Έρευνα ανατρέπει τα δεδομένα και χτυπά καμπανάκι για τα ρυζάλευρα.

Η απαλλαγμένη από προϊόντα που περιέχουν γλουτένη διατροφή έγινε τα τελευταία χρόνια «μόδα», παρότι ξεκίνησε ως ιατρικά ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή για τους πάσχοντες από κοιλιοκάκη, την ευρύτερα γνωστή ως δυσανεξία στη γλουτένη.

Ομως νέα έρευνα του πανεπιστημίου του Illinois, που προδημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Epidemiology», έδειξε πως, αν δεν είναι αναπόφευκτη, η αφαίρεση της γλουτένης από τη διατροφή γεννά κινδύνους, όπως η αυξημένη έκθεση του οργανισμού σε τοξικά μέταλλα, για παράδειγμα το αρσενικό και τα κατάλοιπα υδραργύρου. Και αυτό επειδή τα προϊόντα που είναι πλούσια σε γλουτένη -κατά βάση τα σιτηρά- αντικαθίστανται από ρυζάλευρα.

Και το ρύζι λειτουργεί σαν σφουγγάρι, απορροφώντας από το έδαφος μαζί με μεγάλες ποσότητες νερού που απαιτούνται στην καλλιέργειά του, αντίστοιχα μεγάλες ποσότητες φυτοφαρμάκων και τοξικών μετάλλων που σωρεύονται στο έδαφος.

Οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία έρευνας πάνω στις διατροφικές συνήθειες του πληθυσμού που είχε διεξαχθεί το διάστημα 2009-2014 στις ΗΠΑ και εστίασαν σε περιπτώσεις 73 ατόμων που είχαν καθιερώσει διατροφή απαλλαγμένη από γλουτένη το διάστημα αυτό. Αναλύοντας δείγματα αίματος και ούρων, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα αρσενικού στον οργανισμό των 73 ήταν διπλάσια έναντι του γενικού πληθυσμού, ενώ τα επίπεδα υδραργύρου ήταν 70% υψηλότερα.

Μέτρα

Η υψηλή περιεκτικότητα του ρυζιού σε τοξικά μέταλλα έχει ήδη οδηγήσει στη λήψη προληπτικών μέτρων στην Ευρώπη. Το ίδιο και στην Αυστραλία, όπου εκτιμάται ότι το 2,5% του πληθυσμού (600.000 άνθρωποι) έχει βγάλει ολοκληρωτικά τη γλουτένη από τη διατροφή του υποκαθιστώντας τα σιτηρά με ρυζάλευρα και όπου ισχύουν θεσμοθετημένα αυστηρά όρια ασφαλείας και αντίστοιχοι συστηματικοί έλεγχοι στα προϊόντα του ρυζιού.

Ομως στις ΗΠΑ δεν υπάρχει ανάλογη προστατευτική νομοθεσία για τα τρόφιμα, παρά μόνο έλεγχοι στην ποιότητα του νερού.

Η εκτεταμένη χρήση και η αυξανόμενη κατανάλωση των ρυζάλευρων έχει πλέον αλλάξει τα δεδομένα και απαιτούνται αυστηρότεροι και εκτεταμένοι έλεγχοι. Ακόμη και μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ απαιτούν τον προσδιορισμό επίσημων ορίων ασφαλείας (πιθανόν για να αποφύγουν τις δικαστικές επιπλοκές από ενδεχόμενες δικαστικές διαμάχες με καταναλωτές που αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσουν τις επιπτώσεις στην υγεία τους).