Λουκέτα, ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων προς όφελος των τραπεζών, του Δημοσίου, προμηθευτών, αναγκαστικές αποβολές δύστροπων μετόχων, μετοχοποιήσεις δανείων και πώλησή τους σε τρίτους. Αυτή θα είναι η εικόνα που θα αρχίσει να σχηματοποιείται το 2017 και θα παγιωθεί τα επόμενα τρία, ίσως και περισσότερα χρόνια, για τον επιχειρηματικό χάρτη της Ελλάδας. Εκατοντάδες ή και χιλιάδες εταιρείες που βρίσκονται στη μέγγενη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα βρεθούν μπροστά σε πολύ επώδυνες αποφάσεις. Άλλες φορές θα καταφέρουν να επιβιώσουν, άλλες όμως θα αναγκαστούν να αναστείλουν τη δραστηριότητά τους, αφήνοντας στον δρόμο χιλιάδες εργαζόμενους.

Η κυβέρνηση, μέσω της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Τράπεζα της Ελλάδος και εμπορικές τράπεζες δίνουν αγώνα δρόμου προκειμένου να προλάβουν μια γενικευμένη κατάρρευση επιχειρήσεων, μικρομεσαίων και μεγάλων, ώστε να αποφευχθεί και ο σοβαρός κίνδυνος δραματικής αύξησης των ανέργων. Όπως όλα δείχνουν, και όπως αποκάλυψε πρόσφατα ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, ένα νέο, ποιοτικό χαρακτηριστικό των οικονομικών των επιχειρήσεων θα αποτελέσει το «κλειδί» για τις μαζικές αναδιαρθρώσεις δανείων ώστε να διασωθεί, στο μεγαλύτερο μέρος της, η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα. Το ποιοτικό αυτό στοιχείο είναι τα EBITDA (Earnings Before Interest, Tax, Depreciation, and Amortization) δηλαδή τα κέρδη μίας επιχείρησης πριν αφαιρεθούν τόκοι, φόροι, και απόσβεση.

Οσες επιχειρήσεις έχουν αρνητικό EBITDA για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ενδεχομένως να βρίσκονται πιο κοντά στο λουκέτο. Σύμφωνα με κυβερνητικό παράγοντα που ασχολείται με τα «κόκκινα δάνεια» εάν μια επιχείρηση έχει για μια τριετία αρνητικό EBITDA ίσως να μην μπορεί να επιβιώσει, ακόμη και μετά τις προσπάθειες που θα γίνουν για να διασωθεί. «Εφόσον υπάρξει ταχύτατη και γενναία αναδιάρθρωση με μειώσεις λειτουργικού κόστους και γενικότερα των δαπανών, ενδεχομένως να έχουν πιθανότητες να κρατηθούν στη ζωή», τονίζει ο κυβερνητικός παράγοντας.

Όπως είπε πρόσφατα ο κ. Στουρνάρας: «Οι εταιρείες που βρέθηκαν να είναι βιώσιμες θα μπορούν να λάβουν νέα ρευστότητα και γι’ αυτές το πρόβλημα θα έχει λήξει. Όμως, για εκείνες που δεν είναι βιώσιμες, οι τράπεζες πρέπει να προχωρήσουν σε ρευστοποίηση. Άρα, τα EBIΤDA είναι η «μαγική λέξη». Οι εταιρείες που θεωρείται ότι θα έχουν αρνητικό EBITDA ακόμα και μετά τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης, ίσως να μην επιβιώσουν». Αρνητικό EBITDA σημαίνει ότι η εταιρεία δεν μπορεί να καλύψει τους τόκους των δανείων της.

Όπως αναφέρουν ειδικοί που ασχολούνται με τα NPL’s, «όταν μια επιχείρηση έχει μηδέν ίδια κεφάλαια αλλά συνεχίζει να λειτουργεί, αυτό σημαίνει ότι κυκλοφορεί «μαύρο» χρήμα. Αν αυτή η επιχείρηση δεν πληρώνει τα δάνειά της και ζητά αναδιάρθρωση, δεν θα εντάσσεται στη ρύθμιση, καθώς δείχνει την εικόνα μιας εταιρείας η οποία κινείται με «μαύρο» χρήμα και οι μέτοχοι είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές. Θα είμαστε αμίληκτοι με αυτούς, ακόμη κι αν χρειαστεί να βάλουν λουκέτο», τονίζει.

Ο διοικητής της ΤτΕ έδωσε το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η αναδιάρθρωση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων, επισημαίνοντας ουσιαστικά ότι μπαίνει μια• κόκκινη γραμμή, ένας «κόφτης, που βασίζεται στα EBITDA και αν αυτά είναι θετικά ή όχι».

