Κίνδυνο να δουν μεγάλο «καπέλο» στο φόρο που πρέπει να πληρώσουν, στα εκκαθαριστικά τους, αντιμετωπίζουν χιλιάδες φορολογούμενοι από τις κατηγορίες των μισθωτών, των συνταξιούχων αλλά και των αγροτών. Οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι ήταν υποχρεωμένοι κατά την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων 2018 να δηλώσουν δαπάνες που ανέρχονται σε ένα ποσοστό του εισοδήματός τους και οι οποίες έχουν γίνει με τη χρήση πλαστικού χρήματος, ώστε να κατοχυρώσουν το .

Όμως, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία που προκύπτουν από την επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων, χιλιάδες είναι αυτοί που ενώ έγραψαν το ποσό των δαπανών που «ξεκλειδώνει» το αφορολόγητο, δεν φαίνονται να έχουν δαπανήσει το αντίστοιχο ποσό με τις πιστωτικές ή τις χρεωστικές τους κάρτες.

Τα όρια δαπάνης με πλαστικό χρήμα ανάλογα με το εισόδημα

Η φορολογική νομοθεσία ορίζει ότι το αφορολόγητο κατοχυρώνεται με δαπάνες που αντιστοιχούν σε ένα ποσό του εισοδήματος τους, που καθορίζεται κλιμακωτά.

Ειδικότερα:

Για εισόδημα έως 10.000 ευρώ πρέπει να έχουν γίνει με πλαστικό χρήμα δαπάνες ύψους 10%. Δηλαδή, ένας μισθωτός ή συνταξιούχος με εισόδημα 10.000 ευρώ, θα πρέπει να έχει δαπάνες τουλάχιστον 1.000 ευρώ με πλαστικό χρήμα για να λάβει το σύνολο της έκπτωσης που δικαιούται. Αν δεν έχει δαπανήσει το ποσό των 1.000+ ευρώ, με πλαστικό χρήμα, τότε φορολογείται με πρόσθετο φόρο 22%, δηλαδή 220 ευρώ στα 1.000 ευρώ.

Αντιστοίχως για εισοδήματα από 10.000 έως 30.000 ευρώ πρέπει να έχουν γίνει αγορές με πλαστικό χρήμα που αντιστοιχούν στο 15% του εισοδήματος

Και για εισοδήματα πάνω από 30.000 το αντίστοιχο ποσοστό είναι 20%

Αν αυτά δεν έχουν γίνει, κλιμακώνεται αντίστοιχα ο επιπλέον φόρος.

Ποιοι δεν έχουν υποχρέωση να πληρώσουν με πλαστικό χρήμα αλλά πρέπει να έχουν μαζέψει χάρτινες αποδείξεις:

1. Φορολογούμενοι 70 ετών και άνω, δηλαδή γεννηθέντες έως και την 31η Δεκεμβρίου 1947.

2. Άτομα με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.

3. Φορολογούμενοι που βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.

4. Φορολογικοί κάτοικοι της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα και φορολογούνται με την κλίμακα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, εφόσον:

– τουλάχιστον το 90% του παγκόσμιου εισοδήματός τους αποκτάται στην Ελλάδα ή

– αποδεικνύουν ότι το φορολογητέο εισόδημά τους είναι τόσο χαμηλό ώστε θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάμει της φορολογικής νομοθεσίας του κράτους της κατοικίας τους.

5. Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή, με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου.

6. Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων.

7. Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.

8. Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο (από ακίνητα, τόκους καταθέσεων κ.λπ.) ή και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ. Σ΄αυτούς περιλαμβάνονται χιλιάδες περιστασιακά απασχολούμενοι (φοιτητές, νοικοκυρές κ.λπ.) καθώς και άνεργοι που παρακολουθούν επιδοτούμενα προγράμματα εργασιακής εμπειρίας.

9. Οι φορολογούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ, για τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματός τους, η οποία φορολογείται με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων.

10. Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).

11.Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.

12.Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών).

ΠΡΟΣΟΧΗ! Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία φορολογούμενος που υπάγεται σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες δεν έχει μαζέψει την απαιτούμενη αξία χάρτινων αποδείξεων (αξία ίση με συγκεκριμένο ποσοστό επί του μεγαλύτερου ποσού μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος), τότε για το ποσό της διαφοράς μεταξύ της αξίας των αποδείξεων που μάζεψε και της αξίας των αποδείξεων που θα έπρεπε να είχε μαζέψει θα πληρώσει επιπλέον φόρο εισοδήματος που θα υπολογιστεί με συντελεστή 22%.