Λόγω των Αγίων Ημερών της Μεγάλης Εβδομάδος και με δεδομένο το γεγονός ότι πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι διερωτήθηκαν πόση ήταν η πραγματική τιμή των τριάκοντα αργυρίων και κατά συνέπεια η τιμή του προδοτικού φιλήματος του Ιούδα, που έφθασε στο σημείο να προδώσει τον ίδιο τον Διδάσκαλό του, τον Ιησού Χριστό, ας διαβάσουμε το παρακάτω αποκαλυπτικό δημοσίευμα!…

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ κανείς τα Ευαγγέλια θα δεί ότι αμέσως μετά τον Μυστικό Δείπνο, όπου ο Ιησούς κατέδειξε τον προδότη, που ήταν ο Ιούδας, αυτός έφυγε ευθύς.«Τότε πορευθείς είς των δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς είπε· Τί θέλετέ μοι δούναι, και εγώ υμίν παραδώσω αυτόν; οι δε έστησαν αυτώ τριάκοντα αργύρια. 16 και από τότε εζήτει ευκαιρίαν ίνα αυτόν παραδώ.» (Ματθ. 26, 14-15)

Η ευκαιρία δόθηκε στον κήπο της Γεθσημανή, όπου ο Ιούδας πρόσωσε τον ΔΙδασκαλό του με ένα φίλημα: «Καί έτι αυτού λαλούντος ιδού Ιούδας είς των δώδεκα ήλθε, και μετ’ αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων από των αρχιερέων και πρεσβυτέρων τού λαού. ο δε παραδιδούς αυτόν έδωκεν αυτοίς σημείον λέγων· Όν αν φιλήσω αυτός εστι· κρατήσατε αυτόν. και ευθέως προσελθών τώ Ιησού είπε· Χαίρε, ραββί, και κατεφίλησεν αυτόν. Ο δε Ιησούς είπεν αυτώ· Εταίρε, εφ’ ό πάρει; τότε προσελθόντες επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν και εκράτησαν αυτόν.» (Ματθ. 26, 47-50)

Ανοίγοντας κανείς ένα παλαιό βιβλικό λεξικό, θα δεις ότι Αργύριον ή Άργύρια είναι ένα τεμάχιο αργύρου ή αργυρούν νόμισμα ή νομίσματα. Ασημένιο νόμισμα, όπως θα λέγαμε σήμερα. Πρόκειται για μία μονάδα νομίσματος αργύρου («μονάς νομίσματος αργυρά», που έλεγαν και οι λόγιοι).

Το πληθυντικό αντιστοιχεί προς το εβραϊκό σίσκλο, το οποίο υπήρχε επί των ημερών του Αβραάμ και του Μωϋσέως ως απλό βάρος το οποίο κυκλοφορούσε σε τεμάχια (Γεν. κγ΄, 15,16. Έξοδ. κα΄32).

 

Πρώτη μνεία περί του εβραϊκού νομίσματος γίνεται επί των ημερών των Μακκαβαίων και φαίνεται ότι πρώτος ο Σίμων έκοψε αυτά στο όνομά του, αφού έλαβε τη σχετική άδεια από τον Αντίοχο, βασιλέα της Συρίας (Α΄ Μακκ. Ιε΄6). Τα κοπέντα αυτά αργύρια, τα οποία ήσαν αργυρά νομίσματα, βασίζονταν επί της νομισματικής μονάδος, του σίσκλου, τα οποία μάλιστα είχαν την εβραϊκή επιγραφή: «Σίσκλος Ισραήλ».

Οι Εβδομήκοντα (Ο΄) μεταφράζουν συνήθως το εβραϊκό σίσκλο δια της λέξεως «δίδραχμον» (Ιησ. Ναυή ζ΄, 21. Νεεμ. Ε΄15)., κι αυτό κατά προσέγγιση του αρχαίου αιγινήτικου δίδραχμου, που ζύγισε 274 παρισινά γραμμάρια, έναντι του εβραϊκού σίκλου που ζύγιζε 271 ¾ γραμμαρίου μόνο, διότι το αττικό δίδραχμο ήταν μικρότερο και κατά συνέπεια μικρότερης αξίας.

