Ή τουλάχιστον, αυτή είναι η εντύπωσή μου, που μπορεί να είναι και λαθεμένη: νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί πολύ η χρήση της λέξης “παραλήρημα”, με τη μεταφορική της σημασία, στην πολιτική αντιπαράθεση. Βέβαια, παρά τις προόδους της υπολογιστικής γλωσσολογίας, αμφιβάλλω αν υπάρχει, ακόμα και για τα αγγλικά, κάποιο εργαλείο που να καταγράφει τις συχνότητες των λέξεων στα σώματα κειμένων και να μας δείχνει χρόνο με το χρόνο ποιες λέξεις σημειώνουν αισθητή αύξηση στη συχνότητα χρήσης τους -κι αν υπάρχει τέτοιο θαυματουργό εργαλείο για τα αγγλικά, μάλλον δεν θα υπάρχει για τα ελληνικά, οπότε ο καθένας βασίζεται στην, αναγκαστικά αποσπασματική, εποπτεία που έχει στο γλωσσικό τοπίο και στην υποκειμενική του κρίση.

Πάντως, το παραλήρημα το ακούω όλο και συχνότερα, για χαρακτηρισμό των δηλώσεων ή των απόψεων κάποιου δημόσιου προσώπου. Για παράδειγμα, και μένοντας στην τελευταία εβδομάδα, βρίσκω από το γκουγκλ ότι “παραλήρημα” χαρακτηρίστηκαν: η στην οποία εξέφρασε ρατσιστικές απόψεις· οι δηλώσεις Βγενόπουλου σε κυπριακό κανάλι (““)· τα όσα είπε ο Παναγιώταρος στη Βουλή (““)· οι δηλώσεις άλλων χρυσαβγιτών (““)· μια τοποθέτηση του δημάρχου Πειραιώς κατά των αδέσποτων ζώων (““)· όσα είπε ο Ευ. Βενιζέλος στη διακαναλική του συνέντευξη (““)· η ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου (““)· η επιστολή ενός πολιτευτή προς υποψήφιο δήμαρχο της Κορίνθου (““)· ένα άρθρο της Αυγής που ασκούσε κριτική στο ΚΚΕ (““)· το ξέσπασμα του Λιάγκα στην τηλεόραση (““)· οι εναντίον της Ρωσίας δηλώσεις του πρωθυπουργού της Ουκρανίας (““)· ένα σχόλιο του ΣΥΡΙΖΑ για την ομιλία του πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο (““)· δηλώσεις του προέδρου του ΠΑΟΚ (““).

Δεκατρείς περιπτώσεις μέσα σε μια βδομάδα, και δεν αποκλείεται να είναι κι άλλες που να μου ξέφυγαν, ενώ δεν υπολόγισα τις άλλες σημασίες της λέξης “παραλήρημα” όπως π.χ. τη σημασία του ακράτητου ενθουσιασμού (“Ο Σάκης βγήκε στη σκηνή και προκάλεσε παραλήρημα”), ούτε τις επαναληπτικές χρήσεις (η συνομιλία του ρατσιστή προέδρου των Κλίπερς χαρακτηρίστηκε παραλήρημα από πολλές πηγές, όχι μόνο απο μία). Κι όπως βλέπετε, η λέξη χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει σχεδόν τα πάντα, από όντως ασυνάρτητα ξεσπάσματα μέχρι νηφάλιες τοποθετήσεις, ακόμα και του Πατριάρχη! Επίσης, ο χαρακτηρισμός “παραλήρημα” εκτοξεύεται περίπου από τους πάντες εναντίον των πάντων, αφού έτσι έχουν χαρακτηριστεί κόμματα και πρόσωπα από όλο το πολιτικό φάσμα αλλά και εκτός πολιτικής. Για να μην παρεξηγηθώ, απλώς καταγράφω περιπτώσεις: ούτε θεωρώ βάσιμους τους χαρακτηρισμούς, ούτε τους αποδοκιμάζω. Η καταγραφή άλλο σκοπό έχει, ή μάλλον δύο σκοπούς: α) να αποδείξει ότι ο όρος “παραλήρημα” χρησιμοποιείται συχνά, πράγμα που νομίζω αποδείχτηκε, και β) ότι χρησιμοποιείται όχι ακριβώς με την κυριολεκτική του σημασία.

