H συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα QE θα βοηθήσει την επιστροφή της χώρας στις αγορές το 2018, δεν αποτελεί όμως πανάκεια, αυτό υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο διοικητής της Τράπεζας της Γιάννης Στουρνάρας σε συνέντευξη που δημοσιεύει το Ρolitico.

O ίδιος εκτιμά ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που απειλεί τη χώρα στη φάση αυτή συνδέεται με το ενδεχόμενο αποχώρησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα, καθώς η συμμετοχή του ΔΝΤ προβλέπεται στην αρχική συμφωνία. Κατά συνέπεια η αποχώρηση του θα δημιουργούσε πρόβλημα σε συγκεκριμένες χώρες, κυρίως στη Γερμανία, οι οποίες έχουν δεσμευτεί στα κοινοβούλια τους για τη συμμετοχή του Ταμείου. Ωστόσο επισημαίνει ότι ακόμη και σε αυτή την “μάλλον απίθανη περίπτωση” θα βρεθεί κάποια λύση, η οποία όμως θα προκαλέσει καθυστερήσεις.

Ο κ. Στουρνάρας υποστηρίζει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε σημείο καμπής, η χώρα έχει υλοποιήσει ότι έχουν ζητήσει οι δανειστές και επομένως τώρα “η μπάλα βρίσκεται στο δικό τους γήπεδο”. Συνακόλουθα όπως αναφέρει για να διασφαλιστεί η ασφαλής και απρόσκοπτη πορεία της χώρας, απαιτείται από τους δανειστές να αποσαφηνίσουν τους όρους ελάφρυνσης του δημοσίου χρέους και να περιορίσουν τους στόχους για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για την μετά το 2018 περίοδο. Από την πλευρά της η χώρα θα πρέπει να καταβάλλει μεγαλύτερη προσπάθεια στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων. Αλλωστε όπως αναφέρει η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών δυνάμεων είναι πλέον υπέρ της συμμετοχής της χώρας στην ευρωζώνη, γεγονός που αφήνει μικρά περιθώρια για λαικισμούς.

Σε ερώτηση κατά πόσο είναι πεπεισμένος για την ικανότητα της Κυβέρνησης να υλοποιήσει τις διαρθωτικές μεταρρυθμίσεις, ο διοικητής της ΤτΕ επεσήμανε ότι η “προσέγγιση της Κυβέρνησης έχει αλλάξει απο το 2015 τουλάχιστον στα ζητήματα οικονομικής πολιτικής. Παραταύτα απαιτείται να οικοιοποιηθεί περισσότερο το πρόγραμμα των ιδιωτικοποίησεων και των μεταρρυθμίσεων. Παραμένω ωστόσο αισιόδοξος ότι στο τέλος της ημέρας η οικονομία μπορεί να επιστρέψει σε τραχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης. Ομως ακόμη βρισκόμαστε στην αρχή ενός νέου οικονομικού μοντέλου για την Ελλάδα.”.