Το πολυνομοσχέδιο με τα μέτρα – αντίμετρα της περιόδου 2019-2020, προβλέπει βαρύτατες απώλειες για τους συνταξιούχους, καθώς εκτός από την περικοπή έως 18% σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, καταργείται το επίδομα συζύγου ενώ αναστέλλεται έως το 2022 η διάταξη Κατρούγκαλου που «έβλεπε» αύξηση των συντάξεων.

Από την 1η Ιανουαρίου 2018 οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών θα υπολογίζονται επί του φορολογητέου εισοδήματος προσαυξημένου κατά το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών που καταβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά. Η βάση υπολογισμού θα μειωθεί προσωρινά κατά 15% το 2018 ενώ δε θα υπάρχει έκπτωση μετά το 2018.

Συγκεκριμένα: Από 1/1/2019 μειώνονται έως 18% οι κύριες και οι επικουρικές συντάξεις που εμφανίζουν προσωπική διαφορά. Το υπόλοιπο μέρος της προσωπικής διαφοράς συνεχίζει να καταβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Μειώσεις έως 10% θα υποστούν ακόμα και οι συντάξεις των 500 ευρώ εφόσον δεν προβλέπεται “πάτωμα” προστασίας.

Το επίδομα συζύγου στους συνταξιούχους καταργείται από 1/1/2019.

Ο υπολογισμός των μειώσεων στις κύριες συντάξεις θα γίνει μετά την αφαίρεση του επιδόματος συζύγου. Συνεπώς η πραγματική μείωση στους περισσότερους συνταξιούχους αγγίζει το 23%.

Αναμένονται διευκρινίσεις για τα επιδόματα των παιδιών. Αν περικοπούν και αυτά, τότε η απώλεια θα φτάσει το 25%!

Στις επικουρικές συντάξεις, στο ποσοστό 18% θα περικλείονται και οι περικοπές του περασμένου καλοκαιριού. Αυτό σημαίνει ότι ο πέλεκυς θα πέσει βαρύς σε 200.000 δικαιούχους επικουρικών που δεν είχαν υποστεί μειώσεις η είχαν υποστεί μικρές περικοπές λόγω του πλαφόν των 1300 ευρώ.

Στις περιπτώσεις που οι προσωπικές διαφορές είναι «αρνητικές» δηλαδή η καταβαλλόμενη σύνταξη είναι μικρότερη από αυτήν που προκύπτει από τον επαναυπολογισμό τότε προσαυξάνεται από την 1/1/20019 κατά 1/5 της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός 5 ετών.

Οι συντάξεις «ξεπαγώνουν» το 2022. Σύμφωνα με το πολυνομοσχέδιο , οι υπουργοί οικονομικών και Εργασίας θα αυξάνουν ετησίως αρχής γενομένης από τις 1.1.2022 το συνολικό ποσό της σύνταξης με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους
Το συνολικό κόστος των μέτρων φθάνει τα 2,26 δισ. ευρώ ενώ θα «ανέβει» περισσότερο στα 2,5 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια καθώς οι συντάξεις παραμένουν υποχρεωτικά παγωμένες έως το τέλος του 2021. Η εξοικονόμηση από τις μειώσεις των επικουρικών υπολογίζεται ότι θα είναι 232 εκατ. ευρώ για το 2019, 223 για το 2020 και σε 218 για το 2021.

Από τη νέα επιβάρυνση για τους ελεύθερους επαγγελματίες , τους επιστήμονες και τους αγρότες θα εξοικονομηθούν επιπλέον 53 εκατ. ευρώ για το 2018 ,124 εκατ. ευρώ το 2019, 126 εκατ. ευρώ το 2020 και 128 εκατ. ευρώ για το 2021.

Στην αιτιολογική έκθεση επιχειρείται να στηριχθεί νομικά η μείωση των συντάξεων και να τεκμηριωθεί ότι δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ,όπως συμφωνήθηκε με τους δανειστές . Υπενθυμίζουμε ότι το Ελεγκτικό συνέδριο έκρινε αντισυνταγματικές τις μειώσεις και οι θεσμοί ζήτησαν νέες διασφαλίσεις.

Συγκεκριμένα στο πολυνομοσχέδιο αναφέρεται ότι η περιστολή της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ επιτρέπει την περιχαράκωση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Επισημαίνεται ότι μπορεί να μειωθούν οι συντάξεις υπό την προϋπόθεση της αρχής της αναλογικότητας, της ισότητας συμμετοχής στα δημόσια βάρη και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Σημειώνεται ότι οι μειώσεις δε αλλοιώνουν την ισονομία του ασφαλιστικού. Επιπλέον δεν εφαρμόζονται οριζόντια αλλά αποτελούν εξατομικευμένες ρυθμίσεις που στηρίζονται στο νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων , είναι σύμφωνες προς την κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας και τις επιμέρους εκφράσεις ,σημειώνοντας στο νομοσχέδιο.

