Διατηρώντας τις έντονες επιφυλάξεις τους και τις διατυπωμένες ενστάσεις τους, οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου των δανειστών άκουσαν , από τη νέα υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου, τις θέσεις και τις επιδιώξεις της ελληνικής κυβέρνησης για τις αλλαγές στα εργασιακά.

Η κ. Αχτσιόγλου, σύμφωνα με πληροφορίες, επέλεξε να μην αποστείλει στους δανειστές υπόμνημα με τις βασικές αρχές της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς ο χρόνος από την ανάληψη των καθηκόντων της έως την έλευση των επικεφαλής των τεσσάρων θεσμών ήταν μικρός και δεν υπήρχε δυνατότητα διαπραγμάτευσης. Για τον λόγο αυτό παρουσίασε κατά την πρώτη της επίσημη συμμετοχή ως υπουργός, στη χθεσινή συνάντηση, τις θέσεις της με αιχμή την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ενδυνάμωση των συλλογικών συμβάσεων.

Εχοντας ήδη ανοίξει τα χαρτιά τους από την προηγούμενη επίσκεψή τους στην Αθήνα, από την πλευρά τους, οι επικεφαλής των τεσσάρων θεσμών, σύμφωνα με πληροφορίες, υποδέχθηκαν την κ. Αχτσιόγλου με δεδομένες τις ενστάσεις τους στο θέμα του καθορισμού του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους και την υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών, ενώ επανέλαβαν τη θέση τους για αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων. Να σημειωθεί ότι σήμερα επιτρέπονται απολύσεις έως το 5% του προσωπικού και μέχρι 30 εργαζομένους τον μήνα για επιχειρήσεις με πάνω 150 εργαζομένους, ενώ υπάρχει και Κοινοτική Οδηγία που δίνει τη δυνατότητα το ποσοστό να πάει έως και το 10%, σε επιχειρήσεις που απασχολούν 100-300 εργαζομένους.

Ετσι εξηγείται, άλλωστε, η δήλωση υψηλόβαθμου κυβερνητικού στελέχους, αμέσως μετά τη συνάντηση, ότι «τεκμηριωμένα υποστηρίξαμε ότι τα όρια που θέτει η ελληνική νομοθεσία είναι πλήρως συμβατά με το ενωσιακό δίκαιο». Να σημειωθεί ότι τόσο η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου όσο και η νέα υπουργός Εργασίας έχουν ταχθεί υπέρ του σχεδιασμού ενός κοινωνικού πλάνου στις περιπτώσεις επιχειρήσεων σε αναδιάρθρωση και με στόχο την αποφυγή ομαδικών απολύσεων.

Οσο για την τύχη της διοικητικής έγκρισης των ομαδικών απολύσεων, που σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο διατηρεί ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας, θα κριθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ωστόσο, η κυβέρνηση, σύμφωνα με την Καθημερινή, εμφανίζεται πρόθυμη να δεχθεί την πρόταση για εργασία μειωμένου ωραρίου αντί ομαδικών απολύσεων.

Υψηλά στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης ήταν χθες και τα υπόλοιπα θέματα που έθετε εξαρχής ως βασικές αρχές η νέα ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, ήτοι η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και οι διαδικασίες ώστε να αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο οι συλλογικές συμβάσεις. Να σημειωθεί ότι πρόκειται για θέματα που κατά κύριο λόγο θέτει η ελληνική πλευρά χωρίς να προβλέπονται ως προαπαιτούμενα στο τρίτο μνημόνιο, όμως αντιμετωπίζονται θετικά από την πλειονότητα των διεθνών εμπειρογνωμόνων στο πόρισμα της επιτροπής σοφών.

Κάτι που δεν συμμερίζονται βέβαια οι δανειστές, οι οποίοι ακολουθούν σκληρή γραμμή όχι μόνο αναφορικά με τις ομαδικές απολύσεις αλλά και με το θέμα των συλλογικών συμβάσεων, υποστηρίζοντας ανοικτά την επέκταση των επιχειρησιακών συμβάσεων (έναντι των κλαδικών), καθώς θεωρούν ότι έτσι οι επιχειρήσεις μπορούν να προσαρμοστούν σε περιόδους οικονομικής δυσχέρειας ή προσαρμογής. Μάλιστα, στο δικό τους υπόμνημα προς τους «Σοφούς», επέμεναν ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να παραμείνει στη δικαιοδοσία του κράτους και μάλιστα γυμνός από προσαυξήσεις λόγω εμπειρίας (ωριμάνσεις – τριετίες).

Στο θέμα, τέλος, του συνδικαλιστικού νόμου, σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική πλευρά δεν δέχεται συζήτηση για το «λοκ-άουτ», προτίθεται όμως να δεχθεί αλλαγές στο θέμα των λεγόμενων «συνδικαλιστικών προνομίων» με διεύρυνση των αιτιών απόλυσης των συνδικαλιστών για σπουδαίο λόγο κυρίως ποινικού χαρακτήρα.

Σήμερα, οι συζητήσεις θα συνεχιστούν σε τεχνικό επίπεδο και η πορεία των διαπραγματεύσεων στα κλιμάκια των τεχνοκρατών θα καθορίσουν και την ημέρα της επόμενης συνάντησης της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας με τους επικεφαλής.