Βεβαίως, δεν θα είναι το μοναδικό «ζύγι» για να χαρακτηριστεί μια επιχείρηση βιώσιμη και να πετύχει μια συμφωνία με τις τράπεζες για «κούρεμα», νέα χρηματοδότηση, μικρότερα επιτόκια κ.λπ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι επειδή τα EBITDA δεν αντικατοπτρίζουν απόλυτα την εικόνα μιας εταιρείας, θα λαμβάνονται υπόψη και τα ίδια κεφάλαια. Υπάρχουν, άλλωστε και στο ΧΑ και εκτός αυτού, επιχειρήσεις με θετικά κέρδη προ φόρων, αλλά με αρνητικά ίδια κεφάλαια, υψηλό δανεισμό και παράλληλα χαμηλές ταμειακές ροές, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να μειώσουν τον δανεισμό τους αποπληρώνοντας τα δάνειά τους.

Οι τράπεζες θα προχωρούν στη μελέτη βιωσιμότητας αναλύοντας όλα τα στοιχεία, όμως, με τα αρνητικά EBITDA θα έχουν την πρώτη εικόνα για το ποιες επιχειρήσεις θα πάνε… στον κουβά, και ποιες άλλες θα διασωθούν. Οσες κρίνονται βιώσιμες θα μπορούν να λάβουν «φρέσκο» χρήμα, αφού πρώτα προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση των οικονομικών τους στοιχείων. Με μειώσεις των λειτουργικών εξόδων, ακόμη και με λουκέτο σε επιμέρους δραστηριότητες, απολύσεις, μειώσεις μισθών κ.λπ.

Η μετοχοποίηση

Στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος μπαίνει η μετοχοποίηση δανείων, που φαίνεται να αποτελεί την πρώτη επιλογή των τραπεζών. Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, με τη νέα νομοθεσία, οι τράπεζες μπορούν να ανταλλάξουν δάνεια με μετοχές και στη συνέχεια να τις πουλήσουν σε επενδυτές. Εδώ ουσιαστικά μπαίνει θέμα αναζήτησης στρατηγικού επενδυτή που θα θελήσει να εισέλθει στο μετοχικό κεφάλαιο μια «κόκκινης» εταιρείας. Κι αυτό «αγοράζοντας» χρέος το οποίο στο μεταξύ έχει γίνει μετοχές. Η αγορά θα γίνεται σε τιμές πολύ χαμηλότερες απ’ ό,τι μέσω του χρηματιστηρίου ή σε εποχές που θα κατέθετε προτάσεις με υψηλό τίμημα. Η είσοδος νέων μετόχων θα μπορεί να γίνει, λένε οι πληροφορίες, με δύο τρόπους:

Με τη συνεργασία των παλαιών μετόχων που θα απαλλαγούν από το βάρος των υψηλών δανείων, αλλά θα αναγκαστούν να έχουν συνέταιρο, ίσως και στρατηγικό επενδυτή που θα έχει τον απόλυτο έλεγχο. Ετσι, όμως, η εταιρεία θα μπορεί να καταστεί βιώσιμη, να πάρει νέα κεφάλαια και να αναπτυχθεί. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει και γενναία αναδιάρθρωση στο εσωτερικό της εταιρείας.

Με βίαιο τρόπο. Αν οι παλαιοί μέτοχοι δυστροπούν τότε αναλαμβάνουν οι τραπεζίτες που θα προχωρούν σε εξαναγκαστική μετοχοποίηση, αφού πρώτα η υπόθεση εκδικαστεί στα ειδικά δικαστήρια, γνωστά και ως «πτωχοδικεία». Η διαδικασία, όμως, δεν θα διαρκεί πάνω από δύο με τρεις μήνες, αφού πρώτα γίνουν ασφαλιστικά μέτρα. Μετά τη μετοχοποίηση θα προσεγγίζονται επενδυτές οι οποίοι θα είναι πρόθυμοι να διαθέσουν κεφάλαια, μαζί με τις τράπεζες, σε μια επιχείρηση που έχει κριθεί βιώσιμη και δεν θα «φυτοζωεί».

Υπάρχει και μια τρίτη επιλογή. Οι τράπεζες να αναγκάσουν τους μετόχους να βάλουν περισσότερα κεφάλαια στις επιχειρήσεις τους ώστε να αποπληρώσουν τα χρέη τους είτε να παραιτηθούν και στη θέση τους να μπουν άλλοι επενδυτές που βλέπουν προοπτικές στην εταιρεία και τον κλάδο γενικότερα.

