Καμία σαφή απάντηση για το μέλλον της ποσοτικής χαλάρωσης δεν έδωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, επαναβεβαιώνοντας μόνο ότι τα βασικά επιτόκια θα παραμείνουν στα σημερινά ιστορικά χαμηλά για εκτεταμένο χρονικό διάστημα, και σίγουρα πέρα από τη λήξη του QE.

Μιλώντας μετά τη σημερινή συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στη Φρανκφούρτη, ο κ. Ντράγκι δήλωσε ότι ο κύριος όγκος των αποφάσεων για το μέλλον της ποσοτικής χαλάρωσης θα ληφθεί «κατά πάσα πιθανότητα» τον Οκτώβριο. Δεν απέκλεισε όμως το ενδεχόμενο νέας αναβολής, εάν εμφανιστούν κίνδυνοι που σήμερα δεν είναι ορατοί.

Παρά τις προσδοκίες των αγορών, ο κ. Ντράγκι απέφυγε να σκιαγραφήσει τα σχέδια της ΕΚΤ, χαρακτηρίζοντας μάλιστα «πολύ προκαταρκτική» τη συζήτηση που έχει γίνει έως τώρα στο Διοικητικό Συμβούλιο για τυχόν αλλαγές στη διάρκεια και στο μέγεθος της ποσοτικής χαλάρωσης.

Επί του παρόντος η Ευρωτράπεζα αγοράζει κάθε μήνα ομόλογα αξίας 60 δισεκατομμυρίων και θα συνεχίσει σε αυτό τον ρυθμό τουλάχιστον έως τα τέλη Δεκεμβρίου. Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι το πρόγραμμα θα επιμηκυνθεί για τουλάχιστον δύο μήνες, αλλά θα αποκλιμακωθεί σταδιακά.

Παρά τη σταθερή ανάκαμψη της ευρωζώνης, ο κ. Ντράγκι επισήμανε ότι όλα τα δεδομένα καταδεικνύουν ότι η οικονομία χρειάζεται ακόμα «σημαντικό βαθμό νομισματικής υποστήριξης» κι ότι ο πληθωρισμός δεν έχει ακόμα αποκτήσει τη δυναμική που χρειάζεται για να φτάσει και να μείνει στον στόχο του «κοντά στο 2%».

Προσέθεσε μάλιστα ότι οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη, όπως η κατανάλωση και οι επενδύσεις, υποστηρίζονται σημαντικά από τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και συνεπώς η ΕΚΤ πρέπει να επιδείξει «υπομονή» στην πολιτική της.

«Σοβαρό» ζήτημα η ισοτιμία

Στην εξίσωση για την πολιτικής της ΕΚΤ μπήκε μάλιστα και επίσημα η μεγάλη ενίσχυση του ευρώ στην ισοτιμία με το δολάριο.

Ο κ. Ντράγκι παραδέχτηκε ότι πρόκειται για πηγή αβεβαιότητας η οποία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον πληθωρισμό. Σημείωσε μάλιστα ότι η άνοδος του ευρώ έχει «αναμφίβολα» δυσκολέψει το χρηματοοικονομικό περιβάλλον.

Τα σχόλια του κεντρικού τραπεζίτη πάντως δεν οδήγησαν σε πτώση του ευρώ στις αγορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, με το κοινό νόμισμα να μένει πάνω από το 1,20 δολάρια.

Ενδεικτικό της σοβαρότητας του ζητήματος ήταν ότι το ισχυρό ευρώ επηρέασε τις προβλέψεις της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη το 2018, με την Ευρωτράπεζα να «κόβει» την εκτίμησή της κατά 0,1 μονάδα, καθώς οι πιο φθηνές εισαγωγές ρίχνουν τις τιμές στο λιανεμπόριο.

Η ισοτιμία είναι «πολύ σημαντική και αλλάζει την εκτίμησή μας για τον πληθωρισμό. Θα πρέπει να τη λάβουμε υπόψη μας σε μελλοντικές συζητήσεις για την πολιτική μας», είπε.