Προειδοποίηση στη Γερμανία και άλλους πιστωτές να συμφωνήσουν τις επόμενες εβδομάδες για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, διαφορετικά θα χαθεί η καλύτερη ευκαιρία που υπάρχει για να μπει τέλος στην επταετή κρίση της χώρας, στέλνει μέσω της Wall Street Journal ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Στη συνέντευξή του, που πραγματοποιήθηκε μια ημέρα μετά την επίσκεψη του απερχόμενου Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στην Αθήνα, στην οποία στήριξε το αίτημα για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ο κ. Τσακαλώντος προειδοποίησε πως η κωλυσιεργία θα μπορούσε να υπονομεύσει τις ελπίδες της χώρας για ανάκαμψη το 2017, τονίζοντας πως οι επόμενες εβδομάδες παρέχουν μια σημαντική ευκαιρία στην ευρωζώνη για να δείξει ότι μπορεί να διορθώσει και όχι να αποφύγει τα προβλήματά της.

«Εάν κλοτσήσουμε αυτή την απόφαση παρακάτω και πούμε “θα αποφασίσουμε σε δύο χρόνια” για το πώς θα καταστήσουμε βιώσιμο το χρέος της Ελλάδας, τότε και οι επενδυτές επίσης θα αναβάλουν τις αποφάσεις τους για επενδύσεις στην Ελλάδα», είπε χαρακτηριστικά ο ΥΠΟΙΚ.

Καθώς αυξάνεται ο πολιτικός λαϊκισμός στην Ευρώπη, η ευρωζώνη θα επιβιώσει μόνο αν πείσει τους ψηφοφόρους ότι μπορεί να λύσει τα προβλήματά της, σύμφωνα με τον κ. Τσακαλώτο, ο οποίος τόνισε πως «αν απλώς αναβάλλει πολιτικές αποφάσεις… τότε ο κόσμος θα πει πως δεν λειτουργεί».

Το να καταστεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο θα διευκόλυνε τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, βήμα που, όπως πιστεύει ο κ. Τσακαλώτος, θα μπορούσε να γίνει μέχρι τον Μάρτιο του 2017 και να βοηθήσει ώστε να «ξεκλειδώσει» η πολυαναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη.

Όπως υπογράμμισε, είναι ζωτικής σημασίας να υπάρξουν γρήγορα ενέργειες. Αν δεν υπάρξει συμφωνία για ελάφρυνση του χρέους τον Δεκέμβριο ή τον Ιανουάριο, τότε η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα της ΕΚΤ τον Μάρτιο και αυτό θα απέτρεπε την επιστροφή της χώρας στις αγορές αργότερα το 2017 ή στις αρχές του 2018. «Θα ήταν πολύ κοντόφθαλμο να σταματήσει η διαδικασία που θα μας έβγαζε από το πρόγραμμα, κάτι που είναι κοντά», είπε.

Ο κ. Τσακαλώτος απέρριψε πάντως τη θεωρία ότι το Βερολίνο αποφεύγει το θέμα του ελληνικού χρέους λόγω των επερχόμενων εκλογών. Η ελάφρυνση του χρέους δεν θα «μεταφράζονταν» σε αξιοσημείωτο κόστος για τον μέσο ψηφοφόρο στο Αμβούργο, σημείωσε. Κατά τον ίδιο, η Γερμανία δείχνει μια έλλειψη εμπιστοσύνης στην αποφασιστικότητα της Ελλάδας να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, εάν πάρει την ελάφρυνση χρέους. «Σε κάποιο στάδιο μίας σχέσης, πρέπει να εμπιστευτείς τον άλλον, διότι η έλλειψη εμπιστοσύνης έχει τεράστιες συνέπειες».

Η αποτυχία να υπάρξει ένα «ενάρετος κύκλος» ανάκαμψης, στον οποίον θα δοθεί ώθηση από την ελάφρυνση χρέους, την εμπιστοσύνη των επενδυτών και την αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ικανότητα της Ελλάδας να βγει από το πρόγραμμα διάσωσης κατά τον σχεδιασμό, «κάτι που θα αποτελέσει μειονέκτημα τόσο για εμάς όσο και για τους πιστωτές», δήλωσε ο κ. Τσακαλώτος.

Όπως επισήμανε, ο συνδυασμός της ελάφρυνσης χρέους, της αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ και της ανάκαμψης, θα έδιναν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αρχίσει και πάλι να εκδίδει ομόλογα στα τέλη του 2017 ή τις αρχές του 2018, προτού λήξει το πρόγραμμα επώδυνο διάσωσης το καλοκαίρι του 2018.

Ο ίδιος επέκρινε το ΔΝΤ για τις πιέσεις που ασκεί στην Ελλάδα να σφίξει κι άλλο το δημοσιονομικό ζωνάρι, αντί να βοηθά τη χώρα να πάρει κάποια ανάσα με τη βοήθεια της ελάφρυνσης χρέους –κάτι που και το ΔΝΤ επιθυμεί. Είπε πως οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας χρειάζονται μια διαφορετική σειρά, με την ελάφρυνση χρέους και τους στόχους για τη λιτότητα να επεξεργάζονται από κοινού.

Ο κ. Τσακαλώτος εξέφρασε την ελπίδα ότι η Ευρώπη θα συνεχίσει να ακούει τον απερχόμενο αμερικανό ηγέτη, σχολιάζοντας πως η άνοδος του λαϊκισμού στις χώρες της Δύσης –επιτομή του οποίου υπήρξε η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ- αποτελεί προειδοποίηση για τα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης.

Η αριστερά πρέπει να προσδιορίσει «μια ατζέντα ώστε ο κόσμος να μπορέσει να δει τη θέση του σε μια πιο παγκοσμιοποιημένη οικονομία». Κατά τον ίδιο, τα κεντροαριστερά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν αντέδρασαν πολύ καλά στην ευρεία οικονομική ανασφάλεια πολλών ψηφοφόρων της εργατικής και της μεσαίας τάξης, εν μέσω των ταχύτατων οικονομικών αλλαγών.

Euro2day