Παρατηρείστε με τι απλό και χαριτωμένο, μα ταυτόχρονα ορθόδοξο και διδακτικό τρόπο ο φωτισμένος Γέροντας μας μιλάει για τις στενοχώριες που έχουμε και είναι σχετικές με τα υλικά αγαθά και άλλες ασημαντότητες της κοσμικής ζωής.

– Γέροντα, αυτόν τον καιρό, στενοχωριέμαι πολύ.

– Γιατί στενοχωριέσαι; Βούλιαξαν τα καράβια σου; Πού τα έβγαλες και βούλιαξαν; στον Ατλαντικό; Καλά, βγάζουν τα καράβια με τέτοιο καιρό στον ωκεανό; Πόσα βούλιαξαν;

– Όλα, Γέροντα, βούλιαξαν.

– Ε, τότε είσαι ακτήμων και μπορείς να γίνης καλή μοναχή! Γιατί δεν δοξάζεις διαρκώς τον Θεό; Τί σου λείπει; Να έχη λύπη ένας άνθρωπος που βρίσκεται μακριά από τον Χριστό, το καταλαβαίνω∙ αλλά να έχη λύπη ένας που είναι κοντά στο Χριστό, δεν το καταλαβαίνω, γιατί, και πόνο να έχη, ο πόνος του μελώνεται από τον Χριστό.

Όπως έχω καταλάβει, στον άνθρωπο δεν υπάρχει φαρμάκι, γιατί, αν το φαρμάκι ακουμπήσει στον Χριστό, γίνεται γλυκό σιρόπι. Όποιος έχει μέσα του φαρμάκι, σημαίνει ότι δεν ακουμπάει τα προβλήματά του στον Χριστό.

Η χαρά είναι του Χριστού, η λύπη είναι του διαβόλου…!