Στην αυτοοργάνωση των νοσοκομείων για τη διεξαγωγή ιατρικών επιμορφωτικών συνεδρίων στο πλαίσιο της συνεχούς επιμόρφωσης ιατρών και νοσηλευτών, στοχεύει το υπουργείο Υγείας. Ο υπουργός Ανδρέας Ξανθός επεσήμανε σήμερα απ’ το Ρέθυμνο, πως «τώρα που έχουμε διασφαλίσει την ευστάθεια και την επιβίωση της δημόσιας περίθαλψης και υγείας, τώρα που το ΕΣΥ είναι λειτουργικό και προσβάσιμο από όλους, το στοίχημα της επόμενης φάσης είναι μέσα από αλλαγές και σοβαρές μεταρρυθμίσεις, να δώσουμε προτεραιότητα και έμφαση στην ποιότητα της φροντίδας».

Ο κ. Ξανθός μίλησε στο 1ο Ιατρικό Συνέδριο του νοσοκομείου Ρεθύμνου με θέμα τις νεότερες εξελίξεις στην ιατρική πράξη – συνέδριο το οποίο οργάνωσε η ιατρική κοινότητα του νοσοκομείου, συντελώντας, όπως οι ίδιοι επισημαίνουν, στην προσπάθεια που γίνεται τα τελευταία δύο χρόνια με στόχο την εξωστρέφεια του οργανισμού του νοσοκομείου Ρεθύμνου. Απόφαση τους είναι, να συμμετέχουν ενεργά σε επιστημονικές εκδηλώσεις, και πλέον, υλοποιώντας οι ίδιοι συνέδρια και ημερίδες, να στοχεύουν συνεχώς στη συνεχή εκπαίδευση και ενίσχυση της επιστημονικής γνώσης μέσω της παρουσίασης σημαντικού κλινικού και ερευνητικού έργου του νοσοκομείου.

«Αυτό που έχει ανάγκη η δημόσια περίθαλψη, είναι η συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Χωρίς συνεχιζόμενη εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού του ΕΣΥ, των γιατρών, των νοσηλευτών, του προσωπικού αλλά και των ελευθεροεπαγγελματιών γιατρών, νομίζω ότι πραγματικά η υπόθεση της ποιότητας θα είναι πάντα προβληματική», ανέφερε ο υπουργός Υγείας.

 

Ο κ. Ξανθός τόνισε ότι χρειάζεται ένα πλαίσιο το οποίο θα διασφαλίζει πως οι γιατροί της χώρας και οι επαγγελματίες υγείας, θα έχουν την ευκαιρία μέσα από ένα διαφανή και καθαρό τρόπο, να μπορούν να παρακολουθούν τις εξελίξεις της επιστήμης. «Αυτό το συνέδριο είναι ένα μικρό λιθαράκι προς αυτή την κατεύθυνση, είναι ένα σήμα ότι δεν είναι μονόδρομος το σημερινό μοντέλο των πανάκριβων συνέδριων υψηλού κόστους που οργανώνονται από γραφεία που διεξάγονται σε τουριστικά θέρετρα, που έχουν μεγάλες χορηγίες από εταιρείες που εμπλέκονται στην πολιτική υγείας, στο φάρμακο και στις προμήθειες».

 

Όπως μάλιστα δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπουργός Υγείας, το συγκεκριμένο πεδίο χρειάζεται βήματα εξυγίανσης: «Το στοίχημα αυτή την περίοδο είναι, μέσα από την συνολική προσπάθεια αναδιοργάνωσης της ιατρικής εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στη φάση της ειδικότητας και του ρόλου του κεντρικού συμβουλίου Υγείας, να προχωρήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Η ιδέα είναι ότι την ευθύνη για την έγκριση και εποπτεία των ιατρικών συνεδρίων, θα την έχει το κεντρικό συμβούλιο της Υγείας και όχι ο ΕΟΦ, ο οποίος, ούτως ή άλλως, είχε ένα ρόλο τυπικό στην έγκρισή τους. Ένα όργανο δηλαδή, το οποίο μπορεί να αξιολογεί τα επιστημονικά στάνταρς και την αξιοπιστία, και με βάση αυτό να τα πιστοποιεί και να τα κατατάσσει, να τα αξιολογεί και να τα μοριοδοτεί αντίστοιχα. Σκέψη μας είναι, ότι οι επιστημονικές εταιρείες που εξελίσσονται σε επιστημονικές ιατρικές κοινότητες – είναι ο νέος όρος – αυτές αναλαμβάνουν να δέχονται τις δωρεές και τη συνδρομή των φορέων της φαρμακοβιομηχανίας, της ιατρικής βιομηχανίας εξοπλισμού κλπ., και στη συνέχεια οι επιστημονικές εταιρείες να καθορίζουν, ποιοι γιατροί είναι που θα καλυφθεί το κόστος εκπαίδευσής τους» ανέφερε ο κ. Ξανθός. Οι γιατροί θα εκδηλώνουν ενδιαφέρον, και στη συνέχεια με βάση το ύψος του ποσού το οποίο θα διαμορφώνεται από τις συνδρομές των χορηγών, και με βάση τις αξιολογήσεις των γιατρών, θα έχουν προτεραιότητα όλοι οι γιατροί οι οποίοι συμμετέχουν, είτε με εργασίες, είτε με ομιλίες σε στρογγυλά τραπέζια, δηλαδή όσοι γιατροί έχουν πιο ενεργό ρόλο.

