Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια ανίατη ασθένεια και σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας έχει εξελιχθεί σε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα υγείας στα ανεπτυγμένα κράτη.
Τα πιο συχνά αποτελέσματα της νόσου είναι η υπερέκκριση βλέννης, η μείωση της ροής του αέρα στους αεραγωγούς, η υπερδιάταση των πνευμόνων και οι διαταραχές στην ανταλλαγή αερίων.

Τα παραπάνω οδηγούν σε έντονο αίσθημα δύσπνοιας, απόρροια του οποίου είναι και ο περιορισμός της ικανότητας για άσκηση. Επίσης οι αναπνευστικοί μύες, λόγω της έντονης ανάγκης για αιμάτωση, στερούν μεγάλα ποσοστά ενεργειακών αποθεμάτων από τους σκελετικούς μύες προκαλώντας έτσι συμπτώματα μυϊκής κόπωσης και εξάντλησης.

Το αυξημένο αίσθημα δύσπνοιας, ο μυϊκός κάματος και η μείωση των καθημερινών δραστηριοτήτων οδηγεί σε επιδείνωση της φυσικής κατάστασης και άρα σε επιδείνωση της ποιότητας ζωής. Αν σε αυτά προσθέσει κανείς τις συχνές νοσηλείες, την κακή διατροφή, το άγχος και την κατάθλιψη που προκύπτουν, γίνεται κατανοητή η δημιουργία ενός «φαύλου κύκλου» που δύσκολα σπάει.

Νεότερες μελέτες δείχνουν ότι ασθενείς με ΧΑΠ απομακρύνονται από κοινωνικές και προσωπικές δραστηριότητες, γεγονός το οποίο επιφέρει απομόνωση και δημιουργεί αισθήματα ανασφάλειας και ψυχικού άλγους. Η εξέλιξη της νόσου σε συνδυασμό με τα παραπάνω οδηγούν σε μια σταθερή και συνεχή επιδείνωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.

Σε ασθενείς με ΧΑΠ η θεραπεία στοχεύει κυρίως στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου, την ανακούφιση των συμπτωμάτων και τη μείωση της συχνότητας και βαρύτητας των παροξυσμών. Επίσης, στοχεύει στη βελτίωση της αντοχής στην κόπωση και γενικά τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Η θεραπεία περιλαμβάνει την φαρμακευτική αγωγή, την χορήγηση οξυγόνου για πολλές ώρες ημερησίως και την αναπνευστική φυσικοθεραπεία.

Η αναπνευστική φυσικοθεραπεία με τη χρήση κατάλληλων τεχνικών βοηθάει στην αποβολή της βλέννης από τους πνεύμονες. Ακόμη, διδάσκεται ο ασθενής τις θέσεις ανακούφισης και μείωσης της αναπνευστικής προσπάθειας. Τέλος, ο ασθενής εκπαιδεύεται σε τεχνικές διαφραγματικής αναπνοής και στη χρήση συσκευών που ονομάζονται εξασκητές αναπνευστικών μυών. Αυτοί λειτουργούν με την αρχή της εισπνοής υπό ελεγχόμενη αντίσταση.

Όλα τα παραπάνω στοχεύουν στην εκγύμναση των εισπνευστικών μυών για αύξηση της αντοχής και της ισχύος τους, γεγονός το οποίο οδηγεί σε μείωση της αίσθησης της δύσπνοιας στην ηρεμία και την κόπωση και βελτίωση της ικανότητας λειτουργικής άσκησης.

Εκτός από την εκγύμναση των αναπνευστικών μυών, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα και στην άσκηση και ενδυνάμωση των περιφερειακών μυών. Αυτό απαιτεί την ένταξη του ασθενή σε ένα πρόγραμμα άσκησης συνολικά του σώματος. Το πρόγραμμα αυτό ονομάζεται Πρόγραμμα Αποκατάστασης Αναπνευστικού (ΠΑΑ).

