Κούρεμα οφειλών και νέο διακανονισμό με δόσεις που ξεπερνούν ακόμη και τις 250, σχεδιάζει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας για πάνω από 73.000 δανειολήπτες του πρώην Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας που έχουν οφειλές προς τον ΟΑΕΔ (είναι διάδοχος του ΟΕΚ), ύψους 1,5 δισ. ευρώ.

Η νέα ρύθμιση αφορά μόνο στα δάνεια που έχουν δοθεί από τα ίδια κεφάλαια του Οργανισμού και όχι τα τραπεζικά. Πρόκειται στην πράξη για δάνεια που μαζί με τις προσαυξήσεις ανέρχονται πλέον σε 1,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μόλις το 18% εξυπηρετείται.

Η νέα ρύθμιση που εξετάζει το υπουργείο Εργασίας θα αφορά τόσο τους ενήμερους, όσο και τους μη ενήμερους οφειλέτες και σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει αύξηση του αριθμού των δόσεων, ώστε η οφειλή να μπορεί πλέον να αποπληρωθεί σε περισσότερες από 250 δόσεις, αλλά και κούρεμα της συνολικής οφειλής προς τον ΟΕΚ.

Μάλιστα, μεταξύ των σεναρίων που επεξεργάζονται στο υπουργείο είναι και αυτό που προβλέπει όχι μόνο κούρεμα τόκων υπερημερίας, αλλά και μέρους του αρχικού κεφαλαίου, αλλά με προτεραιότητα σε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, όπως μακροχρόνια άνεργους, άτομα με αναπηρία και γενικά ευπαθείς ομάδες.

Να σημειωθεί ότι ο ΟΑΕΔ έχει ήδη τοποθετηθεί για το θέμα, με πόρισμα προς το υπουργείο Εργασίας, σύμφωνα με το οποίο εάν προωθηθεί η σχετική ρύθμιση, είναι δυνατό να εισπραχθεί ποσό της τάξης των 990 εκατ. ευρώ. Βέβαια, από τον περασμένο Οκτώβριο έχει προωθηθεί ρύθμιση για τους δανειολήπτες του ΟΕΚ που είναι άνεργοι (προβλέπει αναστολή της πληρωμής δόσεων του άληκτου κεφαλαίου για 12 μήνες, με δυνατότητα παράτασης άλλους 12), χωρίς ακόμη να έχει ενεργοποιηθεί.

Ποιοι μένουν στον «αέρα»

Στον «αέρα» βρίσκονται βέβαια και οι δανειολήπτες με επιδότηση επιτοκίου από τον ΟΕΚ, οι οποίοι όπως καταγγέλλουν, βρίσκονται σε απόλυτο αδιέξοδο. Το θέμα έχει φθάσει πολλές φορές στη Βουλή, όπου μεταξύ άλλων έχουν αναφερθεί τα εξής: Πρόκειται για δάνεια που ήταν χορηγούμενα από συμβεβλημένες με τον ΟΕΚ τράπεζες, με επιδότηση επιτοκίου από τον Οργανισμό για τα πρώτα 9 έτη, αλλά και για άτοκα δάνεια από τον ΟΕΚ που έχουν περιέλθει στις τράπεζες. Πολλοί εκ των δανειοληπτών αποδέχθηκαν την κατάργηση της επιδότησης του επιτοκίου που μέχρι πρότινος απολάμβαναν, προκειμένου να γίνει η επιμήκυνση.

Οι τράπεζες όμως παρουσιάζουν ως μοναδική λύση τη μη πληρωμή του δανείου για τρεις μήνες, ώστε να καταγγελθεί αυτόματα η σύμβαση με τον ΟΕΚ, το δάνειο να χαρακτηριστεί ως μη εξυπηρετούμενο και στη συνέχεια να προχωρήσουν στη ρύθμιση αυτού, υπογράφοντας νέα δανειακή σύμβαση, με δυσμενέστερους όρους από την αρχική σύμβαση.

Με την εν λόγω διαδικασία επέρχονται οι εξής συνέπειες: 
Έχουμε ρύθμιση και όχι επιμήκυνση του δανείου και άρα υπογραφή νέας και με δυσμενέστερους όρους σύμβασης.

– Η ρύθμιση προβλέπει νέο (αυξημένο) επιτόκιο.

– Αποσύνδεση του επιτοκίου από το επιτόκιο της ΕΚΤ (με το οποίο είναι συνδεδεμένα τα περισσότερα δάνεια).

– Κήρυξη του δανείου ως «κόκκινου» (αφού δεν θα πρέπει να πληρώνεται για τρεις συνεχόμενους μήνες), με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται (π.χ. κατασχέσεις).

– Η μη εξυπηρέτηση του δανείου συνεπάγεται και την αυτόματη είσοδο του δανειολήπτη στον «τραπεζικό Τειρεσία» και τον αποκλεισμό του για μεγάλο χρονικό διάστημα από οποιαδήποτε τραπεζική συναλλαγή.

Το 2014 προωθήθηκε μια ρύθμιση που στην πράξη αποδείχθηκε άκυρη, καθώς αφορούσε μόνον όσους χρωστούσαν δόσεις έως 6 μήνες.

Συγκεκριμένα, δόθηκε η δυνατότητα παράτασης του χρόνου αποπληρωμής, υπό τον όρο ότι οι δικαιούχοι δεν έχουν υπερβεί κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης τη συμβατική προθεσμία διακοπής, δηλαδή για ληξιπρόθεσμη οφειλή μεγαλύτερη του ισόποσου των 6 μηνιαίων τοκοχρεολυτικών δόσεων.

Ο ως άνω νόμος ορίζει επίσης ότι ο ΟΑΕΔ (ως καθολικός διάδοχος του πρώην ΟΕΚ) δεν παρεμβάλλεται στη διαπραγμάτευση των δανειοληπτών με την αντισυμβαλλόμενη Τράπεζα αναφορικά με τον χρόνο αποπληρωμής του δανείου και συνεχίζει να καταβάλλει την επιδότηση του επιτοκίου, το συνολικό ποσό της οποίας δεν θα υπερβεί το αντίστοιχο της αρχικής σύμβασης.

Οι δανειολήπτες είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν σχετική αίτηση μέχρι τις 31.12.2015, ενώ στο νόμο αφήνεται περιθώριο παράτασης, με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Εργασίας.

Εν τω μεταξύ, χθες, η υπουργός Εργασίας Εύη Αχτσιόγλου με απόφασή της ανοίγει τον δρόμο για την οριστική έκδοση παραχωρητηρίων σε περίπου 12.000 ιδιοκτήτες εργατικών κατοικιών. Η απόφαση αφορά 150 οικισμούς σε όλη την Ελλάδα με 12.000 κατοικίες, για τις οποίες εκκρεμούσε επί χρόνια, σε ορισμένες περιπτώσεις από το 1978, η έκδοση παραχωρητηρίων.

Στην απόφαση προβλέπεται επίσης η αναθεώρηση των τιμών των κατοικιών για περίπου 5.000 οικιστές, οι οποίοι είχαν ήδη λάβει οριστικά παραχωρητήρια και αποπληρώνουν ακόμη το τίμημα, με τιμές μεγαλύτερες από αυτές που θα προκύψουν από την εφαρμογή της υπουργικής απόφασης. Παράλληλα, η απόφαση απαλλάσσει τους οικιστές από έξοδα που μέχρι τώρα τους επιβάρυναν άδικα και μετακύλιαν το υπερβάλλον κόστος κατασκευής σε αυτούς.