Αλλά ποια είναι η κυριολεκτική του σημασία; Ίσως έπρεπε από εκεί να ξεκινήσω, αλλά καμιά φορά το άρθρο σε παίρνει από το χέρι και σε πάει. , παραλήρημα είναι: 1. λόγια ασυνάρτητα και χωρίς νόημα, που αποτελούν σύμπτωμα διανοητικής σύγχυσης σε ορισμένες οργανικές ή ψυχικές παθήσεις, παραμιλητό: Ψηνόταν από τον πυρετό και είχε ~. || Tρομώδες ~, οξύ παραλήρημα που εμφανίζεται σε αλκοολικούς και συνοδεύεται από σπασμούς κτλ.· (πρβ. ντελίριο). 2. ακατάσχετη φλυαρία, πολυλογία: Tον έπιασε ένα ρητορικό ~. 3. (μτφ.) ασυγκράτητος, υστερικός (συχνά ομαδικός) ενθουσιασμός, παροξυσμός: ~ χαράς. H είδηση ξεσήκωσε ένα ~ ενθουσιασμού. Ερωτικό ~.

Καμιά από τις τρεις σημασίες δεν αντιστοιχεί στις περιπτώσεις που επισήμανα στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου. Το λεξικό του Μπαμπινιώτη, πλάι σ’ αυτές τις τρεις, δίνει και μιαν ακόμα σημασία: (μτφ.-κακόσ.) Ο λόγος που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ειρμού και τυφλό πάθος, κυρίως από φανατισμό εθνικιστικό ~. Πρόκειται ακριβώς για τη σημασία που μας ενδιαφέρει. Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται ο χαρακτηρισμός “παραλήρημα”, αλλά βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι πάντοτε χρησιμοποιείται δικαιολογημένα. Αν, όπως υποστηρίζω, έχει γίνει της μόδας, επόμενο είναι πολλές φορές να χρησιμοποιείται καταχρηστικά, κάποτε με αυτοματισμό -για παράδειγμα, τον τελευταίο καιρό ο κ. Κεδίκογλου χρησιμοποιεί περίπου δυο φορές το μήνα τη λέξη “παραλήρημα” για να χαρακτηρίσει τοποθετήσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης ή του αρχηγού της.

Το παραλήρημα είναι ελληνιστική λέξη, που σήμαινε “ανόητη φλυαρία, μωρολογία” και την επανέφεραν σε χρήση οι λόγιοι για να αποδώσουν το γαλλικό délire, με την ψυχιατρική σημασία του όρου. Άλλωστε, delirium tremens, που το γράφουμε και ελληνικά, ντελίριουμ τρέμενς, είναι στα επιστημονικά λατινικά το ‘τρομώδες παραλήρημα’, ενώ πολύ συχνά χρησιμοποιούμε και τον λατινογενή όρο και μιλάμε για “ντελίριο”, είτε κυριολεκτικά είτε με τη σημασία του υστερικού ενθουσιασμού -αλλά και με τη μεταφορική σημασία του φανατικού λόγου, π.χ. “ρατσιστικό ντελίριο”. Σωστά σημειώνει το ΛΚΝ ότι θα ήταν ακριβέστερο να είχε προτιμηθεί η ελληνιστική λέξη παραλήρησις, που σήμαινε ακριβώς το ντελίριο, αλλά η πορεία της γλώσσας δεν είναι προσχεδιασμένη με τον κανόνα και τον διαβήτη.