Σκοπός ενός προγράμματος αποκατάστασης αναπνευστικού είναι η καταπολέμηση της κακής φυσικής κατάστασης, της έλλειψης σωματικής άσκησης, της μυϊκής αδυναμίας και της δυσλειτουργίας των αναπνευστικών μυών. Ταυτόχρονα, συμβάλει στην αύξηση της ανεξαρτησίας του ασθενή, στη μείωση της συχνότητας εμφάνισης της δύσπνοιας, στη μείωση των ημερών νοσηλείας και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Κλινικές μελέτες που ερεύνησαν τον συσχετισμό της δύναμης του τετρακεφάλου με ποσοστά θνησιμότητας σε ασθενείς με ΧΑΠ έδειξαν ότι η ένταξη των ασθενών σε προγράμματα αποκατάστασης αυξάνει και τα ποσοστά επιβίωσης τους.

Τα προγράμματα αποκατάστασης αναπνευστικού θα πρέπει να σχεδιάζονται ώστε να καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, αλλά ταυτόχρονα να είναι προσαρμοσμένα και στις ιδιαίτερες ανάγκες των ασθενών έτσι ώστε αυτοί να επωφελούνται τα μέγιστα.

Η χρήση εργοποδήλατου, εργοδιάδρομου, ασκήσεις με Τhera-band, μικρούς αλτήρες, σουηδικές μπάλλες κ.α. συντελούν στην προσαρμογή του καρδιοαναπνευστικού συστήματος του ασθενή στις καθημερινές και φυσικές ανάγκες του. Η χρήση οξυγόνου κατά τη διάρκεια της άσκησης βοηθάει στη υποξαιμία που προκύπτει, ενώ η χρήση διαλειμματικής άσκησης μεγιστοποιεί τα αποτελέσματα.

Η συχνότητα, η διάρκεια και ο βαθμός της έντασης του προγράμματος εξαρτάται από την κατάσταση του ασθενή. Η εμπειρία μας δείχνει ότι ένα πρόγραμμα διάρκειας 30-45 λεπτών, με μια συχνότητα 2-3 συνεδρίες την εβδομάδα και σε ένταση 60-80% της μέγιστης ικανότητας παραγωγής έργου είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό.

Οι περισσότερες μελέτες τα τελευταία 15 έτη αποδεικνύουν ότι τα προγράμματα αποκατάστασης αναπνευστικού βελτιώνουν την δύσπνοια, βελτιώνουν τη βάδιση και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής. Ακόμη, μειώνουν τον αριθμό ημερών νοσηλείας, βελτιώνουν τα κλινικά οφέλη, αυξάνουν τη μυϊκή δύναμη και αντοχή, τόσο των αναπνευστικών, όσο και των περιφερειακών μυών. Επίσης, μειώνουν τα αισθήματα στρες, άγχους και κατάθλιψης με ταυτόχρονα ψυχοκοινωνικά οφέλη και αυξάνουν τις καθημερινές, φυσικές και κοινωνικές δραστηριότητες των ασθενών με ΧΑΠ.

Κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι αν και ο βαθμός απόφραξης των αεραγωγών δεν αλλάζει σημαντικά με το πρόγραμμα αποκατάστασης, ο ασθενής θα περπατήσει περισσότερη ώρα ή θα ανέβει περισσότερα σκαλιά, ή πιο εύκολα μια ανηφόρα και με λιγότερη δύσπνοια και αυτή είναι η πραγματική αξία και χρησιμότητα αυτών των προγραμμάτων.

* Ο Αλέξανδρος Σέρρος είναι Φυσικοθεραπευτής, απόφοιτος του ΑΤΕΙ Αθηνών, με εξειδίκευση ΟΜΤ (δια των χειρών αποκατάσταση ορθοπεδικών περιστατικών – Orthopaedic Manipulative Therapist).