Θα πρέπει να πούμε εδώ ότι τα νομίσματα της εποχής εκείνης είχαν διαφορετικό βάρος και κατά συνέπεια διαφορετική αξία σε κάθε εποχή και ανάλογα με την ηγεσία. Μη λησμονούμε ότι τον καιρό εκείνο η Ελλάδα είχε υποδουλωθεί στους Ρωμαίους οι οποίοι είχαν επιβάλλει το ρωμαϊκό δηνάριο, το οποίο κατ αρχάς ήταν ισοδύναμο της αττικής δραχμής, στη συνέχεια όμως άστατο ανάλογα με τις εποχές και τις εκάστοτε ηγεσίες.

Ας φέρουμε ένα παράδειγμα: Επί Αυγούστου Καίσαρος το δηνάριο ζύγισε 72,1 παρισινά γραμμάρια. Επί Τιβερίου 69,5, επί Νέρωνος 65,85 και επί Ουσπεσιανού 63,45, πράγμα που σημαίνει ότι όλα αυτά μόλις που προσέγγιζαν το τέταρτο του εβραϊκού σίσκλου και του αιγινήτικου δίδραχμου, το οποίο ζύγιζε την εποχή αυτή, 68,5 παρισινά γραμμάρια, ισότιμα προς 85 λεπτά, στην αρχική του αξία, απέναντι της τελευταίας του δηναρίου, που αντιστοιχούσε σε 75 λεπτά, και του συνόλου του σίσκλου που ήταν ισότιμο με 3 δραχμές.

Αυτός και ο λόγος, που οι νεότεροι συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Ιώσηπος, που ζούσε την εποχή του Ουσπεσιανού, δέχονται ότι το εβραϊκό σίσκλο ήταν ισότιμο προς τέσσερις (4) αττικές δραχμές, συμφωνώντας σχεδόν και με την Μετάφραση των Εβδομήκοντα, καθώς ο Ιώσηπος αναφέρει ότι : «ο δε Σίσκλος , νόμισμα Εβραίων ων, Αττικάς δέχεται δραχμάς τέσσαρας» (Ιωσ. Αρχ. Γ΄, 8,2).

 

Αργυρό δηνάριο επί εποχής Σεπτίμιου Σεβήρου, Ρωμαίου αυτοκράτορος (193 – 211 μ.Χ.)

Κλείνοντας, για να έρθουμε και στο θέμα των «τριάκοντα αργυρίων», που ήταν το τίμημα αθώου αίματος, πιθανώς ήσαν σίσκλοι αργυροί (το λέει άλλωστε και η ονομασία τους), έχοντας ο καθένας δύο δραχμές και ογδόντα λεπτά περίπου (Ματθ. 26, 15. 27,3).

Αν το δούμε από υλιστικής πλευράς, πόσο στοίχισε δηλαδή «το φίλημα του Ιούδα» ή –αν θέλετε- η προδοσία του Ιούδα με τα «τριάκοντα αργύρια», η απάντηση δίνεται από τους ίδιους τους Ευαγγελιστές:

«Πρωίας δε γενομένης συμβούλιον έλαβον πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι τού λαού κατά τού Ιησού ώστε θανατώσαι αυτόν· και δήσαντες αυτόν απήγαγον και παρέδωκαν αυτόν Ποντίω Πιλάτω τώ ηγεμόνι. Τότε ιδών Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν ότι κατεκρίθη, μεταμεληθείς απέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια τοίς αρχιερεύσι και πρεσβυτέροις λέγων· Ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον. οι δε είπον· Τί προς ημάς; σύ όψει. και ρίψας τα αργύρια εν τώ ναώ ανεχώρησε, και απελθών απήγξατο. οι δε αρχιερείς λαβόντες τα αργύρια είπον· Ουκ έξεστι βαλείν αυτά εις τον κορβανάν, επεί τιμή αίματός εστι. συμβούλιον δε λαβόντες ηγόρασαν εξ αυτών τον αγρόν τού κεραμέως εις ταφήν τοίς ξένοις· διό εκλήθη ο αγρός εκείνος αγρός αίματος έως της σήμερον…» (Ματθ. 26, 1-8)

Η τιμή, λοιπόν, ενός προδοτικού φιλήματος του Ιούδα ή των τριάκοντα αργυρίων της προδοσίας του Ιούδα ήταν ένας απλός αγρός! Ένα απλό χωράφι! Ο αγρός του κεραμέως!…

sakketosaggelos.gr