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι υπάρχουν χιλιάδες επιχειρήσεις με αρνητικό EBITDA για περισσότερο από τρία χρόνια. Και εισηγμένες και όχι, όπως επίσης υπάρχουν εταιρείες που συνδυάζουν τα αρνητικά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων με αρνητικά ίδια κεφάλαια. Στη διαχωριστική γραμμή που βάζουν οι τράπεζες είναι σίγουρο ότι κάποιες θα επιβιώσουν, άλλες θα οδηγηθούν σε λουκέτο κι άλλες στα χέρια Ελλήνων ή ξένων επενδυτών. Το σίγουρο είναι ότι οι τραπεζίτες σε καμιά περίπτωση δεν θέλουν να γίνουν• επιχειρηματίες και θα επιδιώξουν μέσω της μετοχοποίησης δανείων να προσελκύσουν επενδυτές.

Σκληρά μέτρα αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων που θα κριθούν βιώσιμες

Πολυετές… μνημόνιο για όσους έχουν μεγάλα χρέη

«Μνημόνιο» διαρκείας για τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, θα βάζουν οι τράπεζες στις οποίες οφείλονται τεράστια ποσά από δάνεια που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα. Ειδικά για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές το «μνημόνιο» θα είναι ιδιαίτερα σκληρό, θα χάνουν ακόμη και την περιουσία τους προκειμένου να μειωθεί ο δανεισμός τους. Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της ΤτΕ, μία στις έξι επιχειρήσεις δεν πληρώνει γιατί δεν θέλει. Στη μελέτη της περιόδου 2010 -2015 πήραν δείγμα από 13 χιλιάδες επιχειρήσεις με υπόλοιπα δανείων πάνω από 1 εκατ. ευρώ. Συνολικά τα δάνεια έφταναν τα 57 δισ. κι επρόκειτο για καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών το ύψος των οποίων ξεπερνούσε τα 19 δισ. Διαπιστώθηκε ότι μία στις έξι επιχειρήσεις εμφανίζει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή.

Συγκριτικά μεγαλύτερο ποσοστό στρατηγικών κακοπληρωτών εμφανίζεται σε κλάδους που σχετίζονται με τις κατασκευές και την αγορά ακινήτων, αλλά και σε εκείνους της βιομηχανίας, των πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και των διοικητικών και υποστηρικτικών υπηρεσιών.

Επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό ή χαμηλή αξία εξασφαλίσεων ή υψηλή κερδοφορία είναι πιθανότερο να εμφανιστούν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές. Ίδια συμπεριφορά φαίνεται να έχουν και οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους και ηλικίας. Ενδεικτικά, φαίνεται ότι οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις έχουν 30% μεγαλύτερη πιθανότητα από τις μικρού ή μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις να γίνουν στρατηγικοί κακοπληρωτές, ενώ μεταξύ επιχειρήσεων που αθετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις εκείνες που εμφανίζουν υψηλή κερδοφορία εμφανίζουν κατά 62% αυξημένη πιθανότητα στρατηγικής αθέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων.

Αρχής γενομένης από τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, οι τράπεζες θα επιβάλλουν το δικό τους «μνημόνιο», το οποίο προβλέπει:

• Διωγμό των διοικήσεων που δεν μπορούν να υπηρετήσουν το business plan βιωσιμότητας που θα αποφασίζεται και από τα δικαστήρια και θα έχει τη σφραγίδα της Δικαιοσύνης. Επομένως, κανείς δεν θα μπορεί να «προσβάλει» την όποια απόφαση, ούτε να τρενάρει επί χρόνια στα δικαστήρια τις διαδικασίες.

• Για να υπάρξει κούρεμα στα δάνεια των επιχειρήσεων θα πρέπει να κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις οι οποίες θα είναι επώδυνες για όλους. Από δραματικές μειώσεις στο προσωπικό, ψαλίδι στις απολαβές, ατομικές συμβάσεις που δεν θα έχουν καμιά σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, μέχρι και την προσωπική ευθύνη του κάθε επιχειρηματία. Αν δηλαδή διαπιστώνεται ότι ο μεγαλομέτοχος δεν μπαίνει στα νέα «καλούπια» τότε θα υποχρεώνεται από τους δανειστές να βρει κεφάλαια για την επιχείρησή του. Εννοείται πέραν των δραστικών περικοπών που θα κάνει, θα οφείλει να βρει ίδια κεφάλαια.

