Όσες γυναίκες βάζουν κιλά ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη γέννα τους, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να χάσουν το δεύτερο παιδί τους, σύμφωνα με μια νέα σουηδο-αμερικανική επιστημονική έρευνα.

Ο κίνδυνος να γεννηθεί νεκρό το παιδί, αυξάνει κατά 30% έως 50%, ενώ ο κίνδυνος να πεθάνει το βρέφος μέσα στον πρώτο χρόνο, αυξάνει κατά 27% έως 60%. Πάντως παρά την αύξηση του κινδύνου, ο κίνδυνος να πεθάνει ένα μωρό, παραμένει σχετικά μικρός στις ανεπτυγμένες χώρες (περίπου δύο θάνατοι ανά 1.000 τοκετούς).

Οι ερευνητές του ιατρικού Ινστιτούτου Καρολίνσκα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, με επικεφαλής τον καθηγητή κλινικής επιδημιολογίας Σβεν Κνατίνγκιους, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “The Lancet”, ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 450.000 γυναίκες.

Οι γυναίκες με φυσιολογικό βάρος κατά την πρώτη εγκυμοσύνη τους (δηλαδή με δείκτη σωματικής μάζας κάτω από 25), οι οποίες αυξάνουν το βάρος τους ακόμη και σε μέτριο βαθμό -περίπου έξι κιλά για μια γυναίκα μέσου ύψους- ανάμεσα στον πρώτο και στον δεύτερο τοκετό, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να χάσουν το δεύτερο παιδί τους.

Όσα περισσότερα κιλά έχουν βάλει ανάμεσα στις δύο εγκυμοσύνες, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος. Αν η αύξηση των κιλών είναι πάνω από 11, τότε ο κίνδυνος αυξάνεται κατά περίπου 50%, σε σχέση με όσες διατηρούν το φυσιολογικό βάρος τους.

Αντίθετα, οι υπέρβαρες γυναίκες που καταφέρνουν να χάσουν βάρος ανάμεσα στις εγκυμοσύνες, μειώνουν τον κίνδυνο απώλειας του μωρού τους. Αν μια γυναίκα έχει χάσει τουλάχιστον έξι κιλά πριν τη δεύτερη εγκυμοσύνη της, τότε ο κίνδυνος μειώνεται κατά περίπου 50%.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, σχεδόν το ένα πέμπτο των γυναικών παχαίνουν μετά την πρώτη εγκυμοσύνη τους και αυτές αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο στη δεύτερη εγκυμοσύνη. Οι αιτίες θανάτου του μωρού πριν ή μετά τη γέννα είναι οι γενετικές ανωμαλίες, η ασφυξία, οι λοιμώξεις, το σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου κ.α. Αν η γυναίκα είναι μεγάλης ηλικίας και αν καπνίζει, ο κίνδυνος για το παιδί αυξάνεται περαιτέρω.

Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι όλο και περισσότερες γυναίκες είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες στην αρχή της εγκυμοσύνης τους. Γι’ αυτό, συστήνουν να ενημερωθούν πιο σωστά ότι πριν μείνουν έγκυες, ιδίως για δεύτερη φορά, πρέπει να μην έχουν βάλει παραπανίσια κιλά, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.

Δεν είναι τελείως ξεκάθαρο γιατί η προσθήκη κιλών ανάμεσα στις εγκυμοσύνες επιδρά αρνητικά στο μωρό. Φαίνεται ότι ο αυξημένος λιπώδης ιστός της εγκύου λόγω του πάχους και ο πιθανός διαβήτης κύησης της μητέρας μπορούν να επιβαρύνουν το καρδιαγγειακό σύστημα του παιδιού, να μειώσουν την παροχή οξυγόνου σε αυτό και να αυξήσουν το επίπεδο της φλεγμονής του.

Κανονικού βάρους θεωρείται μια γυναίκα, όταν ο δείκτης σωματικής μάζας (το βάρος σε κιλά προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα) είναι 18,5 έως 25, λιποβαρής όταν ο δείκτης είναι κάτω του 18,5, υπέρβαρη όταν έχει δείκτη 25 έως 30 και παχύσαρκη πάνω από 30.