Τεχνική συμφωνία με τους Θεσμούς (staff level agreement) έως το Eurogroup της 22ης Μαΐου «κυνηγά» η ελληνική κυβέρνηση, επιδιώκοντας να δρομολογηθούν εντός του Μαΐου οι αποφάσεις για το χρέος και τα πλεονάσματα και να ξεκλειδώσει η προοπτική για την εκταμίευση της δόσης και την συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Δεν είναι τυχαίο πως Έλληνες αξιωματούχοι ανέφεραν χθες από την Ουάσιγκτον πως στις συναντήσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου με τους Κριστίν Λαγκάρντ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, Γερούν Ντάισελμπλουμ και Μισέλ Σαπέν διαφάνηκε από όλες τις πλευρές η βούληση να ολοκληρωθεί η συμφωνία εντός του Μαΐου.

Αυτή η διευκρίνιση έγινε διότι υπήρξαν από πλευράς κάποιων εκ των δανειστών και αναφορές ότι υπάρχει πιθανότητα να χαθεί το ορόσημο της 22ας Μαΐου και να μετατεθούν οι αποφάσεις για το Eurogroup της 15ης Ιουνίου. Αυτό φόβισε την Ελλάδα, η οποία θεώρησε πως οι αναφορές αυτές σχετίζονται με πιθανή έγερση αιτημάτων για νέα μέτρα για το δημοσιονομικό έτος 2018.

Η κυβέρνηση η οποία δεν μπορεί να προχωρήσει στη ψήφιση των επώδυνων μέτρων σε φορολογία και ασφαλιστικό, χωρίς να έχει κερδίσει κάτι χειροπιαστό για το χρέος και κυρίως χωρίς να έχει διασφαλιστεί η προοπτική συμμετοχής στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, δεν θέλει καν να συζητά επέκταση των διαπραγματεύσεων πέραν του Μαΐου. Δεν θέλει δε να συζητά και το ενδεχόμενο νέων μέτρων για το 2018.

Θέση της ελληνικής πλευράς είναι πως όταν κλείσουν η πολιτική συμφωνία, το Μνημόνιο του ΔΝΤ (Memorandum of Economic and Financial Policies -MEFP) και το staff level agreement εν συνεχεία Ελλάδα, ΔΝΤ και Ευρωπαίοι θα καθίσουν στο τραπέζι και θα τα βρουν τόσο για τα πλεονάσματα όσο και για το χρέος.

«Δεδομένου ότι δύσκολα θα περάσουν τα μέτρα από την ελληνική βουλή χωρίς να υπάρχει προοπτική για το θέμα του χρέους, η συμφωνία θεωρείται αναπόφευκτη», ανέφερε σχηματικά στο CNN Greece , αξιωματούχος από την Ουάσιγκτον.

Με την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα την επομένη Τρίτη θα αρχίσουν να τοποθετούνται τα κομμάτια του πάζλ που ακούει στο όνομα «Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους». Αν και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων εμφανίζεται ως εξαιρετικά ακανθώδες ζήτημα, οι εμπλεκόμενοι στις συζητήσεις θεωρούν πως τελικά με κάποιο τρόπο θα ξεπεραστεί.

Δεδομένου ότι εάν μειωθεί ο χρόνος καταγραφής των υψηλών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να δώσουν περισσότερη ελάφρυνση για το χρέος, για να υπάρξει μια εξισορρόπηση στο θέμα αυτό έχει πέσει στο τραπέζι η προοπτική εξόφλησης των δανείων του ΔΝΤ που έχουν επιτόκιο 3,8% με χρήματα από το δάνειο του ESM που έχει επιτόκιο 1,75%. Αυτή η προοπτική και βελτιώνει το προφίλ του χρέους μεσοπρόθεσμα και λειτούργει ως «γλυκαντικό» για το Εκτελεστικός Συμβούλιο του ΔΝΤ.

Από τη στιγμή που όλοι οι εμπλεκόμενοι αναγνωρίζουν πως η Ελλάδα θα πρέπει τον Ιούλιο να αποπληρώσει τα δάνεια 7 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ και τους ιδιώτες χωρίς να εξατμίσει τα ταμειακά της διαθέσιμα, το χρονοδιάγραμμα για τη λήψη των αποφάσεων που θα επιτρέψουν να υπάρξει συμφωνία για τα μεσοπρόθεσμα πλεονάσματα και τη μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους δεν θα μπορεί να επεκταθεί πέραν του Ιουνίου. Και αυτό το χρονοδιάγραμμα συμπίπτει με την κορύφωση της προεκλογικής εκστρατείας στην Γερμανία.

Σε διαφορετική περίπτωση η Ελλάδα θα αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει τα ταμειακά της διαθέσιμα για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της , κάτι που θα επιτείνει τις υφεσιακές πιέσεις και θα καταστήσει την οικονομία όμηρο των ευρωπαϊκών αποφάσεων για το χρέος , πιθανότατα τουλάχιστον έως τις γερμανικές εκλογές.