εκπαιδευτικός, από αυτό τον κόσμο τροφοδοτείται αυθεντικά με τα σημάδια των νέων καιρών. Τι πιο δημιουργικό;