Το παραλήρημα προέρχεται από το αρχαίο ρήμα “παραληρώ”, φλυαρώ χωρίς νόημα. Για παράδειγμα, στους Ιππείς του Αριστοφάνη, όπου λέγεται για τον Κρατίνο, παλαίμαχο πια κωμωδιογράφο “νυνί δ’υμείς αυτόν ορώντες παραληρούντα ουκ ελεείτε”, δηλαδή “τώρα στάλα σπλαχνιά δεν αισθάνεστ᾽ εσείς, /σαν κοιτάτε ανοστιές ν᾽ αραδιάζει” στην ωραία μετάφραση του Θρ. Σταύρου (άσχετο αν ο τάχα ξοφλημένος Κρατίνος την επόμενη χρονιά πήρε το πρώτο βραβείο με την κωμωδία του Πυτίνη αφήνοντας τον Αριστοφάνη τρίτον και καταϊδρωμένον με τις Νεφέλες). Το “παραληρώ” είναι σύνθετο, που πίσω του βρίσκεται το ληρώ (λέω ανοησίες) και ο λήρος, τα ανόητα λόγια, οι ανοησίες, οι μωρολογίες, λέξη που τη χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι και σαν επιφώνημα: Λήρος! (Ληρόκριτο είχε αποκαλέσει ο Επίκουρος τον Δημόκριτο!)

Θυμάμαι κάποτε έναν φίλο, πολύ διαβασμένο άνθρωπο ιδίως στον κλάδο του, που είχε σχηματίσει την ιδέα ότι το παραλήρημα και ο λήρος προέρχονται από τον… Ληρ. Όχι τον σαιξπηρικό βασιλιά Ληρ, αλλά τον ποιητή Έντουαρντ Ληρ (1812-1888), μέγιστο λιμερικογράφο -αλλά στα λιμερίκια, που άρεσαν πολύ στον φίλο μου εκείνον,. Δεν είναι τόσο εξωφρενική η παρανόηση του φίλου μου, αφού το λογοτεχνικό είδος που καλλιέργησε ο Ληρ χαρακτηρίζεται literary nonsense, και το πρώτο βιβλίο του με λιμερίκια είχε τίτλο , αλλά βέβαια πρόκειται για σύμπτωση -που παρέσυρε τον φίλο μου σε… αντιπορτοκαλισμό, αν μπορούμε να βαφτίσουμε έτσι την εσφαλμένη απόδοση ξένης ετυμολογίας σε έναν ελληνογενή όρο.

Πάντως, ο λήρος και οι σχετικές λέξεις προσφέρονται και για άλλα λογοπαίγνια, πέρα από το αρχαίο του Επίκουρου. Έτσι, θα μπορούσαμε π.χ. να πούμε ότι πέρα από τους λυρικούς ποιητές υπάρχουν και οι “ληρικοί ποιητές” (εκείνοι που γράφουν ανοησίες), αλλά και οι “λιρικοί ποιητές” (εκείνοι που πληρώνονται αδρά για να γράψουν), ίσως μάλιστα και οι “λειρικοί” (που κοκορεύονται, σαν να έχουν λειρί). Πολλά υπόσχεται επίσης και η σύνδεση του παραλή με το παραλήρημα (το ρήμα ενός παραλή; )

Όσο για τον χαρακτηρισμό ‘παραλήρημα’, με τη σημασία τη μεταφορική, υποθέτω ότι η τόση δημοτικότητά του οφείλεται στο ότι πετυχαίνει μ’ ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια, αφού υποβάλλει την ιδέα ότι ο αντίπαλός μας δεν κάνει απλώς λάθος, δεν λέει μόνο ανοησίες αλλά και έχει ανάγκη ψυχιατρικής παρακολούθησης. Δεν θα με ενοχλούσε να ακουγόταν λιγότερη αυτή η λέξη της μόδας, αλλά δεν τρέφω πολλές ελπίδες.