• Η μετοχοποίηση των χρεών που τόσο έχει καθυστερήσει, μπαίνει σε εφαρμογή άμεσα. Ο βασικός στόχος είναι να μπει νέο χρήμα από επενδυτές που θα θελήσουν να επενδύσουν. Εδώ εκφράζονται φόβοι ότι ολόκληροι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας μπορεί να περάσουν στα χέρια ξένων επιχειρηματιών οι οποίοι είναι και οι μόνοι που διαθέτουν αυτή τη στιγμή κεφάλαια.

• Υποχρεωτικές συγχωνεύσεις θυγατρικών μιας επιχείρησης.

• «Πάγωμα» οφειλών για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Μπορεί να μη γίνεται απευθείας κούρεμα, αλλά οι οφειλές θα «παρκάρονται» και σε περίπτωση που η επιχείρηση συνεχίσει να λειτουργεί και βγάλει κέρδη τότε θα μπορεί να εξυπηρετήσει μέρος από τα συνολικά χρέη της. Αν δεν καταφέρει να καταστεί βιώσιμη τότε θα επιλέγεται το τελικό «κούρεμα» στα επίπεδα ακόμη και του 50% – 60%.

ΤτΕ , τράπεζες

Στο στόχαστρο ξενοδοχεία σε περιοχές με υψηλό τουρισμό

Τουριστικές επιχειρήσεις που χρωστούν παντού (σε τράπεζες, εφορίες, προμηθευτές, εργαζόμενους) και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε περιοχές που φιλοξενούν μεγάλο όγκο επισκεπτών κάθε χρόνο, βάζουν στο στόχαστρο ΤτΕ και τράπεζες.

Το σκεπτικό είναι απλό: «Δεν μπορεί σε μια περιοχή που εμφανίζει τα τελευταία χρόνια έκρηξη του τουρισμού να συναντώνται ξενοδοχειακές μονάδες με υψηλό δανεισμό τον οποίο δεν μειώνουν. Ετσι, στην πρώτη γραμμή των ελέγχων και της αναδιάρθρωσης των δανείων μπαίνει ο ξενοδοχειακός κλάδος, ο οποίος εμφανίζει και υψηλό ποσοστό «κόκκινων» δανείων. Στην πρόσφατη συνέντευξή του στους FT ο κ. Στουρνάρας είχε αναφέρει: «Υπήρξε μια ισχυρή τουριστική περίοδος σε ορισμένα ελληνικά νησιά. Ωστόσο, ο τομέας της φιλοξενίας σε αυτές τις περιοχές έχει NPLs άνω του μέσου όρου. Έτσι μπορούν οι τράπεζες να βρουν ποιος μπορεί να πληρώσει και θα πρέπει να τους ζητήσουν να πληρώσουν αμέσως».

Ο ξενοδοχειακός κλάδος παρουσιάζει μεγάλο πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια καθώς σε σύνολο δανεισμού 12 δισ. ευρώ τα 4 δισ. έχουν «κοκκινήσει». Πολλά από αυτά αφορούν σε επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε περιοχές υψηλής τουριστικής ανάπτυξης, στα νησιά των Κυκλάδων, την Κρήτη, την Χαλκιδική και οι τράπεζες βάζουν πρώτη προτεραιότητά τους αυτά τα δάνεια.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες των πιστωτικών ιδρυμάτων ξεκινούν συζητήσεις με τους επιχειρηματίες, αφού πρώτα ελέγξουν την οικονομική κατάσταση. Σε περίπτωση που υπάρχουν ίδια κεφάλαια, γίνεται ένας καλός ετήσιος τζίρος αλλά παρ’ όλα αυτά δεν μειώνονται τα δάνεια τότε θα πέφτει «τσεκούρι». Θα ζητείται από τους ξενοδόχους να στηρίξουν την επιχείρησή τους με «φρέσκο» χρήμα. Αν δεν συνεργαστεί τότε θα μπορεί η τράπεζα να αποβάλει τη διοίκηση και να πάρει στα χέρια της την επιχείρηση.

Στην αντίθετη περίπτωση, θα κάθονται στο ίδιο τραπέζι, θα κάνουν ένα πενταετές business plan το οποίο θα προβλέπει ακόμη και την είσοδο επενδυτή στο μετοχικό κεφάλαιο προκειμένου να βάλει χρήμα για να κρατήσει όρθια την επιχείρηση. Αυτό, φυσικά, προϋποθέτει και μεγάλες αλλαγές στο management, ενδεχομένως κλείσιμο προβληματικών μονάδων, λουκέτο σε θυγατρικές ή σε άλλες δραστηριότητες.