Υγεία και Παιδεία στην Ελλάδα της κρίσης και για το 2017 – Ενα στα πέντε νοικοκυριά στην Ελλάδα απειλείται από τη φτώχεια στην Ελλάδα, της οποίας οι κάτοικοι πραγματοποιούν τη μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη στην Ευρώπη σε ποσοστό του εισοδήματος στην Υγείας και από τις μεγαλύτερες στην Εκπαίδευση, σε μια εικόνα της Ελλάδας της κρίσης που ήταν παρούσα και το 2017, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) της ΕΛΣΤΑΤ.

Η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το 2017 ανήλθε στα 1.414,09 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 1,6% (22,06 ευρώ), σε σύγκριση με το 2016.

Κατά τύπο νοικοκυριού τα πιο πολλά χρήματα δαπανούν τα ζευγάρια με τρία παιδιά και πάνω (2.347 ευρώ) και τα λιγότερα τα άτομα που ζουν μόνα τους (642 ευρώ).

Τα πιο πολλά χρήματά τους τα νοικοκυριά δαπάνησαν στα είδη διατροφής και ακολούθως στη στέγαση και στις μεταφορές.

Συγκεκριμένα, σε τρέχουσες τιμές η ποσοστιαία κατανομή των 12 κατηγοριών έχει ως εξής: είδη διατροφής 20,4%, στέγαση 14,1%, μεταφορές 12,9%, ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια 10,5%, διάφορα αγαθά και υπηρεσίες 8,8%, υγεία 7,3%, είδη ένδυσης και υπόδησης 5,8%, διαρκή αγαθά 4,4%, αναψυχή και πολιτισμός 4,7%, επικοινωνίες 4,2%, οινοπνευματώδη ποτά και καπνός 3,8% και εκπαίδευση 3,2%.

Μεγαλύτερη αύξηση στη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών (τρέχουσες τιμές) στις υποκατηγορίες δαπανών, σε σχέση με το προηγούμενο έτος (2016), καταγράφεται στον τηλεφωνικό εξοπλισμό (47,1 %), στις οικονομικές υπηρεσίες (συνδρομές σε πιστωτικές κάρτες, αμοιβές λογιστών κλπ.) (26,5%), ενώ μεγαλύτερη μείωση καταγράφεται στην κοινωνική προστασία (17,9%).

Όσον αφορά στις δαπάνες στα είδη διατροφής, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2016),παρατηρείται μείωση της μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), για έλαια και λίπη (3,2%), γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (2,8%), και μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (0,4%) ενώ παρατηρείται αύξηση της μηνιαίας δαπάνης για καφέ, τσάι και κακάο.

O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 18,1% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (18,2% το 2016) ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 12,2% του πληθυσμού (11,3% το 2016), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τονεργοδότη κ.α.)

Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 31,4% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής ενώ τα μη φτωχά το 19,7%. Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι, κλπ.), η δαπάνη τους για την υγεία ανέρχεται στο 8,5% του μέσου προϋπολογισμού τους ενώ η αντίστοιχη δαπάνη των μη φτωχών ανέρχεται στο 7,5%

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΕΥΡΩΠΗ

Σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Σερβία το σχετικά μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών (τρέχουσες τιμές) του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής.

Τα καταναλωτικά πρότυπα διαφέρουν για τη Ιταλία και Ισπανία, όπου καταγράφονται ως υψηλότερες οι δαπάνες που αφορούν στη στέγαση ενώ για το Ηνωμένο βασίλειο οι δαπάνες στις μεταφορές και στη στέγαση.

Οι δαπάνες για εκπαίδευση κυμαίνονται από 0,6% του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών στην Ιταλία έως 3,2% στην Ελλάδα. .

H Ελλάδα (προφανώς λόγω των παθογενειών στην παροχή δημόσιας νοσοκομειακής περίθαλψης) και η Βουλγαρία καταγράφουν σε ποσοστό τη μεγαλύτερη ιδιωτική δαπάνη για την υγεία στην Ευρώπη, 7,3% και 7,1 % του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, αντίστοιχα.