H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμά ότι η επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές θα πρέπει να γίνει με “λογικό” επιτόκιο και με τρόπο που θα διασφαλίζει ότι το εγχείρημα θα έχει συνέχεια.

Η προσφυγή της χώρας στις αγορές σε κάθε περίπτωση βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια της Κυβέρνησης, ωστόσο εκείνο που για την ΕΚΤ έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η εφαρμογή του προγράμματος με συνέπεια, ώστε να πεισθούν οι αγορές για την προοπτική εξόδου της οικονομίας από την κρίση.

Τη θέση αυτή της ΕΚΤ μετέφερε σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ στο Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος ο διοικητής της Γιάννης Στουρνάρας κατά την τελευταία συνεδρίαση του οργάνου.

Υπενθυμίζεται ότι σε πρόσφατη συνέντευξη του στη Wall Street Journal o διοικητής της ΤτΕ, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο εξόδου στις αγορές είχε επισημάνει χαρακτηριστικά : «Νομίζω πως είναι λίγο νωρίς». Παράλληλα, είχε καλέσει την κυβέρνηση να επικεντρωθεί στις ιδιωτικοποιήσεις, προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Ο ίδιος ο κ. Στουρνάρας μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ υποστήριξε ότι την άποψη αυτή την στηρίζει η πλειοψηφία του Γενικού Συμβουλίου της Τράπεζας της Ελλάδος.

Σημειώνεται ότι σε σημερινά δημοσιεύματα των εφημερίδων “Εφ. των Συντακτών” και “Δημοκρατία”, αναφέρεται ότι “μέλη του Γενικού Συμβουλίου της ΤτΕ εξέφρασαν τη δυσαρέσκεια τους σχετικά με τις δηλώσεις που είχε κάνει ο κ. Στουρνάρας για το πότε πρέπει να βγει η χώρα στις αγορές, οι οποίες σύμφωνα πάντα με τα ίδια δημοσιεύματα, ήταν “απόλυτα αντιφατικές με τις ανάλογες δηλώσεις του επί υπουργίας του το 2014, αλλά και επηρεάζουν αρνητικά την ελληνική αγορά.”.

Πηγές της ΤτΕ προσκείμενες στον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας σχολιάζοντας τα παραπάνω ανέφεραν ότι “ρόλος του κεντρικού τραπεζίτη είναι να σχολιάζει τα οικονομικά τεκταινόμενα, και τούτο υπαγορεύεται από την θεσμοθετημένη ανεξαρτησία της ΤτΕ.” Άλλωστε όπως υπενθυμίζουν οι ίδιες πηγές ” ο κ. Στουρνάρας με δημόσιες δηλώσεις του είχε παρέμβει το 2015 προκειμένου να αποτραπεί η έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη”.

Σήμερα “κληρώνει” για την έξοδο στις αγορές

Καταλυτικό ρόλο για την απόφαση της δοκιμαστικής εξόδου της χώρας στις αγορές αναμένεται να αποτελέσει η

Τα αποτελέσματά της δεν αναμένεται να αλλάξουν την ουσία των πραγμάτων, καθώς αναμένονται οριακά καλύτερα από την έκθεση που είχε παρουσιαστεί από το Ταμείο τον περασμένο Φεβρουάριο.

Οι δεσμεύσεις των Ευρωπαίων για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και στο 2% του ΑΕΠ στη συνέχεια, υπάρχουν και το ΔΝΤ αναμένεται να εγκρίνει την απόφαση του Eurogroup της 15ής Ιουνίου για μια επί της αρχής συμφωνία, με κεφάλαια έως 2 δισ. εφόσον ξεκαθαρίσουν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.

Μια τέτοια ανάλυση για το χρέος αποτελεί τροχοπέδη για την έξοδο της χώρας στις αγορές, ζήτημα που έχει προκαλέσει σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση, μεταξύ κυβέρνησης και Νέας Δημοκρατίας.

Το οικονομικό επιτελείο θεωρεί ότι το κλίμα ενδέχεται να αλλάξει σε περίπτωση αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor’s που αναμένεται αύριο. Έτσι η έξοδος στις αγορές θα επιχειρηθεί σε πιο καθαρό τοπίο και με όλα τα δεδομένα ανοιχτά στο τραπέζι.

Όπως φαίνεται, στην κυβέρνηση έχουν οριστικοποιήσει ότι δεν πρόκειται να κάνουν πίσω στην έκδοση 5ετούς ομολόγου και ίσως προχωρήσουν στις αρχές της επόμενης εβδομάδας στην αναμενόμενη ανταλλαγή των ομολόγων που λήγουν το 2019 με νέους τίτλος που θα λήγουν το 2022.

Το ποιος θα είναι ο αγοραστής των νέων ομολόγων είναι εξίσου σημαντικό για την Αθήνα, όπως ανέφερε αξιωματούχος στο πρακτορείο Reuters, αφού για να χαρακτηριστεί επιτυχημένη η έξοδος, η έκδοση θα πρέπει να προσελκύσει κυρίως ξένα κεφάλαια, με ελάχιστη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών.

Ευρωπαίο αξιωματούχοι συμβουλεύουν, παράλληλα, την Ελλάδα ότι δεν αρκεί μία έκδοση, αλλά θα απαιτηθούν περισσότερες, για να σχηματιστεί το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 9 δισ. ευρώ που χρειάζεται η χώρα για να έχει μόνιμη πρόσβαση στις αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.

Σύμφωνα, πάντως, με πηγές του Reuters, η Αθήνα έχει ήδη προσλάβει έξι τράπεζες για να διαχειριστούν την έκδοση ομολόγου. Πηγή ανέφερε συγκεκριμένα ότι, η Ελλάδα έχει αναθέσει τη διαχείριση του πενταετούς ομολόγου στις Bank of America Merrill Lynch, BNP Paribas, Citigroup, Deutsche Bank, Goldman Sachs και HSBC.

Όπως πρόσθεσε η ίδια πηγή, η έκδοση ενδέχεται να προχωρήσει ακόμα και την επόμενη εβδομάδα, όμως το χρονοδιάγραμμα παραμένει αβέβαιο, αφού η χώρα περιμένει έγκριση από τους επίσημος πιστωτές.