Να συμφωνήσει επέκταση του δημοσιονομικού διορθωτή για ένα και μόνο χρόνο σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία σε όλα τα άλλα ζητήματα, και προκειμένου να αμβλυνθούν οι αντιρρήσεις κυρίως του ΔΝΤ, είναι διατεθειμένη η ελληνική κυβέρνηση, ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, απαντώντας σε ερωτήσεις κατά τη σημερινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, ενώ επανέλαβε ότι δεν πρόκειται να ληφθούν επιπλέον μέτρα μετά το 2018.

Ο κ. Τζανακόπουλος υπογράμμισε ότι η επέκταση του δημοσιονομικού διορθωτή δεν συνιστά λήψη επιπλέον μέτρων και επιφέρει δημοσιονομική διόρθωση σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Συνεχίζοντας, διευκρίνισε ότι δεν θα υπάρξει λόγος να εφαρμοστεί ο μηχανισμός αυτός, «αφού οι εκτιμήσεις των Ευρωπαίων εταίρων και τα νούμερα της ελληνικής οικονομίας δεν τον επιβάλλουν», ενώ απαντώντας σε άλλη ερώτηση διαβεβαίωσε ότι η κυβερνητική πλειοψηφία είναι ενιαία και συμπαγής.

«Το βασικό ζήτημα που εμποδίζει αυτή τη στιγμή το κλείσιμο της αξιολόγησης αφορά την πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά τη λήξη του προγράμματος: τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018 και τις απαιτήσεις τις οποίες θέτει το ΔΝΤ για τον τρόπο της επίτευξης αυτών των στόχων», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

«Μόνο εάν συμφωνηθεί αυτό το πακέτο θα έχουμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε στην ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας», προσέθεσε και τόνισε ότι «εκ μέρους της κυβέρνησης υπάρχει απόλυτη προσήλωση για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εντός του τριμήνου». Στόχος μας είναι, είπε, να βρεθεί το νέο σημείο ισορροπίας ένα κοινό έδαφος για το σύνολο των εμπλεκόμενων μερών για το σύνολο των προβλημάτων, δηλαδή την πορεία του προγράμματος έως το 2018 και τα μέτρα που πρέπει να συμφωνηθούν για την επίτευξη των στόχων, και υπογράμμισε ότι «εάν δεν έχουν συμφωνηθεί όλα, τότε δεν έχει συμφωνηθεί τίποτε».

Ερωτηθείς για το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια κομμάτων και ΜΜΕ, ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε ότι το πόρισμα «δεν είναι το τέλος της μάχης κατά της διαπλοκής, είναι η αφετηρία», καθώς -όπως είπε- τη σκυτάλη παίρνει τώρα η Δικαιοσύνη.

«Οι πολιτικές ευθύνες των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στη στήριξη και γιγάντωση του συστήματος της διαπλοκής είναι τεράστιες», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και επανέλαβε, ότι αυτή τη φάση δεν υπήρξαν ενδείξεις για την ποινική εμπλοκή προσώπων τα οποία εμπίπτουν στο νόμο περί ευθύνης υπουργών.

«Το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών είναι παρωχημένο, εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες και πρέπει στη Συνταγματική Αναθεώρηση να τροποποιηθεί ώστε όλοι οι πολίτες να γίνουν ίσοι ενώπιον του νόμου, είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ενώ υποστήριξε ότι «η κρίση του Τύπου είναι διαρκής, βαθύτατη, όχι μόνο οικονομική αλλά και κρίση αξιών».

Υπογράμμισε, επίσης, ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν πρόκειται να υπερβεί το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο όπως γίνονταν στο παρελθόν. «Οι αλλαγές θα γίνουν πάνω στο τραπέζι με ευρύτατη συναίνεση. Ελπίζουμε ο κ. Μητσοτάκης να αλλάξει θέση όπως έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, ώστε να διασωθούν οι θέσεις εργασίας», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

Ερωτηθείς για την υπόθεση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που εκκρεμεί στον Άρειο Πάγο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι η υπόθεση αφορά στο ζήτημα της έκδοσης και όχι της παροχής ασύλου και προσέθεσε ότι «δεν μπορεί να γίνει από την κυβέρνηση κανένα σχόλιο παρά μόνο μετά την έκδοση της απόφασης».

Αναφερόμενος στο θέμα των αγροτικών κινητοποιήσεων, ο κ. Τζανακόπουλος, είπε ότι πέρυσι η κυβέρνηση δεσμεύτηκε στη λήψη μέτρων τα οποία οδήγησαν στη λήξη των κινητοποιήσεων και πρόσθεσε ότι «εάν υπάρξουν συγκεκριμένες και ρεαλιστικές προτάσεις να συζητήσουμε ώστε να κάνουμε τις αναγκαίες διορθώσεις».

Σε ό,τι αφορά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Σερβία, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι αυτή γίνεται «στο πλαίσιο της συντήρησης και αναβάθμισης των διμερών σχέσεων με τη γείτονα χώρα».