Στα 95,7 δισ. ευρώ μειώθηκαν στο τέλος του 2017 τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) των τραπεζών, κατά 4,8% σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο του 2017.  Παρά το γεγονός ότι, όπως παρατηρεί η ΤτΕ, πρόκειται για την υψηλότερη τριμηνιαία μείωση που έχει παρατηρηθεί από την αρχή της κρίσης, υπερκαλύπτοντας τον στόχο που έχουν θέσει οι τράπεζες, η μείωση οφείλεται κυρίως στις διαγραφές και στις πωλήσεις δανείων και λιγότερο στις ρυθμίσεις, που είναι το βασικό εργαλείο για την αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων.

Οι διαγραφές στο τελευταίο τρίμηνο του έτους άγγιξαν τα 2,1 δισ. ευρώ και οι πωλήσεις το 1,8 δισ. ευρώ, ενώ σε ετήσια βάση ανήλθαν στα 6,5 και στα 3,6 δισ. ευρώ, αντίστοιχα. Σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων από την Καθημερινή ανά κατηγορία δανείων, τα αποτελέσματα των τραπεζών είναι πενιχρά σε ό,τι αφορά τη μείωση των κόκκινων στεγαστικών δανείων, το ύψος των οποίων ανήλθε στο τέλος του 2017 στα 27,8 δισ. ευρώ καταγράφοντας μικρή μόνο βελτίωση κατά 100 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Ιούνιο του ίδιου έτους.

Βασική αιτία είναι ότι μεγάλο μέρος των στεγαστικών δανείων βρίσκεται υπό νομική προστασία, δηλαδή οι οφειλέτες τους έχουν κάνει αίτηση υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το 30% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων, δηλαδή περί τα 8 – 9 δισ. ευρώ σε σύνολο 28 δισ. ευρώ περίπου, που είναι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, βρίσκεται υπό την «ομπρέλα» του νόμου, ενώ άλλα 7 – 8 δισ. ευρώ είναι τα καταναλωτικά δάνεια που είναι στο ίδιο καθεστώς.

Αντίθετα, καλύτερες είναι οι επιδόσεις σε ό,τι αφορά τη μείωση των κόκκινων καταναλωτικών αλλά και των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων, καθώς οι υψηλές διαγραφές και οι πωλήσεις, που έκαναν στα αντίστοιχα χαρτοφυλάκια, επέτρεψαν την επίτευξη των δεσμεύσεων που οι τράπεζες έχουν αναλάβει έναντι των εποπτικών αρχών. Βελτιωμένη σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο είναι και η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που προήλθε από εισπράξεις και ρευστοποιήσεις.

Και πάλι όμως, καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο καταναλωτικό και επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, όπου η τριμηνιαία μείωση άγγιξε τo 14,8% και 4,4%, αντίστοιχα, σε αντίθεση με το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, όπου η μείωση ήταν μόλις 0,6%. Σε ετήσια βάση, η μείωση στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο άγγιξε το 12,3%, στο καταναλωτικό το 19,7%, ενώ στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο σημειώθηκε αύξηση των ΜΕΑ κατά 0,4%. Οι τράπεζες σκοπεύουν να επισπεύσουν την πώληση δανείων, κυρίως στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο και σε μικρότερο βαθμό στο καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο, στοχεύοντας σε επιπλέον πωλήσεις ύψους 4,7 δισ. ευρώ, αγγίζοντας τα 11,6 δισ. ευρώ συνολικές πωλήσεις για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019.