Οι μειώσεις επισημαίνεται κρίνονται αναγκαίες στο πλαίσιο του υπέρτερου δημοσιονομικού σκοπού ενώ το κονδύλι που θα εξοικονομηθεί θα χρησιμοποιηθεί για την ανακούφιση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Επιπλέον οι συγκεκριμένες μειώσεις της προσωπικής διαφοράς περιορίζονται σε ποσοστό έως 18% της καταβαλλόμενης σύνταξης προκειμένου να μη διαταραχθεί σημαντικά το επίπεδο διαβίωσης των συνταξιούχων.
Σε σχέση με τα θετικά αντίμετρα , τονίζεται ότι στοχεύουν στην ενίσχυση της οικογένειας , των νέων , των ανέργων , των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων . Έτσι , το 2019 θα επέλθει βελτίωση του συστήματος κοινωνικής προστασίας και αναδιανομή.

Τα αντίμετρα που θα εφαρμοστούν το 2019 και 2020 αν επιτευχθούν οι στόχοι του πλεονάσματος περιλαμβάνουν: επιδότηση ενοικίου, συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη, αύξηση των δικαιούχων δωρεάν πρόσβασης στους βρεφονηπιακούς σταθμούς, επέκταση του προγράμματος των σχολικών γευμάτων, αύξηση και επέκταση του οικογενειακού επιδόματος προγράμματα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.

Επιδότηση ενοικίου: Κοστολογείται στα 600 εκατ. ευρώ και εκτιμάται ότι επί συνόλου 1.000.000, θα προκύψουν 600.000 ωφελούμενα νοικοκυριά που ζουν σε ενοίκιο η αποπληρώνουν δάνειο πρώτης κατοικίας.

Το εισοδηματικό όριο που τίθεται είναι τα 9.846 ευρώ ατομικό και 20.677 για τετραμελή οικογένεια.

Το ποσό του επιδόματος κυμαίνεται από 50 ευρώ το μήνα για νοικοκυριά με ένα άτομο και αυξάνεται κατά 25 ευρώ το μήνα για κάθε επιπλέον άτομο του νοικοκυριού και 12,5 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί. Το μέγιστο ποσό του επιδόματος που θα χορηγείται ανέρχεται στα 150 ευρώ το μήνα ή 1.800 ευρώ το έτος και το μέσο ποσό είναι αντίστοιχα τα 83,3 ευρώ το μήνα και τα 1.000 ευρώ το έτος.

Για παράδειγμα η επιδότηση ενοικίου για ένα άτομο είναι 600 ευρώ το χρόνο, για δύο άτομα 900 ευρώ το χρόνο, για τετραμελή οικογένεια με δύο μικρά παιδιά, 1.200 ευρώ, για πενταμελή οικογένεια με τρία μικρά παιδιά 1.350 ευρώ και για εξαμελή οικογένεια με τέσσερα μικρά παιδιά 1.500 ευρώ.
Συμμετοχή στα φάρμακα: Η δαπάνη ανέρχεται στα 240 εκατ. ευρώ. Όσοι έχουν μηνιαίο ατομικό εισόδημα έως 700 ευρώ το μήνα δηλαδή 5.295.728 άτομα ή το 60,4% του συνόλου θα έχουν μηδενική συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη.

Το μέτρο αυτό αφορά όχι μόνο συνταξιούχους, αλλά και ανέργους και εργαζόμενους. Αντίστοιχα όσοι έχουν μηναίο ατομικό εισόδημα από 701 έως 1.200 ευρώ δηλαδή 1.670.798 άτομα θα έχουν μείωση κατά 50% στη φαρμακευτική δαπάνη. Αυτό σημαίνει ότι από 10% που είναι σήμερα η συμμετοχή θα γίνει 5% και από 25% θα γίνει 12,5%. Συνολικά υπολογίζεται ότι θα ωφεληθεί το 79,45% του πληθυσμού.

Βρεφονηπιακοί σταθμοί: Υπολογίζεται ότι το 2019 θα ωφεληθούν επιπλέον 30.000 παιδιά το 2019 και το 2020 άλλα 15.000. Σύνολο 135.000 παιδιά.
Σχολικά γεύματα: Η δαπάνη θα φτάσει τα 190 εκατ. ευρώ και θα αφορά 448.500 μαθητές δημοτικού και γυμνασίου. Στόχος είναι να καλυφθεί το 50% του συνόλου των μαθητών δημοτικού και γυμνασίου με έμφαση σε περιοχές με υψηλά ποσοστά ανεργίας και φτώχειας.
Οικογενειακό επίδομα: Το κόστος θα ανέλθει στα 260 εκατ. ευρώ. Για το πρώτο παιδί το επίδομα από 40 ευρώ το μήνα (480 ευρώ τον χρόνο) ανέρχεται στα 60 ευρώ το μήνα ή αύξηση 50% (720 ευρώ τον χρόνο).

Για το δεύτερο παιδί το οικογενειακό επίδομα από τα 54 ευρώ το μήνα (648 ευρώ τον χρόνο) αυξάνεται κατά 85% και φτάνει στα 100 ευρώ το μήνα (1.200 ευρώ τον χρόνο).

Για το τρίτο παιδί από τα 26 ευρώ το μήνα (312 ευρώ τον χρόνο) αυξάνεται κατά 188% στα 75 ευρώ το μήνα (900 ευρώ τον χρόνο).

Τα εισοδηματικά κριτήρια που τίθενται είναι 6.000 ευρώ για οικογένεια με ένα παιδί, 12.000 ευρώ για οικογένειες με δύο παιδιά και 18.000 ευρώ για οικογένειες με τρία παιδιά.