Για χρόνια έδωσε τη μάχη με την ανορεξία. Αρχικά, δεν ήθελε βοήθεια, η φωνή μέσα στο κεφάλι της δεν της το επέτρεπε. Πλέον, έχει καταλάβει ότι δεν πρέπει να σηκώνει μόνη της αυτό το βάρος.
Η Ελενα Ντανκλ έγραψε ένα άρθρο στον Guardian, διηγήθηκε την ιστορία της και εξήγησε με έναν ιδιαίτερο τρόπο πώς είναι να υποφέρει κάποιος από μία βασανιστική διατροφική διαταραχή.

«Εχω νευρική ανορεξία. Σύμφωνα με τους γιατρούς αυτό σημαίνει ότι έχω «νευρική απουσία όρεξης». Θα το πήγαινα πιο μακριά και θα έλεγα ότι έχω νευρικό φόβο και αποστροφή απέναντι στην κατανάλωση φαγητού.

Ολοι έχουμε μία κριτική φωνή που σχολιάζει τι κάνουμε. Οταν κάθομαι για να φάω γεύμα, αυτή η φωνή μέσα στο κεφάλι μου τρελαίνεται. Μου φωνάζει: τι κάνεις; Θέλεις να παχύνεις; Προσπαθεί να με τρομάξει: πνίγεσαι. Μπορεί το φαγητό να είναι δηλητηριασμένο. Και με βρίζει: Είσαι σκύλα! Μία ηλίθια ηττοπαθής σκύλα! Η κριτική φωνή ποτέ δεν είναι ευχαριστημένη μαζί μου, αλλά τις περισσότερες φορές τρελαίνεται πραγματικά μόνο όταν τρώε.

Το αστείο με αυτό είναι ότι επειδή έχω νευρική ανορεξία, η κριτική φωνή έχει παρέα. Ο πρώτος ψυχίατρός μου έχασε την υπομονή του και με απείλησε. «Δεν θα έχεις μία τελευταία χρονιά στο σχολείο με όλους τους φίλους σου», φώναξε. «Θα περάσεις έξι μήνες στο νοσοκομείο με ένα σωληνάκι στη μύτη!». Και το αξίζεις, αποτυχημένη!, φώναζε η φωνή στο κεφάλι μου.

Οταν η καρδιά μου έγινε αδύναμη, πήγα σε έναν καρδιολόγο και εκείνος επίσης μου φώναξε. «Σταμάτα να είσαι ηλίθια!», μου είπε. Και η φωνή μέσα μου είπε «Ναι, ηλίθια σκύλα!».

Κανείς δεν μπορεί να δει τις κραυγές μέσα μου. Το μόνο που βλέπουν είναι πόσο ήρεμη είμαι όταν αρχίζουν και εκείνοι να φωνάζουν. Με βλέπουν να χαμογελούν και νομίζουν ότι είμαι αλαζονική και αγενής. Δεν είναι αυτό. Απλά έχω συνηθίσει να μου φωνάζουν.

Με τα χρόνια, η ντροπή από όλες αυτές τις φωνές έχει συσσωρευθεί. Ντροπή: ένα «επώδυνο συναίσθημα εξευτελισμού». Το να μου φωνάζουν μέρα- νύχτα μέσα στο κεφάλι μου είναι επώδυνο και εξευτελιστικό, ακόμη και όταν δεν φωνάζει και κάποιος άλλος. Και αυτή η ντροπή ήταν τόσο βαριά, που μετά βίας σηκωνόμουν το πρωί.

Ομως, υπάρχει ένα καλό πράγμα στο να είσαι ανορεξική. Δεν είναι ο λόγος που έγινα ανορεξική, αλλά ένας από τους λόγους που δεν ήθελα βοήθεια και τόσο καιρό. Εμείς οι ανορεξικές δεν αντέχουμε να φάμε, ακόμη κι αν θέλουμε. Ομως, στην κοινωνία μας, όσοι δεν τρώνε είναι οι νικητές.

