Το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, καθορίζει από 1 Ιανουαρίου 2017 τις εισφορές που θα πληρώνουν ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι.

Ορίζεται ανώτατο και κατώτατο μηνιαίο εισόδημα που αποτελεί κατά μήνα τη βάση υπολογισμού των κλάδου σύνταξης. Ειδικότερα, ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζονται με τα σημερινά δεδομένα τα 586,08 ευρώ, οπότε η χαμηλότερη δυνατή ασφαλιστική εισφορά για κύρια ασφάλιση σε ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους ορίζεται στα 117,22 ευρώ το μήνα (€586,08 x 20%). Σημειώνεται ότι το ποσό αυτό μηνιαίως για κύρια ασφάλιση θα πληρώνουν και όσοι κατά το προηγούμενο έτος παρουσιάζουν ζημιές ή μηδενικά κέρδη.

Ωστόσο ειδικές ρυθμίσεις περιλαμβάνονται για τους νέους επιστήμονες και τα πρώτα 5 χρόνια λειτουργίας τους. Oι νέοι επιστήμονες για τα πρώτα 5 χρόνια λειτουργίας της επιχείρησής τους μπορούν να πληρώνουν μηνιαία, έως και 57,44 ευρώ (14% επί του 70% του κατώτατου μισθού που αντιστοιχεί σε 410,2 ευρώ).

Βάση υπολογισμού των εισφορών ορίζεται το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Και ξεκαθαρίζεται ότι ο υπολογισμός θα γίνεται με βάση το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος. Συνεπώς για το 2017 θα χρησιμοποιηθεί το εισόδημα του 2015 και όταν εκκαθαριστεί, το εισόδημα του 2016. Εάν υπάρξει διαφορά μεταξύ του πραγματικού εισοδήματος και του εισοδήματος του προηγούμενου φορολογικού έτους, θα αναζητείται και θα συμψηφίζεται ισομερώς, σε μηνιαία βάση έως το τέλος του κάθε έτους.

Πέραν των προβλεπόμενων μειώσεων στις για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας (προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ), δικαίωμα καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών προβλέπεται και στις εξής περιπτώσεις:

α) Όσοι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, μπορούν, με αίτησή τους, να καταβάλουν μειωμένη κατά 50% ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι, όμως, από την προσαύξηση της σύνταξής τους για τα επόμενα έτη ασφάλισης (αφορά ασφαλισμένους προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ).

β) Καταβολή μειωμένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών για γυναίκες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 141 παρ. 2 του ν. 3655/2008 κατά το πρώτο δωδεκάμηνο απασχόλησης που ακολουθεί τον μήνα του τοκετού.

Η ανωτέρω μείωση αφορά και γυναίκες προερχόμενες από τον ΟΓΑ και, ως εκ τούτου, καταργούνται οι ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 2 παρ. 7 του ν.3227/2004.

Ποιοι θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες υπόχρεοι καταβολής

Ι. Όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ (και, επομένως και των ενταχθέντων σε αυτόν Ταμείων) ανεξάρτητα του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση.

Στους ελεύθερους επαγγελματίες περιλαμβάνονται, όπως, άλλωστε, ρητά αναφέρεται και στις καταστατικές διατάξεις του τέως ΟΑΕΕ και

α) τα μέλη ή μέτοχοι οργανισμών, κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών, πλην ανωνύμων και ΙΚΕ, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα για την οποία τα ασκούντα αυτήν πρόσωπα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ,

β) τα μέλη του ΔΣ των ΑΕ με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική ή εμπορική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι με ποσοστό 3% τουλάχιστον

γ) οι μέτοχοι των ΑΕ, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων με κόμιστρο, με ΔΧ αυτοκίνητα, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών και

δ) οι διαχειριστές των ΙΚΕ, καθώς και ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ.

ΙΙΙ. Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ οι οποίοι κρίνονται ως μη μισθωτοί.

IV. Οι αμειβόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημα προέρχεται από απασχόληση σε περισσότερους από δύο εργοδότες.

Ποσοστό μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης

Το ποσοστό ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ανέρχεται σε 20%, από 01/01/2017.

Τυχόν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά στον κλάδο σύνταξης που προβλέπονται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, αναπροσαρμόζονται σταδιακά και ισόποσα από 01/01/2017, ώστε από 01/01/2020 το ποσοστό του ασφαλίστρου να διαμορφώνεται σε 20%.

Εισόδημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου κύριας σύνταξης

Βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων, από 01/01/2017, είναι το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος από την άσκηση της δραστηριότητας που δημιουργεί την υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση.

Συνεπώς, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου θα υπολογιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνεται το εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, όπως το εισόδημα αυτό καθορίζεται με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αναγόμενο σε 12μηνη βάση.

Ειδικά, για τα μέλη των προσωπικών εταιρειών ως ετήσιο εισόδημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι εκείνο που προκύπτει από το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρείας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστου μέλους σε αυτήν.

Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών, τα μέλη των προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές επί του προβλεπόμενου κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.

Σε περίπτωση που το ίδιο πρόσωπο ασκεί πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία, όμως, υπαγόταν, βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν, μέχρι την ισχύ του νέου ασφαλιστικού νόμου (ν. 4387/2016), σε έναν εκ των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, για το υπολογισμό του μηνιαίου εισοδήματος αθροίζεται το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα των επιμέρους επαγγελματικών δραστηριοτήτων.

Για παράδειγμα, ασφαλισμένος που υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως έμπορος και ως μέλος ΔΣ σε ΑΕ με ποσοστό 3% τουλάχιστον, δραστηριότητες για τις οποίες είχε υποχρέωση ασφάλισης στον ΟΑΕΕ, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος θα ληφθεί υπόψη το άθροισμα του φορολογητέου αποτελέσματος και από τις δύο αυτές δραστηριότητες.

Μηνιαία ελάχιστη και ανώτατη βάση εισοδήματος υπολογισμού των εισφορών

Θεσπίζεται ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές.

Κατώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών

Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, το οποίο ανέρχεται σήμερα στα 586,08 ευρώ.

Επί του ανωτέρω ποσού (586,08 ευρώ) καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και στην περίπτωση μελών προσωπικών εταιρειών που εμφανίζουν ζημίες ή μηδενικά κέρδη από την άσκηση της δραστηριότητας.

Σημειώνεται ότι το κατώτατο όριο εισφορών έχει εφαρμογή και για τα πρόσωπα που, για πρώτη φορά, από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και εφεξής αποκτούν ιδιότητα ή προβαίνουν σε έναρξη εργασιών ή δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, καταβάλλουν μηνιαία εισφορά που αντιστοιχεί στο κατώτατο όριο εισφορών από τον πρώτο μήνα έναρξης εργασιών έως τον τελευταίο μήνα του έτους.

Ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών

Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις (της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν.4387/2016) για τους μισθωτούς.

Συνεπώς, η ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αντιστοιχεί στο δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά. Το ποσό αυτό σήμερα ανέρχεται σε 5.860,80 ευρώ (586,08 ευρώ x 10).

Παράδειγμα

Ελεύθερος επαγγελματίας ο οποίος υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του ΟΑΕΕ, όπως αυτές ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, έχει μηνιαίο εισόδημα με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους μικρότερο του ποσού των 7.032,96 ευρώ (586,08 ευρώ x 12).

Συνεπώς, ο εν λόγω ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης, ύψους 117,22 ευρώ (586,08 ευρώ x 20%). Εφόσον το εισόδημά του υπερβεί το ποσό των 7.032,96 ευρώ, θα καταβάλει εισφορά επί του πραγματικού εισοδήματος.