Δυναμικά στο προσκήνιο επανέρχεται το «μαύρο σενάριο» του Grexit, της εξόδου δηλαδή της Ελλάδας από την ΟΝΕ και κατ’ επέκταση την Ε.Ε. Πέραν της αποτυχίας της κυβέρνησης να ολοκληρώσει ήδη από τον Δεκέμβριο του 2016 -όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός- τη δεύτερη αξιολόγηση, λάδι στη φωτιά… έρχονται να ρίξουν δηλώσεις όχι μόνο ξένων, αλλά πλέον και Ελλήνων αξιωματούχων υπέρ της εκδίωξης της χώρας από το ευρώ.

Ενδεικτικό παράδειγμα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Ξυδάκης, ο οποίος μίλησε ανοικτά για μη δαιμονοποίηση της δραχμής. Μολονότι εν συνεχεία υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση, πολλοί έσπευσαν να του προσάψουν ότι συντάσσεται με τη «γραμμή» Σόιμπλε.

Πρακτικά, όμως, τι θα σήμαινε, για την Ελλάδα μια πιθανή αποχώρηση από την ευρωζώνη; «Ολα θα εξαρτηθούν από τις συνθήκες που θα επικρατήσουν την επομένη μιας τέτοιας απόφασης, τους όρους της αποχώρησης και τις πολιτικές αποφάσεις για τη διαχείριση της κρίσης», εκτιμούν τραπεζικοί κύκλοι.

Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα πάντα με τους ίδιους, η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, ακόμη και αν είναι συνδεδεμένο με κάποιο άλλο, π.χ. το ευρώ ή το δολάριο, δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Τις πρώτες ώρες, η υποτίμηση του νομίσματος, όπως προκύπτει από συγκλίνουσες απόψεις, θα κινηθεί στο 30% έως 40% ή ακόμη και στο 50%. Η ισοτιμία δραχμής-ευρώ στο καλύτερο σενάριο, θα είναι την ώρα εξόδου στο 1 προς 1, αλλά σε λίγες ώρες η υποτίμηση θα είναι δεδομένη.

Οσον αφορά στις καταθέσεις, για την τήρηση ισορροπιών και την αποφυγή ακραίων σκηνικών, θα έπρεπε να υπάρξει διατήρηση καταθέσεων και δανείων σε ευρώ. Το Δημόσιο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει εθνικό νόμισμα για να κάνει τις εσωτερικές πληρωμές του σε δημοσίους υπαλλήλους, πιστώσεις, λογαριασμούς κ.λπ. αλλά τις εξωτερικές του συναλλαγές θα τις διατηρούσε σε ευρώ.

Τα δάνεια, εφόσον δεν έχουμε πια ευρώ, φαντάζει ως πιθανότερο σενάριο ότι θα παραμείνουν παρ’ όλα αυτά σε ευρώ. Μόνο που πια δεν θα είναι εθνικό νόμισμα αλλά συνάλλαγμα. Και οι δανειολήπτες θα καλούνται να βρίσκουν περισσότερες δραχμές για να αποπληρώσουν το ποσό, το οποίο επίσης θα αυξάνεται λόγω της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Υπενθυμίζεται πως κάτι αντίστοιχο έχει συμβεί και στους δανειολήπτες με ελβετικό φράγκο.

» ΑΓΟΡΑ

Οι τιμές σε μια σειρά βασικών προϊόντων όπως τρόφιμα, ποτά, φάρμακα, καύσιμα, εισαγόμενα ή παραγόμενα στην Ελλάδα θα εκτιναχθούν, λόγω της συναλλαγματικής διαφοράς, προκαλώντας έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Τουλάχιστον αυτό ισχυρίζονται, στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής, αρμόδια στελέχη της αγοράς.

Τομείς αιχμής όπως το εμπόριο, ο τουρισμός, οι μεταφορές, οι αγροτικές καλλιέργειες και άλλες υπηρεσίες τεχνολογίας, θα απαιτήσουν τετραπλάσια χρηματοδότηση από αυτή που απαιτείται σήμερα στην ελληνική αγορά διότι θα διαπραγματευόμαστε με αδύναμο νόμισμα και σε περιβάλλον επιχειρηματικής ανασφάλειας.

«Σε μία τέτοια κατάσταση, δύσκολα θα προστατευθούν η ελληνική παραγωγή, η ελληνική γη και οι υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις από τις ορέξεις όσων διαθέτουν ρευστότητα ή ευχερή πρόσβαση σε διεθνείς χρηματοδοτήσεις, είτε πρόκειται για ξένους είτε για Ελληνες με σωρεμένα κεφάλαια στο εξωτερικό. Η οικονομία μας θα προσφέρεται ως λεία σε κερδοσκόπους και όσους διεκδικούν προνομιακή μεταχείριση από το κράτος», όπως δήλωσαν κύκλοι της αγοράς στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής.

» ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ

Ενδεχόμενη πτώχευση θα καταστήσει εξαιρετικά δύσκολες τις εισαγωγές, οι οποίες κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα στη χώρα μας. Οπως εκτιμάται, θα δημιουργηθούν πολλές ελλείψεις που θα οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η Αργεντινή, μία χώρα πιο αυτάρκης από εμάς, δεν έχει συνέλθει ακόμη από την πτώχευση.

