Ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μείωσης των θανάσιμων τροχαίων ατυχημάτων σε όλη την Ευρώπη έχει επιτύχει την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα, ωστόσο, εξακολουθεί να κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις στην ΕΈ σε αριθμό θανάτων από οδικά ατυχήματα.

Η συνολική μείωση αγγίζει το 52% για το διάστημα 2007-2017, δεν ήταν αρκετό όμως για να βελτιώσει την κατάταξη της χώρας μας και στον κατάλογο με τον αριθμό των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους, βρισκόμαστε 23οι στην ΕΕ των 28 κρατών μελών. Επίσης, το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που προκύπτει από τους θανάτους, τους τραυματισμούς και τις υλικές ζημιές των καταγεγραμμένων ατυχημάτων ξεπερνάει τα 3 δισ. ευρώ ετησίως.

Η σημαντική μείωση των οδικών ατυχημάτων που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας οφείλεται κυρίως στην οικονομική κρίση, λόγω της οποίας μειώθηκε ο αριθμός των οχημάτων που κυκλοφορούν, στα χαρακτηριστικά της οδηγικής συμπεριφοράς καθώς οι Έλληνες οδηγούν πλέον πιο αργά και προσεκτικά για εξοικονόμηση καυσίμων, αλλά και για αποφυγή πιθανών εξόδων για αποκατάσταση του οχήματος σε περίπτωση ατυχήματος. Η αναβάθμιση του οδικού δικτύου είναι άλλος ένας λόγος που συμβάλλει στη μείωση των ατυχημάτων, όπως επίσης και η εξέλιξη της τεχνολογίας των οχημάτων.

Τα παραπάνω συζητήθηκαν σε διάλεξη του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, στο πλαίσιο του Δ’ Κύκλου Διαλέξεων για θέματα Δημόσιας Υγείας. Αναλύθηκαν τα κύρια χαρακτηριστικά της οδικής συμπεριφοράς, οι μέθοδοι που καθορίζουν την ασφάλεια σε περίπτωση τροχαίων ατυχημάτων, καθώς και η ιατρική αντιμετώπιση των τραυματιών. Ο καθηγητής και διευθυντής του τομέα Μεταφορών και Συγκοινωνιακής Υποδομής, ΕΜΠ, Γιώργος Γιαννής και ο ομότιμος καθηγητής Ιατρικής, Γεώργιος Μπαλτόπουλος, παρουσίασαν, ο καθένας από τον τομέα του, τη σημασία της πρόληψης για μείωση του αριθμού των θανάτων και τραυματισμών από τροχαία ατυχήματα.

Τα οδικά ατυχήματα είναι η πρώτη αιτία θανάτου σε ηλικίες 15-29 ετών

Όπως τόνισαν οι ομιλητές, η οδική ασφάλεια αποτελεί ένα σημαντικό θέμα Δημόσιας Υγείας παγκοσμίως. Τα οδικά ατυχήματα είναι η πρώτη αιτία θανάτου σε ηλικίες 15-29 ετών, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και η 8η αιτία θανάτου συνολικά, με αριθμό μεγαλύτερο από εκείνον που οφείλεται σε ασθένειες, χρήση ναρκωτικών, αυτοκτονίες και γεγονότα που σχετίζονται με πόλεμο.

Με βάση στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο κ. Μπαλτόπουλος ανέφερε ότι έχουν καταγραφεί 944 ατυχήματα στη χώρα κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους (Αύγουστος 2018), με το 4% των τραυματισμένων να χάνουν τελικά τη ζωή τους, ενώ το 7% να έχει τραυματιστεί βαριά. Τα αντίστοιχα στοιχεία για όλο το 2016 ήταν 1.022 ατυχήματα, με το 7% να καταλήγουν και το 9% να είναι βαριά τραυματισμένοι.

Επισήμανε, επίσης, ότι τα στοιχεία που καταδεικνύουν τους θανάτους από τροχαία ατυχήματα ακολουθούν τριφασική κατανομή. Το 50% των θανάτων επέρχονται τη στιγμή ή μέσα στην πρώτη ώρα από το συμβάν, με βασικότερες αιτίες τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και τους τραυματισμούς σπονδυλικής στήλης, αορτής και καρδιάς. Το 30% των θανάτων, που οφείλεται κυρίως σε υποσκληρίδια και επισκληρίδια αιματώματα, κακώσεις της λεκάνης, της κοιλιακής χώρας και της θωρακικής κοιλότητας, σημειώνονται μέσα στις επόμενες 48 ώρες από το ατύχημα, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό καταλήγει 1-4 εβδομάδες αργότερα, κυρίως από επιπλοκές των αρχικών κακώσεων.

Ως παράγοντες πρόκλησης οδικών ατυχημάτων στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί οι εξής:

– Υψηλές ταχύτητες και επιθετική οδήγηση

– Υψηλά ποσοστά κυκλοφορίας μοτοσικλετιστών

– Χαμηλά ποσοστά χρήσης ζώνης και κράνους, ιδίως από τους συνεπιβάτες

– Ανοργάνωτη και απροστάτευτη κυκλοφορία ευάλωτων χρηστών της οδού

– Οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και ταυτόχρονη χρήση κινητού τηλεφώνου

Η αντιληπτή ικανότητα οδήγησης, η ταχύτητα, η χρήση ζώνης και κράνους, η απόσπαση προσοχής και η κατανάλωση αλκοόλ είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου που επηρεάζουν την πιθανότητα ατυχήματος, αλλά και τη σοβαρότητα των ατυχημάτων, τόνισαν οι ομιλητές.