Φανταστείτε πώς είναι για κάποιον σαν κι εμένα. Ολη μέρα να σου φωνάζουν και να σε προσβάλουν. Και τότε, ξαφνικά, κάποιος λέει ”Μακάρι να χωρούσα σε αυτά τα τζιν. Ποιο είναι το μυστικό σου. Πώς το κάνεις;”

Αυτό ήταν πάντα η πιο ωραία στιγμή της ημέρας μου.

Ηθελα να είμαι αδύνατη; Οχι. Δεν σταμάτησα να τρώω για να αδυνατίσω. Σταμάτησα να τρώω για να σταματήσει η φωνή. Μόλις όμως οι άλλοι άρχισαν να με παρακαλάνε να τους βοηθήσω στη δίαιτά τους, ήθελα να είμαι αδύνατη; Διάβολε ναι!

Αυτό είναι το πρόβλημα με το να δεχθείς βοήθεια για την ανορεξία. Πολλοί ανορεξικοί δεν καταλαβαίνουν ότι η θεραπεία υποτίθεται ότι γίνεται για να μας βοηθήσει. Αυτό που ξέρουμε είναι πως η θεραπεία θα μας κάνει να πάρουμε βάρος. Και αυτό θα μας κάνει να χάσουμε την καλύτερη στιγμή της ημέρα.

Υπάρχει όμως ένα θέμα: η νευρική ανορεξία δεν είναι τρόπος ζωής, ακόμη κι αν φαίνεται έτσι. Είναι μαρτύριο. Είναι πολύ αργός, επώδυνος, θάνατος. Τα μαλλιά σου πέφτουν, τα δόντια σου σαπίζουν, τα κόκαλά σου γίνονται εύθραυστα, το δέρμα ανομοιόμορφο. Μετά πεθαίνεις. Αλήθεια! Η ανορεξία σκοτώνει.

Ο τρόπος για να κάνεις μία ευτυχισμένη ζωή δεν είναι να περιφέρεσαι με ένα βάρος ντροπής, ελπίζοντας ότι κατά διαστήματα κάποιος θα σου κάνει ένα κομπλιμέντο. Είναι να γυρίσεις και να κοιτάξεις καλά την ντροπή. Από πού ήρθε; Γιατί την κουβαλάς;

Η ντροπή μου προερχόταν από κάτι που έγινε όταν ήμουν 13 ετών. Το έσκασα από το σπίτι για να πάω σε ένα πάρτι και ένας άγνωστος με βίασε σε ένα μπάνιο. Οταν προσπάθησα να αντισταθώ, μου φώναξε. Ηταν η πρώτη φορά που κάποιος με αποκάλεσε σκύλα.

Δεν ήθελα να μάθει κανείς τι έγινε. Κατηγορούσα τον εαυτό μου που ήμουν ηλίθια. (Ηλίθια σκύλα!). Ενιωθα εντελώς ταπεινωμένη και έτσι ξεκίνησα να κουβαλάω αυτό το μυστικό βάρος ντροπής.

Αλλά δεν είναι δική μου η ντροπή. Είναι δική του. Αυτός είναι ο ηλίθιος μπάσταρδος που ένιωσε τόσο αδύναμος, ανασφαλής και εκτός ελέγχου που έπρεπε να χτυπήσει και να πληγώσει ένα μικρό κορίτσι. Τώρα το ξέρω. Δεν κουβαλάω τη ντροπή του πλέον και δεν χρειάζομαι αυτά τα κομπλιμέντα για να αντέξω μία μέρα.

Ετσι, τώρα τρώω. Είναι ακόμη δύσκολο κάποιες στιγμές, αλλά το δουλεύω με τους γιατρούς μου και φτιάχνω καλά ισορροπημένα γεύματα. Και όταν η κριτική φωνή μου λέει ”νομίζω ότι αυτό το ροδάκινο είναι δηλητηριασμένο”, εγώ λέω ”φωνή, είσαι ένας παρανοϊκός, τρελός μπάσταρδος”. Ας δουλέψουμε σε αυτό μαζί…».