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουμε θα είναι αυτό της ρευστότητας και όχι της αύξησης των τιμών», σημειώνουν κύκλοι της αγοράς. Κατά τα λεγόμενά τους αυτό θα συμβεί διότι όλες οι εισαγωγές για ένα χρονικό διάστημα θα γίνονται με πληρωμή στην παραλαβή.

» ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ

Το βάρος τους σε χρυσάφι θα φτάσουν να στοιχίζουν τα αυτοκίνητα στην Ελλάδα, σε περίπτωση που πάρουν σάρκα και οστά τα σενάρια για Grexit. Είτε πρόκειται για νέα είτε για μεταχειρισμένα τα Ι.Χ. θα αναδειχθούν σε πραγματικό είδος πολυτελείας, αφού τόσο η αγορά όσο και η συντήρησή τους θα είναι σχεδόν απαγορευτική για μεγάλη μερίδα των Ελλήνων καταναλωτών.

Παράγοντες της αγοράς, μολονότι… ξορκίζουν το κακό, παραδέχονται ότι μία τέτοια εξέλιξη θα είχε ως συνέπεια το διπλασιασμό των τιμών των Ι.Χ. «Εστω ότι για την αγορά ενός αυτοκινήτου απαιτούνται σήμερα 10.000 ευρώ. Με ισοτιμία 1 προς 1, το ποσό αυτό μετατρέπεται αυτομάτως σε 10.000 δραχμές. Οσο το νέο νόμισμα θα υποτιμάται τόσο θα αυξάνεται το κόστος. Εάν, για παράδειγμα, η υποτίμηση αγγίξει το 50%, τότε η τιμή θα ανέβει στις 20.000 δραχμές», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Πέραν της τιμής, την… ανιούσα προβλέπεται να πάρουν τόσο τα καύσιμα όσο και τα ανταλλακτικά.

Στο μεταξύ, τον κίνδυνο να βρεθούν αντιμέτωπες με μαζικές λύσεις συμβολαίων υπογραμμίζουν από την πλευρά τους εκπρόσωποι μερικών από τις μεγαλύτερες αντιπροσωπείες αυτοκινήτων. «Χωρίς αγοραστική δύναμη και με τις τιμές υψηλότερα ελέω υποτίμησης κάποιοι ενδεχομένως να απαιτήσουν τη λήξη των συμβολαίων τους», τονίζουν χαρακτηριστικά, σπεύδοντας, ωστόσο, να υπογραμμίσουν ότι μία τέτοια απόφαση συνεπάγεται την παραδοχή από πλευράς των καταναλωτών ότι θα απολέσουν την όποια προκαταβολή είχαν καταβάλει για την αγορά του εκάστοτε Ι.Χ.

» ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Σε περίπτωση «ατυχήματος» η πάλαι ποτέ αγροτική Ελλάδα «δεν θα μπορέσει να θρέψει το λαό της», διαμηνύουν αρμόδια στελέχη στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής. Κι αυτό, διότι οι τιμές των παραγόμενων προϊόντων θα αυξηθούν δραματικά, καθώς τα φυτοφάρμακα, τα λιπάσματα, οι σπόροι, τα καύσιμα κ.λπ. έρχονται από το εξωτερικό. Μάλιστα, όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές ακόμη και όσοι μπορέσουν τελικά να παράγουν θα πουλάνε τα προϊόντα τους στη μαύρη αγορά.

Στο μεταξύ, οι εξαγωγείς μπορεί να βγουν κερδισμένοι εξαιτίας της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος. Ωστόσο μακροπρόθεσμα υπολογίζεται πως θα αντιμετωπίσουν και αυτοί σοβαρά προβλήματα, καθώς εάν δεν υπάρχει παραγωγή, δεν υπάρχουν και προϊόντα, με συνέπεια σε βάθος τριετίας να μην εξάγεται τίποτα.

» ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ

Τέλος, ακόμα μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημα για τους μεταποιητές. Οπως ισχυρίζονται φορείς της αγοράς στο μεταποιημένο προϊόν, όπως για παράδειγμα είναι οι κομπόστες, το 30% του κόστους αφορά στα υλικά συσκευασίας (κουτί), το υπόλοιπο 30% στην πρώτη ύλη, ένα άλλο 20% αφορά σε άλλα εισαγόμενα υλικά και μόλις το 20% είναι το εργατικό κόστος. Δεδομένου μάλιστα ότι ο κλάδος της κονσερβοποιίας ως επί το πλείστον χρηματοδοτείται από τις τράπεζες, στο ενδεχόμενο κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος ελάχιστοι θα μπορούν να δουλέψουν.

«Ακόμα και αν ξεπεραστούν όλα αυτά τα αγκάθια, μέχρι να ισορροπήσει η οικονομία θα περάσουν τουλάχιστον 4-5 χρόνια και θα έχουμε χάσει τις ξένες αγορές στις οποίες κάναμε εξαγωγές μέχρι σήμερα, καθώς θα έχουν κατακλυστεί από τους ανταγωνιστές μας», καταλήγουν οι ίδιοι.