Την Τετάρτη, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος επισκέφθηκε το Βερολίνο ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση του γερμανού ομολόγου του Μίχαελ Ροτ. Με την ευκαιρία αυτή συναντήθηκε και με τον Φρανκ Mπσίρσκε, πρόεδρο του συνδικάτου των εργαζομένων στο δημόσιο ver.di.

Σύμφωνα με τον έλληνα υπουργό, η συνάντηση με τον κ. Ροτ αφορούσε τόσο τα διμερή θέματα, το σχεδιαζόμενο μουσείο του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη όσο και την πορεία των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού στη Γενεύη. Με τον κ. Μπσίρσκε συζήτησε θέματα που αφορούσαν «ζητήματα πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών σε προοδευτική κατεύθυνση».

Το θέμα αυτό θα είναι αντικείμενο εισήγησης του, τον επόμενο μήνα σε ευρωπαϊκό συνέδριο που διοργανώνει η ΚΟ του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, για την αντιμετώπιση της ανισότητας και του εθνικισμού στην ΕΕ. Στο συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στους χώρους του γερμανικού κοινοβουλίου θα συμμετέχουν τόσο η υπουργός εργασίας Αντρέα Νάλες όσο και σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί απ΄ όλη την ΕΕ. Ο κ. Κατρούγκαλος θα είναι ο μόνος εισηγητής από την Ελλάδα.

«Πλήρης» ανταπόκριση στις δεσμεύσεις

Η συνέντευξη που παραχώρησε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών στην Deutsche Welle επικεντρώθηκε κυρίως στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς αλλά και στα επίκαιρα προβλήματα στο προσφυγικό. Αναφορικά με τη στασιμότητα που παρατηρείται στις διαπραγματεύσεις, ο κ. Κατρούγκαλος διευκρινίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι «καθόλου ευτυχής» με αυτή την κατάσταση. Προπαντός επειδή ανταποκρίθηκε «πλήρως» στις δεσμεύσεις της. Ως υπεύθυνους για αυτή την στασιμότητα κατονομάζει «ακραίους πολιτικούς κύκλους στην Ευρώπη» στους οποίους «δεν είναι αρεστή μια αριστερή διακυβέρνηση» όπως επίσης και το ΔΝΤ.

«Έχω την αίσθηση πως αν δεν ήταν το ΔΝΤ θα είχαμε προ πολλού καταλήξει σε συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους μας», εκτιμά ο κ. Κατρούγκαλος. Το «ιδανικό» θα ήταν τα ζητήματα τους να τα χειρίζονται οι ίδιοι Ευρωπαίοι. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης θα έπρεπε να μετεξελιχθεί σε ένα ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο.

Παρ΄όλα αυτά η Ελλάδα δεν ζητά την άμεση αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Αναγνωρίζει ότι σε αυτή την περίπτωση μια σειρά από χώρες θα είχαν «πολιτικό πρόβλημα.» Η γερμανική βουλή για παράδειγμα υπερψήφισε τα ελληνικά δάνεια με την προϋπόθεση ότι στο πρόγραμμα θα συμμετέχει και το ΔΝΤ. Η αποχώρηση του θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις.

Αυτό όμως που ζητά η Ελλάδα από το ΔΝΤ, είναι σύμφωνα με τον κ. Κατρούγκαλο, τα όποια αιτήματα του να είναι «εντός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και της ευρωπαϊκής νομιμότητας». Μήλον της έριδος είναι το εργασιακό. Το ΔΝΤ αντιτίθεται στο ελληνικό αίτημα, η χώρα να επιστρέψει στην «ευρωπαϊκή κανονικότητα», δηλαδή να υπάρχει η δυνατότητα του κοινωνικού διαλόγου και να ισχύουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις όπως παντού στα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, υποστηρίζει ο κ. Κατρούγκαλος. Παράλληλα, δέχεται όμως ότι υπάρχει ένα σημείο όπου «το ΔΝΤ έχει δίκαιο και αντιμετωπίζει αγκυλώσεις από την πλευρά ορισμένων Ευρωπαίων – δυστυχώς κυρίως από τη γερμανική πλευρά: η ανάγκη ρύθμισης του χρέους όπου προφανώς θα πρέπει να ληφθούν πιο γενναία μέτρα. Δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν αυτά τα τεράστια πλεονάσματα του 3,5% για πολλά χρόνια όπως φαίνεται να ζητούν ορισμένοι Ευρωπαίοι.» Αυτό δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα αλλά για κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.

«Κάναμε ό,τι μπορούσαμε»

Αναφορικά με τις εικόνες που έκαναν αυτές τις ημέρες το γύρο του κόσμου με πρόσφυγες στα χιόνια και σε καταυλισμούς χωρίς θέρμανση, ο κ. Κατρούγκαλος υποστηρίζει ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους πρόσφυγες οδηγήθηκαν σε θερμαινόμενους χώρους. Εκτός αυτού στάλθηκε και πλοίο του ναυτικού στη Λέσβο για να καλύψει πιθανές ανάγκες στέγασης.

Ερωτηθείς για τις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό για κυβερνητική ανεπάρκεια, ο κ. Κατρούγκαλος επισημαίνει «ότι δεν πρόκειται μόνο για θέμα της ελληνικής κυβέρνησης. Η διαχείριση του προσφυγικού είναι ένα ευρωπαϊκό θέμα στο οποίο μάλιστα η ΕΕ έχει δώσει εξετάσεις και δεν έχει πάρει ιδιαίτερα υψηλούς βαθμούς. Αποφάσεις της σε σχέση με την μετεγκατάσταση των προσφύγων έχουν ληφθεί και δεν έχουν τηρηθεί. Δεν λέω ότι αυτή η κατάσταση που επικρατεί στα νησιά μπορεί να κάνει οποιοδήποτε Έλληνα ή οποιοδήποτε Ευρωπαίο υπερήφανο. Λέω όμως ότι σαν χώρα σε δεινή οικονομική κρίση κάναμε ό,τι μπορούσαμε.»