Η θαρραλέα Αγία δεν φοβήθηκε τίποτε και έχοντας όπλο της την αλήθεια, το δίκαιο και την Πίστη πήγε μαζί με τη Μαρία του Κλωπά στη Ρώμη, στον ίδιο τον Αυτοκράτορα Τιβέριο για να καταγγείλει τις αυθαιρεσίες των Πιλάτου, Άννα καί Καϊάφα εναντίον του Χριστού!

Και πραγματικά καταφέρνει να ιστορήσει στον Καίσαρα όλα τα θαυμαστά γεγονότα και την άδικη καταδίκη του αθώου! Όταν δε φτάνει στό σημείο που αναφέρει την Ανάσταση του Χριστού, λέγεται πως ο Τιβέριος αντέδρασε και είπε:

«Όλα να τα πιστεύσω για Αυτόν τον Ιησού. Αλλά για Ανάσταση πως να πιστέψω»; Εκείνη την ώρα περνούσε μια υπηρέτρια με ένα καλαθάκι γεμάτο αυγά καί ο Καίσαρας βρήκε την ευκαιρία να προσθέσει: «Να! Εάν αυτά τα αυγά γίνουν κόκκινα, τότε και εγώ θα πιστέψω πως ο Χριστός Αναστήθηκε»!

Αμέσως τότε καί αδίστακτα η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή, πλησίασε τήν σκλάβα καί άγγιξε τά αυγά, πού αστραπιαία καί θαυματουργικά έγινα όλα κόκκινα! Πήρε τότε ένα καί τό έδειξε στόν έκθαμβο Τιβέριο λέγοντας:

«Χριστός Ανέστη»! Τότε συγκλονισμένος ο καλοπροαίρετος Τιβέριος ομολογεί “Αληθώς Ανέστη” καί δίνει άμεσα εντολή νά φέρουν τό γρηγορότερο μπροστά του στή Ρώμη από τά Ιεροσόλυμα τόν Πιλάτο, τόν Άννα καί τόν Καϊάφα!!!

Από εδώ έχουμε τό έθιμο τού κόκκινου αυγού! Διότι «Αληθώς Ανέστη ο Κύριος»! Καί τά αυγά πρέπει νά βάφονται κόκκινα καί μόνον.

Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΡΩΤΑΙΤΙΩΝ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Έτσι λοιπόν, χάρη στό θάρρος καί τήν απερίγραπτη πίστη τής Αγίας Μαρίας τής Μαγδαληνής, πιάνονται στά Ιεροσόλυμα οι πρωταίτιοι τής άδικης θανάτωσης τού Ιησού καί μέ συνοδεία στρατιωτών ρίχνονται σέ πλοίο πού ξεκινά γιά τή Ρώμη! Μέσα τούς οι καρδιές τούς τρέμουν! Ξέρουν τί τούς περιμένει! Απορούν όμως πώς τό έμαθε καί από ποιόν ο ίδιος ο Αυτοκράτορας!

Εν πλώ καί ενώ τό πλοίο βρίσκεται πλάι στήν Κρήτη, ο Καϊάφας πεθαίνει υπό φρικτούς πόνους, όποτε αναγκάζονται νά τόν θάψουν στό ελληνικό νησί!

Οι άλλοι δύο ένοχοι φτάνουν τελικά στή Ρώμη γιά νά παρουσιαστούν μπροστά στό αποφασιστικό βλέμμα τού Καίσαρα, ο οποίος διατάζει αμέσως νά γδάρουν ένα βουβάλι καί μέ τό νωπό του δέρμα νά τυλίξουν τόν Άννα, πού ήταν πεθερός τού Καϊάφα καί νά τόν αφήσουν στόν ήλιο!!! Έτσι έσφιξε τό δέρμα, συνθλίβοντας κατά τρόπο μαρτυρικό καί οδυνηρό τόν Άννα!

Ο Καίσαρας προστάζει τότε νά φέρουν μπροστά του τόν Πιλάτο. Η Αγία Μαγδαληνή λέει τότε, πώς ο Πιλάτος είχε πάρει τόν άρραφο χιτώνα τού Χριστού πού είχε υφάνει η Παναγία καί πώς τόν φορά!

Πράγματι ο Αυτοκράτορας διατάζει νά βγάλει τή στολή τού ο καταντροπιασμένος Πιλάτος καί όντως φανερώνεται ο άρραφος χιτώνας τού Χριστού, πού τόν είχε πάρει από τούς στρατιώτες!!!

Ο Καίσαρας γίνεται έξαλλος! «Πώς τόλμησες νά κάνεις τέτοιον άδικο φόνο στόν Ιησού πού έπραξε τόσα ένδοξα καί θαυμάσια;» ρώτησε καί ο Πιλάτος απάντησε μέ τρόμο πώς «γιά τό φόβο σου Καίσαρα…αφού τό πλήθος φώναζε νά τόν σταυρώσω»…

«Μά αφού άθλιε είχες εξουσία νά τόν απολύσεις γιατί δέν τόν απέλυσες»; τόν ρώτησε ο Καίσαρας καί χωρίς νά περιμένει απάντηση, πρόσταξε νά τόν κλείσουν σέ μία φυλακή έξω από τήν πόλη μέχρι νά σκεφτεί μέ ποιόν τρόπο θά τόν σκότωνε!

Έτσι βασανιζόταν γιά καιρό ο Πιλάτος, θυμόμενος τά λόγια της γυναίκας τού τής Αγίας Ποπλίας νά μήν καταδικάσει τόν Χριστό, θυμόμενος ότι ομολόγησε δημόσια πώς ήταν αθώος ο Χριστός, θυμωμένος γιατί υπέκυψε στούς αδίκους καί δέν τόν ελευθέρωσε!

Καί ενώ μία μέρα βγήκε ο Αυτοκράτορας γιά κυνήγι κοντά στόν πύργο τής εξωτερικής φυλακής καί τόξευσε ένα θήραμα, τό βέλος πήγε κατά θεία δίκη καί καρφώθηκε μέσα από τό παραθύρι τής φυλακής επάνω στόν Πιλάτο.