 

«Φυσικά θα υπάρχει χώρος και για άλλους γιατρούς, οι οποίοι θα μπορούν να παρακολουθήσουν ως εκπαιδευόμενοι τα συνέδρια αυτά» συνέχισε ο κ. Ξανθός. «Θέλουμε να βάλουμε ένα πλαίσιο και να οριοθετήσουμε και να εξυγιάνουμε αυτό το τοπίο. Όμως αυτό το οποίο είναι σημαντικό, είναι ότι προβλέπουμε στο σχέδιο νόμου που ετοιμάζουμε, ένα ειδικό λογαριασμό συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των επαγγελματιών υγείας, ο οποίος θα υπάρχει στο υπουργείο, θα εισπράττει και θα χρηματοδοτείται από παράβολα που θα καταθέτουν οι διοργανωτές και οι χορηγοί συνεδρίων, και από ένα συγκεκριμένο ποσοστό το οποίο θα αξιοποιείται από τα κονδύλια του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας και Ανάπτυξης των υγειονομικών περιφερειών, που σήμερα δεν αξιοποιείται. Μέσα από αυτόν τον κουμπαρά, ο στόχος είναι να ενισχυθεί όσο είναι δυνατόν η δυνατότητα αυτοχρηματοδότησης αυτών των συνεδρίων» ανέφερε.

 

Τα παραπάνω αποτελούν ένα μέρος ενός συνολικού σχεδίου υγείας, της «ηθικοποίησης του συστήματος», όπως χαρακτηρίζει ο υπουργός Υγείας την προσπάθεια αυτή. «Δεν είναι μία ξεκομμένη παρέμβαση: θέλουμε να εγγυηθούμε το αύριο μέσα από την εξυγίανση. Και αυτό πρέπει να είναι πολύ σαφές. Επίσης δεν θέλουμε να αισθανθεί ο επιστημονικός κόσμος και οι γιατροί της χώρας ότι θα δημιουργηθούν προβλήματα στην εκπαίδευση τους. Αυτό το οποίο θέλουμε – και νομίζω ότι αυτό θέλει η πλειονότητα των έντιμων και αξιοπρεπών γιατρών της χώρας – είναι να υπάρχει διαφάνεια, να υπάρχουν καθαρές σχέσεις, να υπάρχει αξιοπιστία και εγκυρότητα επιστημονική. Είναι ένα σχέδιο που το έχουμε επεξεργαστεί, αλλά το έχει επεξεργαστεί και το κεντρικό συμβούλιο Υγείας μετά από πολύμηνες διαβουλεύσεις (είναι σύμφωνη και η φαρμακοβιομηχανία επί της αρχής) και υπάρχει η δυνατότητα μέσα στον Οκτώβριο να το θέσουμε σε δημόσια διαβούλευση και να προχωρήσουμε στο επόμενο διάστημα».

 

Σύμφωνα με την διευθύντρια της 7ης ΥΠΕ Ελένη Μαυρομάτη, το συνέδριο που πραγματοποιείται στο Ρέθυμνο «είναι μια εξαιρετικά έξυπνη πράξη της ιατρικής υπηρεσίας και της διοίκησης του νοσοκομείου Ρεθύμνου. Ενημερώνουμε τον κόσμο σε θέματα πρόληψης και δημόσιας υγείας, ενώ το συνέδριο δείχνει επίσης ότι υπάρχει μία πολύ καλή συνεργασία ανάμεσα στους ανθρώπους που δουλεύουν στο σύστημα υγείας και τον διοικητή τους. Σαν επιστέγασμα όλης αυτής της κοινής προσπάθειας, θεωρώ ότι ήτανε και το βραβείο που πήραν πολύ πρόσφατα, το οποίο έδειξε ότι όλοι μαζί αύξησαν την παραγωγικότητα. Δεν είναι ένας δείκτης οικονομοτεχνικός, είναι ένας δείκτης ποιοτικός, γιατί άνοιξαν οι καινούργιες υπηρεσίες, γιατί προσφέρθηκαν καινούργια πράγματα, και αυτό ήθελε και ο ιατρικός κόσμος, ο οποίος μάλιστα έχει μία πολύ καλή παιδεία».

Το νοσοκομείο Ρεθύμνου, σύμφωνα με τον διοικητή του, Γιώργο Φραγκιαδάκη, έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια με αρκετές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, ιατρικού και επικουρικού, και έχει πετύχει να εξυπηρετεί 10.000 περισσότερους ασθενείς στα εξωτερικά ιατρεία και τις δομές του, να εξυπηρετεί 2000 περισσότερους ασθενείς στις κλινικές του και να πραγματοποιεί πολύ περισσότερες επεμβάσεις από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια. Ο κ. Φραγκιαδάκης είπε ότι το 40% της αύξησης στην εξυπηρέτηση, αφορά ανασφάλιστους οι οποίοι δεν είχαν πρόσβαση στη δημόσια υγεία πριν το 2016, και το 70% αφορά πολίτες που έλαβαν υπηρεσίες που δεν υπήρχαν πριν στο νοσοκομείο. «Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το έργο και την αφοσίωση του προσωπικού όλων των ειδικοτήτων του νοσοκομείου και να εκφράσουμε την ικανοποίησή μας για την εργατικότητά τους και την προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο – και βέβαια τις προσπάθειες της πολιτικής ηγεσίας για εσωτερική καθολική υγειονομική κάλυψη των πολιτών στο σύστημα υγείας, γεγονός το οποίο αποτυπώνεται και στο νομό Ρεθύμνου», είπε ο διοικητής του νοσηλευτικού ιδρύματος του Ρεθύμνου.