Αν πρέπει να χειρουργηθείτε αυτή την εποχή για κύστη κόκκυγα, ίσως δεν χρειάζεται να αναβάλετε για πολύ τα θαλάσσια μπάνια σας.
Ένας νέος τρόπος αποκατάστασης επιτρέπει στους ασθενείς την επαφή τους με το νερό ελάχιστες ημέρες μετά την επέμβαση.

Η κύστη κόκκυγος (ή τριχοφυλετικό συρίγγιο, όπως αποκαλείται επιστημονικά) μία κύστη με ένα ή περισσότερα συρίγγια, πάνω ή κοντά στη μεσογλουτιαία γραμμή ή κοντά σε αυτή που περιέχει συνήθως τρίχες και ταλαιπωρημένο δέρμα με ενδείξεις φλεγμονής.

Στην οξεία μορφή της δημιουργεί ένα απόστημα που προκαλεί ανυπόφορο πόνο, οίδημα (πρήξιμο) και εκροή υγρού – κλινική εικόνα πολύ χαρακτηριστική, που επιτρέπει στον χειρουργό να την διαγνώσει με μία απλή κλινική εξέταση, κατά τον γενικό χειρουργό Σταύρο Τσιριγωτάκη.

Η κύστη κόκκυγα προσβάλλει ετησίως εκατοντάδες άνδρες και γυναίκες στη χώρα μας, συνήθως στις ηλικίες 15 έως 30 ετών.

Η έντονη τριχοφυΐα και τα περιττά κιλά, η καθιστική εργασία και οι επαναλαμβανόμενοι τοπικοί τραυματισμοί είναι μερικοί από τους παράγοντες που συντελούν στην εμφάνισή της, ενώ αυξημένο κίνδυνο να την εκδηλώσουν έχουν τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό της νόσου.

Η πάθηση είναι γνωστή εδώ και περίπου δύο αιώνες, όμως στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απέκτησε το προσωνύμιο «νόσος των jeep».

Αυτό οφειλόταν στο ότι εμφανίζονταν αναρίθμητα κρούσματα στους στρατιώτες, οι οποίοι κάθονται με τις ώρες σε φορτηγά τα οποία περνούσαν από κακοτράχαλους δρόμους, με συνέπεια να υφίστανται πιέσεις, αυξημένη εφίδρωση (υπεριδρωσία) και τραυματισμούς που ευνοούσαν την εμφάνισή της.

Η αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση της κύστης κόκκυγα γίνεται με χειρουργική επέμβαση. Αυτή μπορεί να γίνει στην οξεία φάση (όταν υπάρχει φλεγμονή και πόνος) ή στην χρονία φάση (δηλαδή όταν έχουν εκλείψει τα συμπτώματά της).

Οι τεχνικές που μπορεί να εφαρμοστούν είναι πολλές και ποικίλες και εξαρτώνται από κάθε χειρουργό ξεχωριστά.

Κάποιοι επιλέγουν για μεγαλύτερη ασφάλεια την ανοιχτή μέθοδο σε οξεία φάση, που δημιουργεί μεγάλη τομή και απαιτεί ακινησία και πολλές αλλαγές του τραύματος, και άλλοι προτιμούν την αφαίρεση με τοπική αναισθησία και λίγα ράμματα όταν υποχωρήσει η φλεγμονή (π.χ. με αντιβιοτική αγωγή), κι ας υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος υποτροπής.

Μία πιο εξελιγμένη μέθοδος είναι η αφαίρεση με νέας γενιάς λέιζερ (λέγεται λέιζερ FiLaC), το οποίο καταστρέφει την κύστη και τα συρίγγιά της μέσω εξάχνωσης.

Η μέθοδος αυτή δεν απαιτεί μεγάλη τομή ή μεγάλο τραύμα, ο μετεγχειρητικός πόνος είναι λιγοστός, ο ασθενής ανακτά σύντομα την κινητικότητά του, επιστρέφει αυθημερόν στο σπίτι του και από την επομένη ημέρα επανέρχεται στις φυσιολογικές δραστηριότητές του, κατά τον κ. Τσιριγωτάκη.

Πολύ σύντομα, δε, μπορεί να κάνει και μπάνιο στη θάλασσα, ενώ ο κίνδυνος υποτροπής είναι πολύ μικρός.

Ωστόσο δεν είναι όλοι οι πάσχοντες κατάλληλοι υποψήφιοι για αντιμετώπιση της κύστης με αυτή τη μέθοδο, αλλά επιλέγονται με συγκεκριμένα κριτήρια.

Η επιτυχία της μεθόδου, εξάλλου, εξαρτάται από την εξειδίκευση και την εξοικείωση του χειρουργού στη νέα τεχνολογία, αλλά και την τήρηση των οδηγιών του γιατρού από τον ασθενή μετά το πέρας της εγχείρησης, τονίζει ο κ. Τσιριγωτάκης.